Η λατρεία στη διαμόρφωση του χριστιανικού χαρακτήρα

person reading book

Εισαγωγή

Το ζήτημα της λατρείας απασχόλησε την Εκκλησία πολλές φορές μέσα στην ιστορία της. Η προτίμηση των Αναμορφωτών να χρησιμοποιούν ψαλμούς δίχως τη χρήση της μουσικής, ενώ οι Λουθηρανοί ύμνους με τη χρήση μουσικής αποτελεί απλώς ένα απ’ τα πολλά παραδείγματα. Η σημερινή Εκκλησία από την άλλη, προβληματίζεται για το εάν θα πρέπει να χρησιμοποιεί ένα πιο τελετουργικό είδος λατρείας, κάποιο πιο σύγχρονο, ή και τα δύο μαζί.

Το άρθρο αυτό πραγματεύεται όχι μόνο το τι είναι λατρεία γενικά, αλλά και το ποια είναι «κατάλληλη» λατρεία και τι σχέση αυτό έχει με τον πολιτισμικό περίγυρο. Παράλληλα πραγματεύεται και το ποια επίδραση έχει και πρέπει να έχει η ζωή της λατρείας μας πάνω στο χριστιανικό μας χαρακτήρα και στην κινητοποίησή μας για τον Ευαγγελισμό του κόσμου.

Η λατρεία και ο χαρακτήρας της

Δεν υπάρχει πιο μεγάλη τιμή, προνόμιο και δόξα για ένα χριστιανό από το να συμμετέχει δια του Αγίου Πνεύματος στα απολυτρωτικά σχέδια του Θεού μέσα στην ιστορία, και ιδιαίτερα σε αυτά μέσω του Ιησού Χριστού του Γιου Του, ο οποίος αποκάλυψε πλήρως το σχέδιο του Θεού για την ανθρωπότητα.1 Λατρεία στο Θεό ωστόσο, δεν είναι απλώς και μόνο το να συμμετέχει κάποιος στ’ απολυτρωτικά σχέδια του Θεού, αλλά πρωτίστως, το να ευφραίνεται σε Αυτόν, καθώς απολαμβάνει την αγάπη Του και τη μοναδική Συντροφιά Του,2 και να στέκεται με θαυμασμό μπροστά στη μεγαλοσύνη της θαυμαστής Του Δόξας και κυρίαρχης Αγιότητας και Χάρης, που ελευθερώνουν το άρωμά τους επάνω στη ζωή του χριστιανού.3

Το καθήκον του κάθε ανθρώπου – για να χρησιμοποιήσω τα λόγια του Ιωνάθαν Έντουαρτς – και ιδιαίτερα του πιστού είναι να ευφραίνεται στη δόξα του Θεού.4 Με άλλα λόγια, λατρεία είναι η προσκύνηση του ό,τι εμείς είμαστε ως χριστιανοί, εμπρός σε ό,τι ο Θεός είναι.5

Όπως λοιπόν γίνεται προφανές απ’ όσα αναφέρθηκαν για το τι είναι λατρεία, τα στοιχεία κλειδιά που η λατρεία εμπεριέχει είναι: α. η αποκάλυψη του Θεού και β. η ανταπόκριση του ανθρώπου (ατομικά και συλλογικά) στην αποκάλυψη του Θεού.6 Κάποιος πολύ εύστοχα παρατήρησε ότι «λατρεία είναι η πρέπουσα ανταπόκριση του ανθρώπου στην πρωτοβουλία του Θεού».7

Ως αποκάλυψη του Θεού αναφέρονται κυρίως οι απολυτρωτικές πράξεις του Θεού μέσα στην ιστορία, και ιδιαίτερα μέσω του Ιησού Χριστού (ειδική αποκάλυψη), καθώς επίσης και η δημιουργία Του και η μαρτυρία που αυτή φέρνει για το πρόσωπο του Θεού (γενική αποκάλυψη). Όλα αυτά μας έγιναν γνωστά μέσω του Αγίου Λόγου του Θεού, την αγία Γραφή. Η ανταπόκριση του πιστού ανθρώπου του Θεού δεν περιορίζεται μόνο – και δεν πρέπει – σε μια πράξη δοξολογίας για ό,τι ο Θεός είναι και έχει κάνει, αλλά εμπεριέχει και μια ζωή προσευχής, αγιασμού, φροντίδας και υπηρεσίας προς τους άλλους κ.λπ. Με άλλα λόγια, η ανθρώπινη ανταπόκριση (αναφερόμενοι σε πιστούς) περιλαμβάνει ολόκληρο το είναι του ανθρώπου.

Όσο γνωστό όμως είναι το ζήτημα της λατρείας στη χριστιανική κοινότητα άλλο τόσο και παρεξηγημένο είναι, καθώς για πολλούς – ίσως τους περισσότερους – η λατρεία εστιάζει στην ανθρώπινη εμπειρία εμπρός στη παρουσία του Θεού. Αυτή η θεώρηση όμως είναι εντελώς λαθεμένη και παραπλανά τη χριστιανική κοινότητα. Αντίθετα, η έμφαση στη λατρεία θα πρέπει να δίδεται όχι στο λατρευτή αλλά στο Θεό, ο Οποίος και ξεκίνησε ένα απολυτρωτικό έργο μέσα σε όλη τη δημιουργία, η οποία βρισκόταν σε μεγάλη ανάγκη για αποκατάσταση.8 Ο ίδιος ο Θεός επομένως, είναι – και πρέπει να είναι – το Επίκεντρο της λατρείας μας.

Οι λόγοι των Αποστόλων ή τα γραπτά των προφητών διαβάζονται όσο το επιτρέπει η ώρα. Όταν αυτός που αναγιγνώσκει τελειώσει, ο υπεύθυνος (αυτός είναι ο ποιμένας) διδάσκοντας τους πιστούς τους ενθαρρύνει και τους προσκαλεί να μιμηθούν όλα αυτά τα μοναδικά πράγματα.9

Ιουστίνος ο Μάρτυρας: «Πρώτη Απολογία

Τα λόγια αυτά του Ιουστίνου του Μάρτυρα, αν και αναφέρονται στη διαμόρφωση του χριστιανικού χαρακτήρα, μας υπενθυμίζουν ωστόσο, τον κεντρικό ρόλο που ο Λόγος του Θεού θα πρέπει να κατέχει καθ’ όλη τη διάρκεια της ώρας λατρείας, καθώς μέσα από το Λόγο Του ο Θεός γνωρίζεται στην Εκκλησία Του και παράλληλα, κάνει γνωστό το θέλημά Του.

Η λατρεία που η χριστιανική κοινότητα βιώνει δε θα πρέπει απλώς και μόνο να έχει «στιλ» – να μας αρέσει (σίγουρα και αυτό το χρειαζόμαστε), αλλά πρωταρχικά και κύρια θα πρέπει να έχει ορθό περιεχόμενο. Ο γραπτός Λόγος του Θεού, η κατεξοχήν αποκάλυψη και μέσον αποκάλυψης του Θεού (μαζί με τον Ιησού Χριστό, που αποτελεί τον Ζωντανό Λόγο του Θεού – Ιωάν.1:1,14), μέσω του οποίου ο Θεός αποκαλύπτει τα απολυτρωτικά Του σχέδια και έργα μέσα στην ανθρώπινη ιστορία, και ιδιαίτερα στην Εκκλησία Του, θα πρέπει να αποτελεί την κατεξοχήν πηγή του περιεχομένου της λατρείας της Χριστιανικής κοινότητας. Ο πολύ γνωστός Αμερικανός θεολόγος και ιστορικός της Εκκλησίας, Robert Webber, υποστηρίζει ακριβώς αυτή την αλήθεια, λέγοντας ότι «ο Θεός μας μιλά πρώτα μέσω του Λόγου Του και ύστερα εμείς ανταποκρινόμαστε. Κατά τη διάρκεια της λατρείας το περιεχόμενο της επικοινωνίας μεταξύ του Θεού και των λατρευτών είναι αυτή η Αγία Γραφή».10 Εάν θεωρήσουμε ως λατρεία τη συνεχή πνευματική σχέση και διεργασία: θεία αποκάλυψη–ανθρώπινη ανταπόκριση, τότε θα πρέπει να λάβουμε σοβαρά υπόψη μας ότι τόσο η ανάγνωση όσο και το κήρυγμα και η διδαχή της Αγίας Γραφής θα πρέπει να βρίσκονται στο επίκεντρο της λατρεύουσας χριστιανικής κοινότητας. Θα πρέπει ως χριστιανική κοινότητα να αντιληφθούμε ότι «την ιστορία των διαχρονικών σωτήριων έργων Του ο Θεός την εμπιστεύθηκε σε μία διηγούμενη κοινότητα».11

Η λατρεία είναι αδιανόητη δίχως τη γνώση (μνημόνευση) του ποιος ο Θεός είναι και τι Εκείνος έχει πραγματοποιήσει για χάρη του λαού Του. Εάν αυτό αποτελεί το βι-βλικό πρότυπο, τότε είναι περιττό να προσπαθήσουμε πολύ για να καταδείξουμε ότι η σύγχρονη λατρεία δύσκολα δέχεται τη μνημόνευση (γνώση του Θεού και των έργων Του μέσα από το Λόγο του) ως βασική θεολογική αρχή για τη λατρεία.12

Ο κεντρικός ρόλος των γραφών είναι ζωτικής σημασίας για την χριστιανική κοινότητα, όχι μόνο για τη διαμόρφωση και την πνευματική εμπλούτιση της ζωής της λατρείας της, αλλά και για τη διαμόρφωση και ωρίμανση του χριστιανικού της χαρακτήρα.

Ίσως εδώ θα αναρωτιόνταν κάποιοι ποιος είναι ο ζωοποιός ρόλος του Αγίου Πνεύματος μέσα σε όλη αυτή τη διαδικασία και ζωή της λατρείας; Μήπως με όλα αυτά λησμονούμε το πρόσωπο, ρόλο και κυριαρχία του Αγίου Πνεύματος; Σε αυτές, λοιπόν, τις πιθανές σκέψεις κάποιων θα επιθυμούσα να απαντήσω ως εξής, χωρίς να παραγνωρίζω και παραγκωνίζω το πρόσωπο, ρόλο και κυριαρχία του Αγίου Πνεύματος – κάθε άλλο.

Ποιος αλήθεια, είναι ο ρόλος του Αγίου Πνεύματος; Στην Αγία Γραφή, και ιδιαίτερα στην Καινή Διαθήκη βλέπουμε ότι ο ρόλος και η διακονία του Αγίου Πνεύματος είναι άρρηκτα συνυφασμένα με το τελειωμένο έργο του Ιησού Χριστού και το Λόγο του Θεού. Με άλλα λόγια, το έργο του Αγίου Πνεύματος είναι επί τη βάσει του έργου του Σταυρού και της Ανάστασης, και του Λόγου του Θεού. Με αυτό τον τρόπο δοξάζει τον Ιησού Χριστό, καθώς γίνεται Μάρτυράς Του, και λαμβάνει από Αυτόν ώστε να απαγγείλει στους μαθητές του Ιησού (Ιωάν.15:26, 16:15). Συνεπώς, εάν μία από τις πιο λαμπρές και θαυμαστές διακονίες Του ήταν να φανερώσει και αποκαλύψει την Αλήθεια του Θεού στους μαθητές και αποστόλους του Ιησού Χριστού, με σκοπό μέσα από το Λόγο αυτό να «γεννηθεί», να ζήσει και αυξηθεί η Εκκλησία του Ιησού Χριστού (Α΄Πετρ.1:22-25, 2:1-2), δεν αποτελεί λογικά και σήμερα η προάσπιση και εξύψωση του Λόγου αυτού, ως η κατεξοχήν αποκάλυψη και βάση της Αλήθειας του Θεού σε όλους μας, μία από τις πιο σημαντικές διακονίες του Αγίου Πνεύματος;

Όταν λοιπόν στο επίκεντρο της προσοχής και της επιδίωξής μας κατά την ώρα της Εκκλησιαστικής μας λατρείας βρίσκονται τα πρόσωπα του Θεού Πατέρα και του Γιου, καθώς και ο Λόγος Του, κι όχι η δική μας η εμπειρία, τότε πραγματικά κινούμαστε κατά το Άγιο Πνεύμα, και τότε ο Θεός μπορεί να δώσει και την εμπειρία. Μία εμπειρία όμως, που πηγάζει από τον Ουρανό και θρόνο του Θεού, η οποία είναι γνήσια, οικοδομεί την εκκλησιαστική κοινότητα και δοξάζει το Θεό.

Η λατρεία και η επίδρασή της: διαμόρφωση χριστιανικού χαρακτήρα

Μία Βιβλο-κεντρική λατρεία δεν περιορίζεται μόνο στην παροχή «κατευθυντήριων» γραμμών προς τους λατρευτές, πώς να προσεγγίζουν και να λατρεύουν τον ένδοξο Θεό, αλλά «αγγίζει», μορφώνει, φωτίζει και μεταμορφώνει το Χριστιανό (και την κοινότητα της πίστης), ώστε να είναι ένας αληθινός λατρευτής του «Θεού των Γραφών» με καρδιά λατρείας προς Αυτόν και υπηρεσία αγάπης προς τον πλησίον (Έσδρας 7:10, Ψαλμ.119:171, Ρωμ.10:17, 12:1-2 κ.ο.κ., Κολ.1:28-29, Ιακ.1:21-22, 26-27, Α΄Πετρ.2:2 κ.ο.κ.)

Η διακονία των Γραφών δεν περιορίζεται μόνο στο κήρυγμα και τη διδασκαλία τους, αλλά επεκτείνεται και στην ανάγνωσή τους. Αν και ένας μεγάλος αριθμός Ευαγγελικών Εκκλησιών παραμελεί αυτού του είδους τη διακονία (ανάγνωση των ιερών Γραφών), σε σχέση με άλλες Εκκλησίες που δίνουν έμφαση περισσότερο στη θεία λατρεία (Ορθόδοξη, Καθολική, Αγγλικανική Εκκλησία),13 θα πρέπει ωστόσο να το συμπεριλάβουν σε ένα μεγαλύτερο βαθμό στην εκκλησιαστική τους πρακτική (Α΄Τιμ.4:13, Κολ.4:16). Ο Robert Webber αναφέρει σχετικά:

Θα πρέπει να θεωρείται βέβαιο ότι στη λατρεία μας στο Θεό, ο Λόγος του Θεού λαμ-βάνει την κεντρική θέση. Η ανάγνωση και διακήρυξη των Γραφών δεν αποτελεί ένα συμπλήρωμα κατά την ώρα που ψέλνουμε, ούτε αποτελεί κάποιο…‘δεκανίκι’ κατά την ώρα της λατρείας γενικότερα. Αποτελεί διακήρυξη των απολυτρωτικών έργων του Θε-ού μέσα σε όλη την ιστορία, και μέχρι σήμερα, τα οποία μπορούν να βιωθούν εδώ και τώρα, καθώς ο Θεός απελευθερώνει, θεραπεύει και αποκαθιστά ζωές ατόμων, οικογε-νειών και κοινωνιών. Συναθροιζόμαστε για να ακούσουμε αυτό τον παντοδύναμο Λό-γο του Θεού που αλλάζει ζωές. Επειδή ο Λόγος του Θεού είναι τόσο ζωτικής σημασίας για την πνευματική υγεία των λατρευτών, θα πρέπει να ερευνούμε για τους καταλλη-λότερους τρόπους ώστε να μπορεί αυτός να δοθεί και να γίνει κατανοητός. Η επιθυμία του πιστού να ζήσει μια ζωή υπακοής στο Λόγο του Θεού πηγάζει από τη δυναμική παρουσία του Λόγου αυτού στη ζωή του.14

Ο κεντρικός ρόλος του Λόγου του Θεού στη λατρεία βοηθάει την κοινότητα της πίστης να συναντήσει και να γνωρίσει τον Θεό, καθώς, παράλληλα, μεταμορφώνεται από και συμμορφώνεται με το Λόγο αυτό, διαφορετικά η πράξη της λατρείας θα ήταν ατελής (Αριθμ.15:39).15 Ενώ οι Γραφές γίνονται η πολύτιμη πηγή και περιεχόμενο της εμπειρίας μας κατά την ώρα της λατρείας, η ενθύμηση των ένδοξων απολυτρωτικών σχεδίων και έργων του Θεού στην ιστορία και η περισυλλογή σε αυτά, βοηθούν και οδηγούν την κοινότητα της πίστης να αυξηθεί σε ωριμότητα, σε χαρακτήρα και σοφία. Συνεπώς, ο Λόγος του Θεού και η ενθύμηση των απολυτρωτικών έργων του Θεού γίνονται και η «κινητήρια» δύναμη και το αποτέλεσμα της λατρείας, η οποία με τη σειρά της μορφώνει πνευματικά την εκκλησιαστική κοινότητα. Ο Μέριλ υπογραμμίζει σχετικά: «Είναι επειδή ο Θεός θυμάται το ότι αυτοί που Τον λατρεύουν μπορούν να μνημονεύουν τις ευλογίες Του στο παρελθόν και στο παρόν, με πλήρη επίγνωση ότι ο παραλήπτης της αφοσίωσής τους είναι έμπιστος, και συνεπώς άξιος της εμπιστοσύνης τους».16

Ο Λόγος του Θεού καθώς μορφώνει τη Χριστιανική κοινότητα σε κοινότητα πίστης, παράλληλα μορφώνει τη λατρεία της. Στον ‘κόσμο’ της λατρείας και δοξολογίας, ο Κύριος διακηρύττεται και δοξάζεται ως ο Δυνατός Πολεμιστής, που υπερνικά όλους τους εχθρούς Του. Ο Κύριος είναι ο μεγάλος Βασιλιάς, Άρχοντας και Κυρίαρχος Θεός, που επιθυμεί την πλήρη κυριότητά Του επάνω στη ζωή των λατρευτών Του χωρίς όρους, όρια κι εμπόδια! Καθώς λατρεύουμε το Θεό ως κοινότητα πίστης, στην πραγματικότητα συμφωνούμε με την κυριότητα του Θεού επάνω μας. Ο ‘κόσμος’ της λατρείας και δοξολογίας επιζητά ζωές μεταμορφωμένες ή τουλάχιστο, ζωές που είναι πρόθυμες να μεταμορφωθούν από το Άγιο Πνεύμα, ανεξάρτητα του όποιου κόστους, ώστε ο Θεός και Κύριος να κατέχει πλήρως τη ζωή τους.17

Η λατρεία και η κινητοποίησή της: μαρτυρία στον κόσμο

Μέχρι τώρα έχουμε δει τι είναι λατρεία, ποιος ο χαρακτήρας της και ποια η επίδρασή της στη διαμόρφωση του χριστιανικού χαρακτήρα. Στο σημείο αυτό θα ήθελα να στραφούμε και να δούμε την επίδραση της λατρείας στην κινητοποίηση της κοινότητας της πίστης για μαρτυρία στον κόσμο.

Κάποιοι άνθρωποι των εκκλησιών μας θεωρούν ότι ο πρωταρχικός σκοπός της Εκκλησίας είναι η εκπλήρωση της Μεγάλης Αποστολής. Ωστόσο, της αντίληψης αυτής διαφεύγει το γεγονός ότι για την εκπλήρωση του σκοπού αυτού αναγκαία είναι η παρουσία του πνευματικού εκείνου ‘καυσίμου,’ που δεν είναι άλλο από τη ζωή και το ξεχείλισμα της λατρείας. Ο γνωστός Αμερικανός θεολόγος και ποιμένας John Piper, μας θυμίζει σχετικά, κάτι που είναι ζωτικής σημασίας για κάθε τοπική εκκλησία και για την Εκκλησία εν γένει:

Οι ιεραποστολές δεν είναι ο τελικός σκοπός της Εκκλησίας. Η λατρεία είναι. Οι ιεραποστολές υπάρχουν επειδή η λατρεία υπάρχει. Η λατρεία είναι ο τελικός σκοπός κι όχι οι ιεραποστολές, διότι τα πάντα περιστρέφονται γύρω από το Θεό κι όχι γύρω από τον άνθρωπο… Συνεπώς, η λατρεία είναι η κινητήρια δύναμη (το ‘καύσιμο’) κι ο σκοπός των ιεραποστολών. Είναι ο σκοπός των ιεραποστολών, διότι απλούστατα, μέσω αυτών στοχεύουμε να φέρουμε τα έθνη εμπρός στην ευφρόσυνη παρουσία της δόξας του Θεού. Ο σκοπός των ιεραποστολών είναι η χαρά των εθνών εμπρός στη μεγαλοσύνη του Θεού (Ψαλμ. 67:3-4, 97:1)… Παράλληλα όμως, η λατρεία είναι η κινητήρια δύναμη (το ‘καύσιμο’) των ιεραποστολών. Η αγάπη κι ο πόθος για το πρόσωπο του Θεού προηγείται της ευλογίας του Θεού μέσω του κηρύγματος… Όπου η φλόγα της αγάπης αυτής είναι εξασθενημένη, τότε ο ζήλος για μαρτυρία στον κόσμο θα είναι εξασθενημένος. Εκκλησίες οι οποίες δεν έχουν ως επίκεντρο της πνευματικής τους ζωής την εξύψωση του μεγαλείου και της ομορφιάς του Θεού, σπανίως έχουν τη δυνατότητα να μεταλαμπαδεύσουν με θέρμη την επιθυμία της «διακήρυξης της δόξας του Θεού στα έθνη» (Ψαλμ.96:3)18

Όσο περισσότερο κάποιος μπορεί να διακρίνει μέσα σε μια εκκλησία ένα αληθινό πνεύμα και ζωή λατρείας, ευαγγελισμού και ιεραποστολών, τόσο βέβαιος μπορεί να είναι για την πνευματική υγεία αυτής της συγκεκριμένης τοπικής εκκλησίας.

Η γνωστή Αμερικανίδα Ευαγγελική θεολόγος Marva Dawn, θεωρεί την πιστότητα στη λατρεία ως το ύψιστο δώρο που μπορεί κάποιος (είτε άτομο είτε τοπική εκκλησία) να έχει, ώστε να ανταποκριθεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο στις όποιες ανάγκες των ανθρώπων και του κόσμου.19 Η αληθινή λατρεία κινητοποιεί και προσκαλεί την κοινότητα της πίστης να πλησιάσει και ν’ αγγίξει με την αγάπη του Θεού τον κόσμο.

Η λατρεία και το πολιτισμικό της πλαίσιο

Ο λόγος που αναφέρομαι στο θέμα αυτό, είναι επειδή το θεωρώ πολύ σημαντικό για την λατρεύουσα εκκλησιαστική κοινότητα σήμερα, οποιασδήποτε χριστιανικής ομολογίας, ώστε αυτή να αποτελεί διαρκώς και διαχρονικά μία γνήσια έκφραση αυτού που ο Κύριος Ιησούς ζήτησε απ’ τον Πατέρα Του για τους δικούς Του στην αρχιερατική Του προσευχή (Ιωάν.17:18, 9-17), δηλαδή, μία γνήσια έκφραση της ζωής του Ουρανού μέσα στην – εκάστοτε – κοινωνία που βρίσκεται (άλλωστε και ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός έζησε ως ένας σύγχρονος – για την εποχή Του – Ιουδαίος, μέσα στο συγκεκριμένο περιβάλλον / κοινωνία της εποχής Του).

Καθώς ζούμε μέσα σ’ ένα πλαίσιο όπου η Ελληνική πολιτισμική παράδοση, με ιδιαίτερο ύφος και αξίες, επικρατεί (ιδιαίτερο είδος μουσικής, έναν πιο ανατολικού τύπου τρόπο ζωής), καθώς και η Ορθόδοξη χριστιανική εκκλησιαστική παράδοση, με πολλά στοιχεία που αποδίδουν ένα ιδιαίτερα λειτουργικό και πιο συντηρητικό – εν σχέσει με το δυτικό κόσμο – ύφος εκκλησιαστικής ζωής και λατρείας (λ.χ. χρήση εποπτικών μέσων: ζωγραφική τέχνη, παραστάσεις κ.ά., συγκεκριμένο είδος μουσικής: βυζαντινό, η χρήση των – ιδιαίτερα ανατολικών – πατέρων της Εκκλησίας: ανατολική θεολογία, κ.ά.), θεωρώ ότι είναι αφελές εάν όχι αλαζονικό ως Ευαγγελική κοινότητα εν γένει, να αγνοούμε εκούσια και διαρκώς αυτό το συγκεκριμένο πολιτισμικό και θρησκευτικό πλαίσιο, μέσα στο οποίο, είτε το θέλουμε είτε όχι, ζούμε.

Θαρρεί κανείς, εάν κάποιος βρεθεί σε κάποια Εκκλησία της εν γένει Ευαγγελικής κοινότητας στην Ελλάδα, ότι βρίσκεται σε μια εκκλησία… του εξωτερικού, με πολλά δυτικά στοιχεία (το ύφος των ευκτήριων οίκων, το είδος της μουσικής, κ.ά.), ή ως να βρίσκεται η συγκεκριμένη Εκκλησία μέσα σε ένα αποστειρωμένο από το άμεσο περιβάλλον κόσμο. Θεωρώ ότι αποτελεί ασοφία εάν όχι υπεροψία για την εν γένει Ευαγγελική κοινότητα να εξαιρεί σχεδόν συλλήβδην – ακόμη και τα καλά στοιχεία – που βρίσκονται μέσα στην Ορθόδοξη λειτουργική λατρεία και παράδοση και στην Ελληνική πολιτισμική παράδοση, ως να μην έχουν τίποτε το καλό να προσφέρουν,20 και θα πρέπει να φωνάξουμε κάποια στιγμή, «Έως εδώ!!!». Δεν μπορούμε ως Ευαγγελικές Εκκλησίες να ζούμε άλλο ως να είμαστε… στην Αμερική ή οπουδήποτε αλλού εκτός Ελλάδας, εάν επιθυμούμε πραγματικά να μας βλέπουν οι ομοεθνείς μας ως μέρος αυτής της χώρας και να μας πλησιάζουν δίχως ιδιαίτερες προκαταλήψεις που αφορούν τον ευαίσθητο αυτό τομέα.21

Ο γνωστός Ευαγγελικός ιστορικός και μουσουργός Donald Hustad το ονομάζει αυτό ως «καταστροφική εικονομαχία», την οποία και ορίζει ως «δραστικό ξεκαθάρισμα από διάφορα στοιχεία λατρείας, μέχρι, μερικές φορές, του σημείου της αποβολής ουσιωδών στοιχείων της λατρείας μαζί με τα όχι ουσιώδη».22 Σε άρθρο του στο Αμερικανικό περιοδικό Atlantic Monthly (τεύχος Αυγούστου 1996) αναφέρει σχετικά με αυτή τη νοοτροπία της «καταστροφικής εικονομαχίας»:

Όχι σύμβολα. Όχι σταυροί. Όχι τήβεννοι. Όχι ιερατικά κολάρα. Όχι στασίδια, Όχι ακα-ταλαβίστικη γλώσσα. Όχι ικεσίες. Όχι φωτιά, όχι κεριά. Όχι όργανο. Όχι μονότονους ύμνους του 18ου αιώνα. Όχι μυσταγωγική ιεροτελεστία. Όχι Κυριακάτικες επίσημες φορεσιές. Όχι δίσκοι λογίας.23

Η Marva Dawn χαρακτηρίζει το συγκεκριμένο φαινόμενο ως «φθηνό ξεκαθάρισμα / ξεσκαρτάρισμα» εκ μέρους της Εκκλησίας και «πέταμα του μωρού μαζί με το νερό του μπάνιου του».24 Η χρήση στοιχείων από το άμεσο πολιτισμικό πλαίσιο δεν είναι μόνο κάτι το χρήσιμο και βοηθητικό, αλλά και αναγκαίο, καθώς μπορούν να μας συνδέσουν ως Εκκλησία του σήμερα με όλους εκείνους τους ανθρώπους που προηγήθηκαν εμάς και υπηρέτησαν τη βουλή του Θεού με κάποιο χρήσιμο κι ευλογημένο τρόπο (Πράξεις 13:36). Επίσης όμως, μπορούν να μας συνδέσουν και με κάποια καλά στοιχεία της ίδιας μας της πολιτισμικής κληρονομιάς και παράδοσης.

Ως επίλογο θα ήθελα να χρησιμοποιήσω τα πολύ πετυχημένα λόγια της Marva Dawn σχετικά με το πάντα επίκαιρο ερώτημα που ταλανίζει ενίοτε τις εκάστοτε τοπικές Εκκλησίες, «Ποιο άραγε, αποτελεί το καταλληλότερο – εάν όχι καλύτερο – είδος λατρείας; Το παλαιό ή το νέο;», τα οποία είθε να μας προβληματίσουν θετικά και να μας καταστήσουν λίγο ακόμη πιο σοφούς όταν ξεκινούμε να συζητάμε το ζήτημα της λατρείας ή ζητήματα σαν κι αυτό.

Τόσο οι καινούργιοι όσο και οι παλαιοί τρόποι λατρείας μπορούν να είναι εξίσου ευπρόσδεκτοι σε κάποιον που είναι νέος σε μια εκκλησία. Το καλωσόρισμά ωστόσο κάθε είδους λατρείας, εξαρτάται από τη ζωτικότητα που αυτό φέρει και έχει. Αυτή η ζωτικότητα μπορεί να χαρακτηρίζει είτε το παλαιό είτε το καινούργιο είδος λατρείας που όμως φέρει και έχει ως κύρια χαρακτηριστικά του τη ζωντανή παρουσία του Θεού και τη δημόσια ανάμειξη της εκκλησιαστικής κοινότητας. Οι επισκέπτες θα ελκυστούν από εκείνο το είδος της λατρείας, όπου οι συμμετέχοντες αγαπούν αυτό που κάνουν, κι αυτό επειδή ο ζωντανός Θεός είναι μεταξύ τους.

Καθώς η λατρεία είναι μία ώρα κατά την οποία λαμβάνουμε μία πρόγευση του ου-ρανού, ίσως θα μπορούσαμε να μάθουμε πώς να λατρεύουμε καλύτερα από αυτούς που ποθούν και λαχταρούν τον ουρανό πιο πολύ.25

Υποσημειώσεις

  1. James B. Torrance, Worship, Community & The Triune God of Grace (Downers Grove, Ill.: InterVarsity Press, 1997), σελ. 20-21.
  2. Walter Brueggemann, Israel’s Praise (Philadelphia: Fortress Press, 1988), σελ. 1,160.
  3. John Piper, The Supremacy of God In Preaching (G. Rapids, MI.: Baker Books, 1990), σελ.22.
  4. Ibid., σελ. 77.
  5. Gary Parrett, Αδημοσίευτες σημειώσεις στο μάθημα Λατρεία  και Διαμόρφωση Χριστιανικού Χαρακτήρα (S. Hamilton, MA.: G. C. T. S., 2000).
  6. Ibid.
  7. Eugene H. Merrill, “Remembering: A Central Theme in Biblical Worship,” Journal of the Evangelical Theological Society 43 (March, 2000): σελ. 30. 
  8. Robert Webber, Planning Blended Worship (Nashville: Abingdon Press, 1998), σελ. 41.
  9. Ibid., σελ.86.
  10. Ibid., σελ. 83.
  11. Ibid., σελ. 84.
  12. Merrill, σελ. 28.
  13. Donald P. Hustad, True Worship: Reclaiming the Wonder & Majesty (Wheaton Ill.: Shaw Publishers, Hope Publishing  Company, 1998), σελ. 223.
  14. R. Webber, σελ. 94.
  15. Merrill, σελ. 33.
  16. Ibid., σελ. 30.
  17. Αυτές οι σκέψεις αποτελούν ‘απόσταγμα’ όσων ο Brueggemann τόσο εύστοχα αναφέρει στα κεφάλαια “The ‘World’ of Israel’s Doxology”  και  “Doxology at the Edge of Ideology,” του βιβλίου του Israel’s Praise.
  18. John Piper, Let The Nations Be Glad!: The Supremacy of God in Missions (G. Rapids, MI.: Baker Books, 1993), σελ. 11,12.
  19. Marva J. Dawn, A Royal “Waste” of Time: The Splendor of Worshiping God and Being Church For The World (G. Rapids, Michigan: Wm. B. Eerdmans Publishing Company, 1999), σελ. 19.
  20. Θεωρώ ότι θα πρέπει να αναγνωριστεί η αλλαγή νοοτροπίας και η προσπάθεια που καταβάλλεται από την Ελληνική Ευαγγελική Εκκλησία κατά τα τελευταία χρόνια προς την κατεύθυνση της αποκόμισης από την Ορθόδοξη παράδοση κάθε τι που μπορεί να είναι καλό, με την υιοθέτηση και είσοδο στο υμνολόγιό της Χριστοκεντρικών και Βιβλοκεντρικών ύμνων της Ορθοδόξου υμνολογίας. Ωστόσο, θα πρέπει να γίνουν περαιτέρω βήματα εκ μέρους της Ευαγγελικής κοινότητας εν γένει, προς μια πιο εκτεταμένη χρήση και άλλων στοιχείων της Ορθόδοξης εκκλησιαστικής παράδοσης ή της Ελληνικής παράδοσης και κουλτούρας, στη ζωή και λατρεία της, όπως για παράδειγμα, η χρήση της τέχνης στη λατρευτική ζωή, η χρήση παραδοσιακών μουσικών οργάνων και ειδών μουσικής, κ.ά.
  21. Βεβαίως και δεν εξαιρώ κάθε τι το καλό που έχουμε ως Ευαγγελικές Εκκλησίες στην παράδοσή μας, που μπορεί να προέρχεται από τον Δυτικό κόσμο, θα πρέπει όμως, να υπάρχει ισορροπία στα στοιχεία που υιοθετούμε σε σχέση με την Εκκλησιαστική μας ζωή και λατρεία και την κοινωνία που ζούμε. 
  22. Hustad, σελ. 220.
  23. Ibid., σελ.220.
  24. Marva J. Dawn, Reaching Out Without Dumping Down: A Theology of Worship for the Turn-of-the-Century Culture (G. Rapids, Michigan: Wm. B. Eerdmans Publishing Company, 1995), σελ. 166.
  25. Ibid., σελ. 275.

Βιβλιογραφικές αναφορές

  • Brueggemann, Walter. Israel’s Praise. Philadelphia: Fortress Press, 1988.,
  • Dawn, J.  Marva. Reaching Out Without Dumping Down: A Theology of Worship for the Turn-of-the-Century Culture. G. Rapids, Michigan: Wm. B. Eerdmans Publishing Company, 1995.,
  • Dawn, J.  Marva. A Royal “Waste” of Time: The Splendor of Worshiping God and Being Church For The World. G. Rapids, Michigan: Wm. B. Eerdmans Publishing Company, 1999.,
  • Hustad, P. Donald. True Worship: Reclaiming the Wonder & Majesty. Wheaton Ill.: Shaw Publishers, Hope Publishing  Company, 1998.,
  • Merrill, H. Eugene. “Remembering: A Central Theme in Biblical Worship,” Journal of the Evangelical Theological Society 43 (March, 2000).,
  • Parrett, Gary. Unpublished Lecture Notes on Worship and Christian Formation. S. Hamilton, MA.: G. C. T. S., 2000.,
  • Piper, John. The Supremacy of God In Preaching. G. Rapids, MI.: Baker Books, 1990.,
  • Piper, John. Let The Nations Be Glad!: The Supremacy of God in Missions. G. Rapids, MI.: Baker Books, 1993.,
  • Torrance, B. James. Worship, Community & The Triune God of Grace. Downers Grove, Ill.: InterVarsity Press, 1997.,
  • Webber, Robert. Planning Blended Worship. Nashville: Abingdon Press, 1998.

Tα νεα άρθρα σε email

Εγγραφείτε στο newsletter μας για να λαμβάνετε τα νέα άρθρα όταν δημοσιεύονται.

Scroll to top