Ερμηνευτικές προσεγγίσεις, εσχατολογικές χαρτογραφήσεις & η αποστολική τομή

Στο εισαγωγικό αυτό άρθρο, θα παρουσιάσω τις δύο κυρίαρχες ερμηνευτικές προσεγγίσεις στον Ευαγγελικό κόσμο μαζί με τις χαρτογραφήσεις τους αναφορικά με τα εσχατολογικά γεγονότα, καθώς και μια σύνοψη της αποστολικής τομής στην Ιουδαϊκή εσχατολογία του πρώτου αιώνα. 

Α. Διαθηκική ερμηνευτική: μεταχιλιασμός, αχιλιασμός &  ιστορικός προχιλιασμός

Η ανάλυσή μου εντάσσεται στην αναμορφωμένη θεολογία που είναι γνωστή ως Διαθηκική ερμηνευτική, την οποία θα διαγράψω πρώτα με δύο πινελιές και στη συνέχεια θα την προσεγγίσω αναλυτικότερα. 

Πρώτη: Ο Θεός είναι ο Βασιλιάς που απαιτεί πιστότητα και θέλει να κάνουμε το θέλημά  Του στον κόσμο, όπως το κάνουν οι ουράνιες δυνάμεις.  Για αυτόν τον λόγο πάντα είναι σε διαθήκη μαζί μας, γεγονός που δείχνει τη σωτήρια χάρη Του (τα οφέλη της διαθήκης) και τον νόμο Του (τις υποχρεώσεις της διαθήκης) για τον λαό του. 

Δεύτερη: Ο άνθρωπος, ακόμη και ο λαός του Ισραήλ, απίστησε στον Βασιλιά του και απέτυχε να κρατήσει τις υποχρεώσεις της διαθήκης, όμως ο Ιησούς πέτυχε να τις εκπληρώσει και να κερδίσει για τους πιστούς Του όλα τα οφέλη της διαθήκης πετυχαίνοντας ταυτόχρονα τον τελικό θρίαμβο της Βασιλείας του Θεού στη γη.  

Ποιες είναι οι εσχατολογικές χαρτογραφήσεις της Διαθηκικής Ερμηνευτικής; Κυρίως ο Αχιλιασμός, αλλά δευτερευόντως και ο Ιστορικός Προχιλιασμός. Για λόγους ιστορικής πληρότητας θα αναφερθούμε πρώτα στον Μεταχιλιασμό.

Ο Μεταχιλιασμός διδάσκει ότι η Δευτέρα Παρουσία θα γίνει μετά τη χιλιετή Bασιλεία. Αυτή είναι η αισιόδοξη άποψη, ότι δηλαδή με τον ευαγγελισμό οι περισσότεροι άνθρωποι θα πιστέψουν, η εκκλησία θα μεταμορφώσει την κοινωνία, θα εξαλείψει το κακό, θα φέρει τη δικαιοσύνη και την αγιότητα του Θεού στον κόσμο μας και, έτσι, θα οδηγηθούμε μέσα στη χιλιετή Βασιλεία του Θεού.  

Κατά την άποψή μου, η διδασκαλία του Ιησού για τη θλίψη, την αύξηση της κακίας και την ψύχρανση της «αγάπης των πολλών» πριν από την έλευσή Του, μου φαίνεται ότι δεν ταιριάζει καθόλου με τη Μεταχιλιαστική αισιοδοξία. 

Ο Αχιλιασμός διδάσκει ότι ήδη είμαστε μέσα στη «χιλιετή» Bασιλεία, όπου ο Χριστός βασιλεύει με την εκκλησία και τη διασπορά του ευαγγελίου και συνεπώς περιμένουμε τον δεύτερο ερχομό τού Χριστού που θα φέρει την τελική κρίση, για να μπούμε στις τελικές καταστάσεις, στον παράδεισο ή την κόλαση. 

Κατά τον Αχιλιασμό και η «Μεγάλη Θλίψη» ήδη συντελείται. Δεν είναι απαραίτητο όλοι μας να περάσουμε από τη «Μεγάλη Θλίψη», αφού σε άλλα μέρη οι πιστοί ήδη την περνούν. Στον εικοστό αιώνα αλλά και τα τελευταία χρόνια, έχουμε περισσότερους πιστούς οι οποίοι μέσα σε διωγμούς χάνουν τη ζωή τους απ’ ό,τι όλοι οι μάρτυρες όλων των προηγούμενων αιώνων μαζί.

Κατά τον Αχιλιασμό, η εκκλησία είναι τώρα ο «Ισραήλ του Θεού» που κληρονομεί όλες τις υποσχέσεις. Η ιδιαίτερη θέση του Ισραήλ, που είναι πνευματικής φύσεως, βρίσκει την εκπλήρωσή της μέσα στην εκκλησία.

Κατά τη γνώμη  μου, για τον Αχιλιασμό ερμηνευτικό πρόβλημα αποτελεί η αναφορά των δυο αναστάσεων, πριν και μετά τη χιλιετία, στο εικοστό κεφάλαιο του βιβλίου της Αποκάλυψης.  Όμως, στο ίδιο κεφάλαιο ο Αχιλιασμός δίνει πειστικότερη απάντηση σχετικά με το τελικό λύσιμο του διαβόλου έως τη  Μεγάλη Θλίψη.

Ο Ιστορικός Προχιλιασμός διδάσκει ότι ο Χριστός στο μέλλον θα βασιλεύσει επάνω στη γη φέρνοντας παγκόσμια αρμονία που δεν θα περιορίζεται μόνο σε ανθρώπους, αλλά θα επεκτείνεται και στη φύση.  Τα χίλια χρόνια οροθετούνται από δύο αναστάσεις: μία ανάσταση στην αρχή της χιλιετίας για τους δίκαιους για να ζήσουν στη χιλιετή Bασιλεία του Χριστού και μία ανάσταση στο τέλος της χιλιετίας για τους απίστους, για να σταθούν στην κρίση. Με τον τρόπο αυτό, η σχολή αυτή ερμηνεύει κυριολεκτικά τη σχετική περικοπή στην Αποκάλυψη κεφ.20, όπου και για τις δύο αναστάσεις εκεί χρησιμοποιείται το ίδιο ρήμα:  «έζησαν»

Κατά τη διδασκαλία αυτή, μετά τη Μεγάλη Θλίψη την οποία θα περάσει η εκκλησία, ο Χριστός θα επιστρέψει προσωπικά και σωματικά για να εγκαινιάσει τη χιλιετή Βασιλεία Του, όπου οι πιστοί θα κυβερνήσουν μαζί  με τον Χριστό.

Κατά τον Ιστορικό Χιλιασμό, στη χιλιετή Bασιλεία δεν έχει καμία ειδική θέση ο εθνικός Ισραήλ, παρ’όλα αυτά αισιοδοξεί ότι ένα μεγάλο μέρος του Ισραήλ θα δεχθεί τον Χριστό κατά τη διάρκεια της Θλίψης ή της χιλιετούς Βασιλείας. 

Κατά τη γνώμη μου,  στο εικοστό κεφάλαιο της Αποκάλυψης το «λύσιμο του διαβόλου» στο τέλος της χιλιετούς Βασιλείας του Χριστού, που θα πλανήσει τα έθνη, αποτελεί μια πρόκληση ερμηνευτική για τον Ιστορικό Προχιλιασμό, ενώ θεωρώ τη σχετική απάντηση του Αχιλιασμού πιο πειστική. 

Β. Οικονομιαστική ερμηνευτική και ο προχιλιασμός της

Ο πρώτος διδάξας της Οικονομιαστικής ερμηνευτικής (Dispensational),  ήταν ο Τζον Νέλσον Ντάρμπυ (John Nelson Darby), που έζησε από το1800 ως το1882, και οργάνωσε το κίνημα των Πλυμούθιων Αδελφών. Αυτή η ερμηνευτική έγινε δημοφιλής μέσα από μια έκδοση της Γραφής με παραπομπές, τη Σκόφιλντ Ρέφερενς Μπάιμπλ (Scofield Reference Bible), ενώ πολλά βιβλικά σχολεία την έκαναν σημαία τους. Έτσι, η επόμενη γενιά πολλών Ευαγγελικών ποιμένων και δασκάλων μελετήσαν τη Βίβλο σε θεολογικές σχολές, όπως το Dallas Theological Seminary, όπου ο Οικονομιασμός ήταν ουσιαστικά η επίσημη θέση. 

Ο οικονομιασμός βρίσκει στον Λόγο του Θεού ενδείξεις μιας σειράς «οικονομιών» που κάθε φορά ο Θεός σχετίστηκε με τον άνθρωπο με διαφορετικό τρόπο:

Πρώτη ήταν η οικονομία της αθωότητας (πριν την πτώση στην αμαρτία)
Δεύτερη η οικονομία της συνείδησης (από την πτώση ως τον κατακλυσμό)
Τρίτη η οικονομία της ανθρώπινης διακυβέρνησης (μέχρι τον Αβραάμ)
Τέταρτη η οικονομία της επαγγελίας (μέχρι τον Μωυσή)
Πέμπτη η οικονομία του νόμου (μέχρι τον Χριστό)
Έκτη η οικονομία της χάρης στην εκκλησία μέχρι την «αρπαγή» της εκκλησίας  στον ουρανό, πριν τη μεγάλη θλίψη
Τέλος,  έβδομη  η οικονομία της Βασιλείας που πρόκειται να έρθει στη Χιλιετή Βασιλεία. 

Οι δάσκαλοι της σχολής αυτής τονίζουν ότι δεν μπορείς να καταλάβεις τη Γραφή σωστά αν δεν ξέρεις σε ποια οικονομία ανήκει η κάθε περικοπή της Γραφής που μελετάς. Διαφορετικά μπορείς να κάνεις το λάθος να προσπαθήσεις να ζήσεις τη ζωή με βάση τις αρχές που δόθηκαν σε άλλη οικονομία.

Ήμουν 20 ετών όταν παρακολούθησα μια ομιλία σε συνέδριο νεολαίας. Είχα την αφέλεια να ρωτήσω: «Μας είπατε αυτό και αυτό, αλλά ο Ιησούς στην επί του Όρους ομιλία λέει αυτό και αυτό…». Η απάντηση που έλαβα ήταν πάνω-κάτω η εξής: «Αυτό που λέει ο Ιησούς εκεί δεν είναι για μας τώρα  –ήταν για τον Ισραήλ τότε–  και θα ισχύσει για μας στη Χιλιετή Βασιλεία. Σίγουρα, όμως, δεν αποτελεί οδηγία για μας σήμερα για το πώς να ζήσουμε τη ζωή μας».  Μου σύστησε, μάλιστα, για να μην μπερδεύομαι στη βιβλική μου μελέτη, ως αρχάριος, να περιοριστώ στη μελέτη των επιστολών του απ. Παύλου! 

 Ήμουν πολύ νέος για να το αναλύσω αυτό, αλλά δεν μπορούσα να το χωνέψω. Σκεπτόμουν ότι αυτό δεν μπορεί να είναι αλήθεια και ότι κάποιο πολύ σοβαρό λάθος πρέπει να υπάρχει στη θέση αυτή. 

Τώρα ξέρω ότι ο Θεός πάντοτε σχετίζεται με τον άνθρωπο με τον ίδιο τρόπο. Η Παλαιά Διαθήκη και η Καινή Διαθήκη δεν είναι διαφορετικού είδους, γιατί η σωτήρια χάρη και η απαίτηση πιστότητας (νόμος) – όπως η ευλογία και η κατάρα ως συνέπειες της πιστότητας ή απιστίας– είναι μέρος όλων των διαθηκών. Βέβαια, υπάρχουν διαφορές ανάμεσα στις διαθήκες, αλλά αυτές οι διαφορές είναι απλώς το στάδιο ανάπτυξής της σωτήριας χάρης. Δηλαδή, αφορούν την εξέλιξη της βιβλικής ιστορίας από τα πρώτα στάδια μέχρι τα τελευταία – αλλά εξακολουθεί να είναι η ίδια πίστη. Συμπεραίνουμε, λοιπόν, μαζί με την Ομολογία Πίστης του Γουέσμινστερ (Westminster), ότι η Παλαιά και η Καινή Διαθήκη «δεν είναι επομένως δύο διαθήκες χάρης, διαφέροντας σε ουσία, αλλά ένα και το αυτό, σε διαφορετικές εποχές» (7:6).

Ο Οικονομιασμός ακόμη θεωρεί τη διάκριση μεταξύ Ισραήλ και εκκλησίας ως το κλειδί της ερμηνείας του παντός, γι’ αυτό οργανώνει ολόκληρη την εσχατολογία του, ολόκληρη τη θεολογία του γύρω από αυτήν τη διάκριση. Κατά την ερμηνευτική αυτή, ο Θεός έκανε μια άνευ όρων διαθήκη με τον Ισραήλ. Με άλλα λόγια, οι επαγγελίες του Θεού στον Ισραήλ δεν εξαρτώνται από την ανταπόκριση του λαού Ισραήλ στις απαιτήσεις του Θεού. Θα παραμείνουν λαός του Θεού και θα λάβουν τελικά τις ευλογίες Του ό, τι και να κάνουν. 

Κατά την ερμηνευτική αυτή προσέγγιση, το αρχικό σχέδιο του Θεού συμπεριλάμβανε μόνο τον Ισραήλ που θα ήταν ο πιστός δούλος του Θεού για τα έθνη. Πώς προέκυψε η εκκλησία; Ο Ισραήλ απέρριψε το Ευαγγέλιο του Ιησού Χριστού, οπότε ο Θεός έκλεισε προσωρινά τις δοσοληψίες Του με τον Ισραήλ. Όλες, όμως, οι ανεκπλήρωτες προφητείες σχετικά με τον Ισραήλ θα εκπληρωθούν στη Χιλιετή Βασιλεία στον ίδιο αυτόν λαό, τον Ισραήλ. 

Κατά τη γνώμη μου, η αντίληψη αυτή δεν μπορεί να συμφιλιωθεί με την κορύφωση της λυτρωτικής ιστορίας που έχει λάβει χώρα με την εισαγωγή της Καινής Διαθήκης εν Χριστώ. Τα έθνη πάντα αποτελούσαν τον στόχο του Θεού και ο Ισραήλ έπρεπε να αποτελέσει το μέσο της ευλογίας για τα έθνη. 

Ο Οικονομιαστικός Προχιλιασμός διδάσκει επίσης ότι η Δευτέρα Έλευση του Χριστού θα λάβει χώρα  σε δύο στάδια. Τα στάδια αυτά της Δευτέρας Έλευσης είναι: η Παρουσία (με την Αρπαγή) και η Αποκάλυψη, ή αλλιώς η μυστική «έλευση για την εκκλησία» και η δημόσια «έλευση με την εκκλησία». Τα δυο αυτά γεγονότα θα χωρίζονται από τη Μεγάλη Θλίψη, η οποία πιστεύεται ότι θα έχει διάρκεια επτά ετών. 

Κατά την άποψή μου, αυτός ο διαχωρισμός δεν ευσταθεί. Τα εδάφια που μιλούν για την Παρουσία (Α΄ Θεσσαλονικείς 4:15-17, στη Β΄ Θεσσαλονικείς 2:8, Ματ. 24:27) αναφέρονται σε ένα δημόσιο και φανερό ερχομό. Επιπλέον, τα εδάφια που χρησιμοποιούν τους όρους «Αποκάλυψις» (Α΄ Κορινθίους 1:7, Β΄ Θεσσαλονικείς 1:6-7)και «Επιφάνεια» (προς Τίτον 2:13, Α΄ Τιμόθεον 6:14 και Β΄ Τιμόθεον 4:8) αφορούν επίσης και τους πιστούς, όχι μόνο τον κόσμο. Δηλαδή, δεν υπάρχει καμία βιβλική διάκριση και η υπόθεση αυτή είναι τελείως αυθαίρετη. Η χρήση ποικίλων, λοιπόν, όρων δεν αποτελεί ένδειξη ότι θα υπάρχουν δυο στάδια στη Δεύτερη Έλευση. Αντίθετα, το γεγονός ότι οι όροι εναλλάσσονται ελεύθερα δείχνει ότι πρόκειται για ένα γεγονός.

Γ. H αποστολική τομή στην ιουδαϊκή εσχατολογία του πρώτου αιώνα

Οι βιβλικοί συγγραφείς της Καινής Διαθήκης μίλησαν μεν για τα έσχατα, όμως όχι με οργανωμένο και αναλυτικό τρόπο, αλλά στο πλαίσιο των αφηγήσεων της ζωής του Ιησού ή των ποιμαντικών τους μεριμνών. Ωστόσο, ξεκάθαρα η εσχατολογία της Καινής Διαθήκης έχει κεντρικό άξονα τη Μεσσιανική Βασιλεία του Θεού. Αυτή άλλωστε περιγράφει και η Διαθηκική ερμηνευτική της Αναμορφωμένης θεολογίας, την οποία στην αρχή του άρθρου περιέγραψα με δυο πινελιές. 

Πρώτη: Ο Θεός είναι ο μεγάλος Βασιλιάς που θέλει το θέλημά Του να γίνεται στη γη, όπως γίνεται στον ουρανό! Η αμαρτία αποτελεί επανάσταση στο Βασίλειο του Θεού που επιφέρει την κρίση Του (κατάρα της παράβασης της διαθήκης) και η υπακοή αποφέρει την ευλογία Του (ευλογία της πιστότητας της διαθήκης). Αυτή είναι η διαθηκική σχέση του Θεού με τον άνθρωπο, η οποία ξεκινά από την αγάπη και τη χάρη Του που, αρχικά, τον δημιουργεί και του παρέχει τα πάντα και, αργότερα, γεμάτος χάρη του παρέχει τα μέσα της λύτρωσης. 

Ο Θεός εξαρχής ήθελε να φέρει τη Βασιλεία Του στη γη. Οι προγραμματικές εντολές του Θεού στον Αδάμ αυτόν τον σκοπό είχαν. Ο άνθρωπος έπρεπε να αποτελέσει τον φορέα της Βασιλείας του Θεού στη γη και να κάνει όλη τη γη Εδέμ. Ναός του Θεού, στον οποίο ο Θεός παρουσιαζόταν, ήταν μόνο ο παράδεισος της Εδέμ, όμως ο άνθρωπος έπρεπε να κάνει όλη τη γη ναό Του, κατάλληλο για την κατοικία του Θεού. Ο άνθρωπος έπρεπε να υπηρετήσει τον Θεό ως ιερέας της Βασιλείας Του και να επεκτείνει τη Βασιλεία του Θεού στη γη. 

Ότι ο Θεός εξαρχής ήθελε να φέρει τη Βασιλεία του Θεού στη γη φαίνεται στο τέλος τού βιβλίου της Αποκάλυψης, που ο Θεός συντρίβει τους επαναστάτες στο Βασίλειό Του. Τι κάνει; Φέρνει τη Βασιλεία Του στη γη και ο ουράνιος ναός Του κατεβαίνει στη γη, ώστε να κατοικεί μαζί με τους ανθρώπους. Οι σκοποί του Θεού δεν άλλαξαν από την αρχή ως το τέλος. 

Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει να κατανοηθεί και το έργο του Ιησού. Εκεί που απέτυχε ο Αδάμ κέρδισε ο νέος Αδάμ, ο Χριστός. Ο Χριστός επέφερε την καθοριστική νίκη της Βασιλείας του Θεού! Ως γενάρχης μιας νέας ανθρωπότητας έζησε σε υποταγή στον μεγάλο Βασιλιά κερδίζοντας τις ευλογίες της διαθήκης για όλο τον λαό Του και πήρε πάνω Του την τιμωρία των παραβάσεών τους στη διαθήκη του Θεού. Η νέα ανθρωπότητα μπορεί τώρα να επιτελέσει τον αρχικό σκοπό της ως ιερείς και βασιλείς του Θεού στη γη. Ο σκοπός τους παραμένει να γίνεται το θέλημα του Θεού στη γη, όπως γίνεται στον ουρανό και, τελικά, η επέκταση της Βασιλείας του Θεού στη γη.

Τα καλά μας νέα είναι το Ευαγγέλιο του ερχομού της Βασιλείας του Θεού, ότι, δηλαδή, η Βασιλεία του Θεού ήρθε ήδη και οι άνθρωποι ήδη μπαίνουν σ’ αυτήν (Ματθαίος 12:28, Λουκάς16:16). Πολλοί απορρίπτουν την ιδέα ότι η Βασιλεία του Θεού έχει ήδη έρθει, στο πρόσωπο και στο έργο του Ιησού,  γιατί την περίμεναν να είναι μια κατακλυσμική πραγματικότητα  η οποία θα αναγνωριζόταν απ’ όλους – μια ξεκάθαρη φυσική ανατροπή ολόκληρης της παγκόσμιας τάξης. Ο Ιησούς όμως δίδαξε ότι η Βασιλεία έχει έρθει κατά έναν διαφορετικό τρόπο (Λουκάς 17: 20-21), έχει φυτευτεί, αλλά ότι η ημέρα του θερισμού δεν θα έρθει μέχρι να επιστρέψει ο Ιησούς στο μέλλον (Ματθαίος 13:31-32). 

Δεύτερη: Ο άνθρωπος, απίστησε στον Βασιλιά του και απέτυχε να κρατήσει τις υποχρεώσεις της διαθήκης. Το ίδιο απίστησε και ο λαός του Ισραήλ. Εξαιτίας της αποτυχίας του Ισραήλ, οι προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης αιώνες μιλούσαν για την τιμωρία του αμαρτωλού έθνους του Ισραήλ με μία μεγάλη περίοδο εξορίας και τυραννίας από τους Εθνικούς. 

Οι προφήτες, επίσης, διακήρυξαν ότι στις «τελευταίες μέρες», ο Θεός θα έθετε ένα τέλος στην εξορία του Ισραήλ και ότι θα ερχόταν μια καινούρια εποχή νίκης και ευλογίας. Αυτό θα το κατόρθωνε ο Θεός μέσω του Μεσσία Του, ο οποίος θα τελείωνε τον παλαιό Αιώνα της αμαρτίας και της κρίσης, θα εγκαθίδρυε τη Βασιλεία του Θεού στη γη, φέρνοντας την τελική κρίση ενάντια στους εχθρούς τού Θεού και την απόλυτη ευλογία στους πιστούς Εβραίους και Εθνικούς στον Νέο αιώνα, μέσα σε μια ανακαινισμένη Δημιουργία. (Ησαΐας 65:17, Ησαΐας 66:22).

Όμως, αυτό δεν έγινε όπως το περίμεναν. Ο Ιησούς Χριστός, πράγματι, πέτυχε να εκπληρώσει όλες τις υποχρεώσεις της διαθήκης και να κερδίσει για τους πιστούς Του όλα τα οφέλη της διαθήκης πετυχαίνοντας ταυτόχρονα τον τελικό θρίαμβο της Βασιλείας του Θεού στη γη.  Στη διδασκαλία Του όμως εξήγησε, όπως και οι απόστολοι εξήγησαν στα γραπτά της Καινής διαθήκης, ότι το τέλος της εξορίας και ο ερχομός της Μεσσιανικής Βασιλείας του Θεού δεν ήρθαν αμέσως με τον ερχομό του Μεσσία. 

Ο Μεσσίας ήρθε, ξεκίνησε ο νέος αιώνας, αλλά ο παλαιός ακόμα δεν έφυγε. Συνεχίζει να υπάρχει. Το σχήμα του ΗΔΗ ΚΑΙ ΟΧΙ ΑΚΟΜΑ αποτελεί τη χριστιανική τομή στην Ιουδαϊκή σκέψη των δύο εποχών. «Όχι,» λένε «οι απόστολοι, ο Μελλοντικός Κόσμος ξεκίνησε με τον Ιησού αλλά ο Παρών ακόμα δεν έφυγε, θα φύγει στον Δεύτερο Ερχομό Του.» 

Έτσι, ζούμε ανάμεσα στις δύο αυτές εποχές. Εκτός από τον παρόντα αιώνα, ήδη από τώρα ζούμε και μέσα στον μέλλοντα αιώνα, αφού ανήκουμε στη Βασιλεία Του. Είμαστε οι πολίτες της Βασιλείας του Θεού στον κόσμο αυτό, για να εργαζόμαστε και να προσευχόμαστε, όπως μας δίδαξε ο Κύριος ημών:

«ἁγιασθήτω τὸ ὄνομά σου,
ἐλθέτω ἡ βασιλεία σου,
γενηθήτω τὸ θέλημά σου,
ὡς ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπὶ τῆς γῆς…»

Tα νεα άρθρα σε email

Εγγραφείτε στο newsletter μας για να λαμβάνετε τα νέα άρθρα όταν δημοσιεύονται.

Scroll to top