Αγόρι ή κορίτσι; Η διαμόρφωση της ταυτότητας φύλου

Ταυτότητα είναι ένας γενικός όρος ο οποίος χρησιμοποιείται για να περιγράψει τα χαρακτηριστικά που μας προσδιορίζουν και μας διαφοροποιούν ή μας ταξινομούν σε ομάδες ή υποομάδες (Βαϊδάκης, 2005).

Ένα άτομο έχει διαφορετικές ταυτότητες στη ζωή του ανάλογα με τους ρόλους που αποκτά. Για παράδειγμα υπάρχει η επαγγελματική ταυτότητα, η θρησκευτική ταυτότητα, η πολιτική ταυτότητα ή η εθνική ταυτότητα. Η ταυτότητα φύλου αποτελεί σημαντικό τμήμα του πυρηνικού εαυτού, γύρω από τον οποίο οργανώνεται η εμπειρία του ατόμου. Η ταυτότητα φύλου αναφέρεται στην υποκειμενική αίσθηση και εμπειρία του  κάθε ατόμου για το φύλο του και σχετίζεται με το σύνολο των πεποιθήσεων που αυτό διαθέτει για την αρρενωπότητα ή θηλυκότητα (Ισακίδου, 2016). Πρόκειται για την προσωπική αίσθηση κάποιου ότι είναι άντρας ή γυναίκα.

Η διαμόρφωση της ταυτότητας του φύλου αποτελεί μια διαδικασία, η οποία εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, όπως βιολογικούς συντελεστές, την ανατομία των γεννητικών οργάνων και από άλλους περιβαλλοντικούς και ψυχοκοινωνικούς παράγοντες που διαμορφώνουν τη στάση και αντιμετώπιση του παιδιού από το περιβάλλον του.
Είναι ευρέως αποδεκτό ότι η πυρηνική ταυτότητα φύλου διαμορφώνεται σταθερά στην ηλικία των τριών χρονών. Από αυτό το χρονικό σημείο, τα παιδιά είναι σε θέση να κάνουν βάσιμες δηλώσεις σχετικά με το φύλο τους  και τείνουν να διαλέγουν δραστηριότητες και παιχνίδια που υποδεικνύουν έμφυλη πόλωση (όπως ότι οι κούκλες είναι για κορίτσια ενώ τα αυτοκίνητα για τα αγόρια) αν και δεν κατανοούν πλήρως τις επιπτώσεις του φύλου τους. Μετά την ηλικία των τριών, είναι εξαιρετικά δύσκολο να αλλάξει η ταυτότητα φύλου και οι προσπάθειες επαναπροσδιορισμού μπορεί να προκαλέσουν δυσφορία φύλου.

 Η σταθεροποίηση της ταυτότητας φύλου επεκτείνεται από το 4ο μέχρι το 6ο έτος της ηλικίας όπου τα παιδιά αντιλαμβάνονται τις διαφορές των δύο φύλων όχι με βάση την εξωτερική εμφάνιση αλλά με βάση τα στερεότυπα που καθορίζουν την προσωπικότητα και την κοινωνική συμπεριφορά (Martin & Ruble 2004). Σύμφωνα με τον Thompson (1975), η διαδικασία διαμόρφωσης φύλου περνά από τρεις φάσεις. Στην πρώτη φάση το παιδί κατανοεί την ύπαρξη των δύο φύλων και μαθαίνει να διακρίνει τους άντρες από τις γυναίκες και τα αγόρια από τα κορίτσια. Στη δεύτερη φάση το παιδί αναγνωρίζει ότι το ίδιο ανήκει σε ένα από αυτά τα δύο φύλα και στην τρίτη φάση κατανοεί ότι το φύλο αποτελεί μια σταθερή, μη μεταβαλλόμενη κατάσταση όπου προσαρμόζει τη συμπεριφορά του στις κοινωνικές προσδοκίες που είναι ανάλογες με το φύλο του.

Σε ορισμένες περιπτώσεις ωστόσο, η αναγνώριση από το παιδί ότι ανήκει σε ένα από τα δύο φύλα δε σημαίνει και ταυτόχρονη αποδοχή του φύλου αυτού. Φαίνεται δηλαδή ότι η μετάβαση από τη δεύτερη στην τρίτη φάση δεν γίνεται ομαλά για όλα τα παιδιά. Στις περιπτώσεις αυτές, το παιδί αισθάνεται δυσφορία φύλου με το γεγονός ότι ανήκει στο ένα ή στο άλλο φύλο και εκφράζει, τόσο λεκτικά όσο και στη συμπεριφορά του, την επιθυμία να ανήκει στο αντίθετο φύλο (Κάκουρος & Μανιαδάκη 2006). Στα παιδιά με αυτή τη διαταραχή, η δυσφορία για το φύλο τους και η επίμονη ταύτιση με το αντίθετο φύλο εκδηλώνονται με ποικίλες μορφές συμπεριφοράς. Μπορεί να έχει έντονη επιθυμία συμμετοχής σε στερεότυπα παιχνίδια και δραστηριότητες του άλλου φύλου και ισχυρή προτίμηση σε συμπαίχτες του άλλου φύλου.

Παραδείγματος χάρη, τα αγόρια μπορεί να αποφεύγουν το βίαιο παιχνίδι και τις στερεότυπες αγορίστικες δραστηριότητες και να ασχολούνται επίμονα με τυπικά κοριτσίστικα παιχνίδια, υιοθετώντας κοριτσίστικους ρόλους.

Παράγοντες και Διεργασίες που συντελούν στη διαμόρφωση του ρόλου του φύλου

Βιολογικοί, ορμονικοί και γενετικοί παράγοντες

Το βιολογικό φύλο επιβάλλεται στον καθένα μας από τη στιγμή που γίνεται η γονιμοποίηση καθώς ένας ορισμένος συνδυασμός μητρικών και πατρικών χρωματοσωμάτων καθορίζει στο έμβρυο τον γενετικό του κώδικα. Όμως ο ρόλος του φύλου, όπως είναι φυσικό να περιμένει κανείς, δεν είναι δοσμένος από την αρχή, αλλά διαμορφώνεται σταδιακά με την πάροδο της ηλικίας. (Zucker, 2000).

Εικόνα Σώματος

Η ανατομία των γεννητικών οργάνων οδηγεί στην καταχώριση του παιδιού κατά τη γέννηση του σε κάποιο φύλο, αντιπροσωπεύοντας ένα είδος σήματος για τους γονείς καθώς και μια πηγή σωματικών συναισθηματικών αισθητηριακών ερεθισμάτων για το βρέφος, που συμβάλλουν στην τελική διαμόρφωση της ταυτότητας φύλου.

Περιβαλλοντικοί και Ψυχοκοινωνικοί Παράγοντες

Το περιβάλλον μέσα στο οποίο κοινωνικοποιούνται τα παιδιά και γίνονται αγόρια ή κορίτσια παίζει ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο. Τα στερεότυπα των φύλων επιβάλλονται στη ζωή των παιδιών προσχολικής ηλικίας από πολλούς δρόμους.

Η θεωρία της κοινωνικής μάθησης (Bandura, 1977) βασίζεται στις έννοιες της ταύτισης και της μάθησης από την παρατήρηση προτύπων, για να ερμηνεύσει την ανάπτυξη στερεότυπων στάσεων και συμπεριφορών στα δύο φύλα. Τα παιδιά μαθαίνουν τις κοινωνικές επιταγές που αφορούν τα δύο φύλα με την ενθάρρυνση, τις αμοιβές και τις παρατηρήσεις. Αυτές οι πληροφορίες υποβάλλονται σε επεξεργασία και ενσωματώνονται με τις γνώσεις για να κατασκευαστεί η έννοια του τι αρμόζει στο κάθε φύλο.  Οι γνώσεις τους για τα κοινωνικά στερεότυπα δεν οδηγούν απαραιτήτως τα παιδιά στην υιοθέτηση μιας στερεότυπης ταυτότητας, ούτε καθοδηγούν αναγκαστικά της επιλογές και τις προτιμήσεις τους.

Η ταύτιση και η μάθηση μέσα από την πρότυπη συμπεριφορά ενηλίκων και παιδιών του ίδιου φύλου, βασίζεται στην κατανόηση από τα παιδιά ότι ο κόσμος είναι χωρισμένος σε δύο φύλα και ότι τα ίδια ανήκουν σε ένα από αυτά. Η παραπάνω κατανόηση είναι αποτέλεσμα της επιβολής κάποιας δομής και της ερμηνείας της εμπειρίας κάθε παιδιού. Εφόσον το φύλο αποκτήσει τέτοια σημασία για το παιδί, δηλαδή να αποτελεί κριτήριο των επιλογών του, το παιδί θα θέσει σε πράξεις τις κοινωνικές προσδοκίες για το φύλο του (Martin & Ruble 2004). 

Η στάση των ενηλίκων στην οικογένεια ή στο ευρύτερο κοινωνικό πλαίσιο επηρεάζει την αντίληψη του ρόλου των φύλων και όλων των άλλων κοινωνικών ρόλων (Κάκουρος & Μανιαδάκη 2006). Αναμφισβήτητα τα παιδιά δεν μαθαίνουν μόνο ότι οι γύρω τους συμπεριφέρονται διαφορετικά, αλλά και τον λόγο που συμπεριφέρονται διαφορετικά, δηλαδή ότι διαφορετική συμπεριφορά συνοδεύεται από το κάθε φύλο και συνοδεύει το κάθε φύλο. 

Οι προτιμήσεις των παιδιών και η συμπεριφορά εξαρτάται από την κοινωνική αξία και ενθάρρυνση που δέχονται από τα πλέον σημαντικά άτομα στο περιβάλλον, δηλαδή από της γονείς τους. Από την αρχή της γέννησης, τα παιδιά ταυτίζονται και μιμούνται τη συμπεριφορά των άλλων, υιοθετούν τη συμπεριφορά και την αναπαράγουν. Οι γονείς είναι ιδιαίτερα σημαντικά πρότυπα όχι γιατί περνούν αρκετό χρόνο με τα παιδιά τους αλλά λόγω της ισχυρής προσκόλλησης των παιδιών στους γονείς Π.χ. το κορίτσι βλέπει τη μητέρα του να σφουγγαρίζει, να σκουπίζει και κάνει το ίδιο. Το αγόρι βλέπει τον πατέρα του να οδηγεί και θέλει να δοκιμάσει. Ακόμη, οι γονείς έχουν διαφορετική συμπεριφορά στα παιδιά ανάλογα με το φύλο τους και διαφορετική αντίδραση σε αγόρι-κορίτσι. Τέλος, οι γονείς έχουν διαφορετικές προσδοκίες ανάλογα με το φύλο, όπως τι επάγγελμα θα ακολουθήσει κάποιο παιδί. Τα παιδιά αφομοιώνουν αυτές τις αντιδράσεις και μαθαίνουν να συμπεριφέρονται σύμφωνα με το φύλο τους.

Τα παιδιά μαθαίνουν τα στερεότυπα των φύλων, παρατηρώντας τους συνομηλίκους τους, οι οποίοι είναι ιδιαίτερα αμείλικτοι στον καθορισμό της σωστής συμπεριφοράς και κανένα παιδί δεν θέλει να υποβληθεί σε γελοιοποίηση. Φαίνεται ότι ήδη από την ηλικία των δυο ετών επιλέγουν παιχνίδια και δραστηριότητες σύμφωνα με τα ισχύοντα στερεότυπα για να μην τα κοροϊδέψουν τα άλλα παιδιά. Όταν το παιδί αρχίζει το σχολείο, εκτός από τις γνώσεις μαθαίνει μέσα στο σχολικό περιβάλλον τους κοινωνικούς κανόνες.

Τον ίδιο ρόλο έχει και το Κυριακό Σχολείο, οι κατασκηνώσεις, οι ώρες συνάθροισης στην εκκλησία, όπου τα παιδιά από πολύ μικρή ηλικία διδάσκονται αξίες, ρόλους και συμπεριφορές σύμφωνα με τον Λόγο του Θεού. Βλέπουμε, λοιπόν, ότι ο τρόπος ανατροφής και η καθοδήγηση στα θέματα του ρόλου του φύλου έχει πρωταρχική σημασία στη διαμόρφωση του φύλου. Το περιβάλλον που συναναστρέφεται ένα παιδί, μετέπειτα ο έφηβος και αργότερα ο ενήλικας διαδραματίζουν ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στις συμπεριφορές που αναπτύσσει ένα άτομο. Στο χριστιανικό περιβάλλον το παιδί ενθαρρύνεται και μαθαίνει να αναπτύσσει συμπεριφορές σύμφωνα με το πρότυπο του Χριστού και να δημιουργεί σχέσεις με βάση τις αρχές και τις αξίες του Ευαγγελίου.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

  • Βαϊδακης, Ν. (2005). Η σεξουαλική συμπεριφορά του ανθρώπου. Εκδόσεις Βήτα.
  • Ισακίδου, Γ. (2016). Η διαμόρφωση της ταυτότητας του φύλου. ΕΓΚΕΦΑΛΟΣ 53, 40-47, 2016
  • Κάκουρος Ε., & Μανιαδάκη Κ. (2006). Ψυχοπαθολογία παιδιών και εφήβων. Εκδόσεις ΤΥΠΟΘΗΤΩ
  • Bandura, Α (1977). Social Learning Theory. General Learning Corporation. Retrieved 25 December 2013.
  • Martin, C. & Ruble, D. (2004). Children’s Search for Gender Cues Cognitive Perspectives on Gender Development.
  • Current Directions in Psychological Science 13 (2): 67–70
  • Thompson, S.K. (1975). Gender labels and early sex role development. Child Development, 46, (2), 339-347.
  • Zucker, K.J. & Bradley, S.J. (2000). Gender Identity disorder and psychosexual problems in children and adolescents. New York: Guilford Press.

Tα νεα άρθρα σε email

Εγγραφείτε στο newsletter μας για να λαμβάνετε τα νέα άρθρα όταν δημοσιεύονται.

Scroll to top