Οι πρώτοι μαθητές

man holding book on road during daytime

Μέσα από το πρώτο κεφάλαιο του Ευαγγελίου του Ιωάννη, και συγκεκριμένα τα εδάφια 1:35-42, θα σταχυολογήσουμε χαρακτηριστικά μαθητείας, της διαδικασίας δηλαδή, που έχει σκοπό με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος να συντελέσει ένα υπέροχο θαύμα: να κάνει κάποιον περισσότερο σαν τον Χριστό. Κρατήσαμε για το άρθρο αυτό τον τίτλο που η μετάφραση της Ελληνικής Βιβλικής Εταιρίας δίνει στην περικοπή αυτή: «Οι πρώτοι μαθητές». Τα εδάφια αυτά (Ιω. 1:35-42) αφηγούνται μια φαινομενικά συνηθισμένη, καθημερινή για την εποχή ιστορία. Συναντάμε ανθρώπους να στέκονται, να κοιτούν, να μιλούν, να ακούν, να ακολουθούν, να μένουν, να βρίσκουν… Τίποτα εξαιρετικό, θα μπορούσε κανείς να πει. Τίποτα συναρπαστικό. Κι όμως, μέσα σ’ αυτήν την πεζή ιστορία υπάρχουν πολλά ουσιαστικά μαθήματα που φωτίζουν πτυχές της χριστιανικής μαθητείας.

Ο μαθητής ανταποκρίνεται στο παρόν

Στο εδάφιο 35 διαβάζουμε ότι όσα καταγράφονται εδώ συνέβησαν «την άλλη ημέρα» (τῇ ἐπαύριον). Οι ίδιες λέξεις («την άλλη μέρα»), απαντούν επίσης στα εδάφια 29 και 43. Ο Ιωάννης χωρίζει το υλικό του με αυτόν τον τρόπο, για να προσδιορίσει τον χρόνο των γεγονότων, αλλά υπάρχει και κάτι περισσότερο στο νόημα αυτής της φράσης. Στο 1:29 ο Ιησούς έρχεται (ἐρχόμενον) προς τον Ιωάννη τον Βαπτιστή και στο 1:36 ο Ιησούς προσπερνάει (περιπατοῦντι). Και στις δύο περιπτώσεις ο Ιωάννης διακηρύττει ότι «αυτός είναι ο Αμνός του Θεού». Με άλλα λόγια, καταλαβαίνουμε ότι ο Ιησούς είναι «ο ερχόμενος»! Στο 1:43 δε γίνεται κάποια διακήρυξη, αντίθετα ο Ιησούς φεύγει (ἐξελθεῖν) για τη Γαλιλαία. Θεωρούμε σημαντική λεπτομέρεια, λοιπόν, ότι τα γεγονότα που καταγράφονται στην περικοπή μας (1:35-42), στα οποία θα αναφερθούμε παρακάτω, συμβαίνουν όλα στο πλαίσιο μίας ημέρας. Το χρονικό πλαίσιο της αφήγησης μας μεταδίδει το στοιχείο του κατεπείγοντος: καλούμαστε να ακούσουμε τη φωνή που μιλά για τον Χριστό σήμερα. Επιπλέον, αυτό το στοιχείο είναι μια υπενθύμιση ότι η πνευματική ώρα, η μόνη ώρα διαθέσιμη σ’ εμάς, είναι πάντοτε και μόνο το παρόν.

Είναι πολύ εύκολο για όλους μας να ζούμε απόντες από το παρόν, κατοικώντας με τις σκέψεις και τις επιθυμίες μας κάπου στο παρελθόν ή στο μέλλον. Πολύ εύκολα μπερδευόμαστε με ενοχές του παρελθόντος ή φόβους του μέλλοντος, χάνοντας την ευλογία του σήμερα που προσφέρει η πρόνοια του Θεού. Καλούμαστε μάλλον να κρατάμε τα πνευματικά μάτια μας ανοιχτά σε όσα πραγματοποιεί ο Θεός στη ζωή μας εδώ και τώρα. Το παρόν είναι ο χρόνος της μαθητείας. Μάλιστα, καλούμαστε να ευχαριστούμε τον Θεό για το σήμερα, επειδή η κάθε ημέρα είναι ευλογημένη από Εκείνον, ετοιμασμένη από Εκείνον, ώστε να περπατήσουμε σε καλά έργα που βρίσκονται ήδη στον δρόμο μας. Δεν ξεχνάμε επίσης ότι η κάθε ημέρα είναι μια μέρα πιο κοντά στην παρουσία Του, όταν θα Τον δούμε πρόσωπο προς πρόσωπο. Γι’ αυτόν τον λόγο, ας μάθουμε να είμαστε παρόντες στο παρόν. Ας μη χάνουμε την ευλογία του σήμερα.

Ο μαθητής δεν έχει ανάγκη ακολούθους

Στο ξεκίνημα της ημέρας, λοιπόν, στο 1:35 διαβάζουμε ότι ο Ιωάννης ο Βαπτιστής στέκεται με δυο από τους μαθητές του. Είναι δικοί του μαθητές, παρ’ όλα αυτά τους κατευθύνει σε κάποιον άλλο δάσκαλο, τον Χριστό. Εκείνοι με τη σειρά τους αντιδρούν, όπως θα έκανε ένας καλός μαθητής. Ακούν το μήνυμα του Ιωάννη, ανταποκρίνονται και ακολουθούν τον Χριστό, δηλαδή παύουν να είναι μαθητές του Ιωάννη. Ο τρόπος υπηρεσίας του Ιωάννη του Βαπτιστή προβάλλεται ως ένα παράδειγμα για εμάς.

Οποιαδήποτε υπηρεσία κι αν προσφέρουμε στο έργο του Κυρίου, είτε περιλαμβάνει διδασκαλία είτε όχι, μπορεί να γίνει στο πρότυπο της υπηρεσίας του Ιωάννη. Ο μαθητής του Χριστού δεν αναζητά δικούς του ακολούθους. Είναι φυσικό κι εύκολο, όταν βρεθούμε σε θέση εξουσίας ή ευθύνης, να έχουμε δικούς μας ακολούθους ή να καθοδηγούμε ανθρώπους που εξαρτώνται από εμάς, τη στιγμή που τους υπηρετούμε (κι όλοι μας καλούμαστε να υπηρετήσουμε άλλους). Αλλά το χαρακτηριστικό γνώρισμα ενός καλού μαθητή που υπηρετεί ως δάσκαλος (π.χ. ο Ιωάννης) ή κάνει κάποια άλλη υπηρεσία, είναι ότι δείχνει στον Χριστό σε ό,τι και με ό,τι κάνει. Κι αυτό είναι σημάδι ενός ευσυνείδητου κι ευσεβούς παιδιού του Θεού. Πόσο διαφορετικό θα ήταν το περιβάλλον σου, πόσο διαφορετική θα ήταν η εκκλησία, αν ήμασταν όλοι άνθρωποι που δεν έχουμε ανάγκη από ακολούθους!

Ο μαθητής αναζητά να μείνει με τον Χριστό

Στο 1:38 οι δυο μαθητές φαίνεται να πλησιάζουν τον Ιησού, αναγνωρίζοντάς τον ως Ραββί. Ο Ιησούς το αντιλαμβάνεται και γυρνώντας προς το μέρος τους, βλέποντάς τους να ακολουθούν, τους ρωτάει: «Τι θέλετε;». Κι αυτό είναι ένα καλό ερώτημα για κάθε μαθητή.

Όλοι μας καλούμαστε να απαντήσουμε ειλικρινά σ’ αυτήν την ερώτηση: Τι θέλεις από τον Χριστό; Τι ζητάς από Εκείνον; Και η ερώτηση αυτή οπωσδήποτε αποκαλύπτει κάτι για τον χαρακτήρα του Κυρίου μας: είναι ο Θεός που μας μιλά, επικοινωνεί μαζί μας, ήρθε και μας βρήκε στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού, για να μας υπηρετήσει και όχι για να υπηρετηθεί. Τι είδους Θεός απευθύνει στη δημιουργία του το ερώτημα «τι θέλεις;» Κι αυτή η ερώτηση παραμένει ίδια καθημερινά. Και η απάντηση του χθες ίσως δεν είναι αρκετή για το σήμερα.

Καλούμαστε, λοιπόν, να ρωτήσουμε: Τι θέλω πραγματικά; Ποιος είναι ο χειρότερος εφιάλτης μου; Πού ταξιδεύει ο νους μου, όταν αφαιρούμαι; Και η απάντησή μας στην ερώτηση του Ιησού θα πρέπει να είναι ευθεία και ειλικρινής. Χρειαζόμαστε σοφία και χειρουργική ακρίβεια, και τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος, ώστε να μεταφράσουμε και να διοχετεύσουμε την απάντηση που θα δώσουμε σήμερα στο πρόσωπο του Χριστού: «Εσένα θέλω, Ιησού Χριστέ». Γιατί βαθιά μέσα μας γνωρίζουμε, ακόμα κι όταν η καρδιά μας διστάζει να το αναγνωρίσει (συχνότερα απ’  ό,τι παραδεχόμαστε), ότι Εκείνος είναι η απάντηση, Εκείνος είναι ο Αμνός του Θεού! Ο Χριστός δεν έχει απλά στην κατοχή αυτό που έχουμε ανάγκη, ο Ίδιος είναι αυτό που έχουμε ανάγκη!

Οι μαθητές, λοιπόν, απαντούν με ειλικρίνεια και ακρίβεια (1:38): «Πού μένεις;». Με άλλα λόγια, λένε στον Ιησού: «Θέλουμε να είμαστε μαθητές σου». Γιατί αναζητούν οι μαθητές να «μείνουν» με τον Ιησού; Η μαθητεία δε συντελείται σε μια αίθουσα διδασκαλίας, όπου κάποιος διδάσκει και οι υπόλοιποι κρατούν σημειώσεις, αλλά απαιτεί μοίρασμα ζωής, κοινωνία και κοινότητα. Η απάντηση του Ιησού επιβεβαιώνει αυτήν την αλήθεια: «Ελάτε και θα δείτε» (1:39). Η σειρά των λέξεων στην πρόσκληση του Χριστού είναι αξιοπρόσεκτη. Πρώτα έρχονται κοντά Του κι έπειτα βλέπουν. Πολλοί άνθρωποι αναζητούν πρώτα να εξετάσουν τις αποδείξεις για τον Ιησού Χριστό (να δουν) κι έπειτα αποφασίζουν αν θα έρθουν σ’ Αυτόν. Αλλά η προσωπική πρόσκληση που απευθύνει ο Ιησούς Χριστός ζητά κάτι άλλο: Τον εμπιστευόμαστε πρώτα κι έπειτα ανακαλύπτουμε ότι είναι αξιόπιστος. Κι αυτή είναι η σειρά της μαθητείας.

Καλούμαστε, λοιπόν, να ρωτήσουμε: Η ζωή της εκκλησίας μας ταιριάζει με το μοτίβο αυτής της πρόσκλησης; Έχουμε καλλιεργήσει ή ποθούμε να δημιουργήσουμε μια ατμόσφαιρα ευαγγελική που καλωσορίζει ανθρώπους, διευκολύνοντάς τους να έρθουν, ώστε να δουν; Ή καταπιανόμαστε με το στήσιμο μιας ελκυστικής παράστασης, «πραγματοποιώντας θαύματα» μπροστά στους ανθρώπους, προσπαθώντας να ερεθίσουμε τα μάτια τους, μήπως και τελικά αποφασίσουν να έρθουν; Μήπως τελικά ο ευαγγελικός μας λόγος δεν πείθει, επειδή δεν εκφέρεται σε αντίστοιχο ευαγγελικό περιβάλλον και ατμόσφαιρα; Η πρόσκληση που απευθύνει ο Χριστός μπορεί να μας επαναφέρει σήμερα στον δρόμο της μαθητείας, όπως την έχει οραματιστεί Εκείνος.

Ο μαθητής μιμείται τον τρόπο του Χριστού

Οι πρώτοι μαθητές, λοιπόν, ήρθαν και είδαν πού έμενε ο Χριστός και έμειναν μαζί Του εκείνη την ημέρα (1:39). Ο απόστολος Ιωάννης μάς λέει, μάλιστα, ότι ήταν περίπου τέσσερις το απόγευμα. Πώς θα ήταν άραγε να μείνει κάποιος με τον Χριστό; Μπορούμε να φανταστούμε πώς θα ήταν να ξοδέψει κάποιος μια μέρα με τον Χριστό; Ποια θα ήταν άραγε η συμπεριφορά του Ιησού ιδιωτικά; Θα έβγαζε κάποιο κέρασμα; Τι είδους μουσικής θα έβαζε να παίξει; Τι βιβλία θα είχε στα ράφια Του; Ποια θα ήταν τα υπάρχοντά Του; Ό,τι και να φανταστούμε, σίγουρα για τους μαθητές εκείνους η εμπειρία ήταν συγκλονιστική, γι’ αυτό και οι μαθητές το θυμούνταν για το υπόλοιπο της ζωής τους, γι’ αυτό μάλλον θυμούνταν ακόμα και την ώρα: ήταν τέσσερις το απόγευμα.

Συνήθως θυμόμαστε μικρές λεπτομέρειες, όταν οι στιγμές είναι εκπληκτικές ή ευχάριστες. Θυμόμαστε μικρές λεπτομέρειες από περιστάσεις που είναι ιδιαίτερες: «ο ήλιος έδυε» ή «ένα σπουργίτι πέταξε μπροστά μας», όταν εκείνο ή το άλλο συνέβη. Ο Ιησούς προφανώς άφηνε έναν τέτοιον αντίκτυπο στους μαθητές Του. Οπωσδήποτε, ως μαθητές είναι εξαιρετικά δύσκολο να Του μοιάσουμε σ’ αυτό, αλλά η παρουσία Του και η δύναμή Του στη ζωή μας μπορεί σε έναν βαθμό να το πραγματώσει. Όσο περισσότερο χρόνο επενδύουμε με τον Χριστό στο σήμερα, όσο περισσότερο τρεφόμαστε και υπηρετούμαστε από Εκείνον, τόσο περισσότερο θα μπορέσουμε να κινηθούμε προς την ίδια κατεύθυνση: να γίνουμε άνθρωποι φιλοξενίας, όχι μόνο με τα σπίτια μας, αλλά και με τον χρόνο μας, τον χώρο μας, τη ζωή μας. Η φιλοξενία του Χριστού ας αποτυπωθεί μέσα μας με τέτοιο τρόπο, που να επεκταθεί και σε άλλους.

Αυτήν την εμπειρία τη συναντάμε στα εδάφια 1:40-42, καθώς το απόγευμα που χαράκτηκε στη μνήμη των μαθητών ακολουθείται από μια αλυσιδωτή αντίδραση. Το κείμενο μας λέει ότι ο ένας από τους δύο μαθητές ήταν ο Ανδρέας, ο αδελφός του Σίμωνος Πέτρου, ενώ ο άλλος μαθητής παραμένει ανώνυμος. Κάποιοι σχολιαστές πολύ σωστά προτείνουν ότι ο δεύτερος μαθητής μάλλον ήταν ο ίδιος ο Ιωάννης, επειδή φαίνεται να εξιστορεί τα γεγονότα με ζωντάνια, ως αυτόπτης μάρτυρας. Η ημέρα που αφηγείται φαίνεται να ήταν μια ημέρα που ποτέ δεν ξέχασε! Στο 1:41, λοιπόν, ο Ανδρέας γεμάτος ενθουσιασμό πηγαίνει πρώτα (πρῶτον) να βρει τον αδελφό του. Φαίνεται να είναι πρόθυμος να πάει, βάζοντάς το προτεραιότητα κι αναλαμβάνοντας την πρωτοβουλία. Όταν βρίσκει τον Πέτρο, δεν εξιστορεί κάποια υποκειμενική εμπειρία, αλλά λέει κάτι αντικειμενικό για τον Ιησού: «Βρήκαμε τον Μεσσία».

Μοιραζόμαστε τον ίδιο, φυσικό, αντιδρώντα ενθουσιασμό; Πόσο μεγάλη προτεραιότητα είναι για εμάς να μιλήσουμε για τον Ιησού στους κοντινούς μας ανθρώπους; Αν αυτό δε μας ενθουσιάζει, μήπως είναι επειδή δεν τρεφόμαστε από Αυτόν καθημερινά; Θα τολμήσω να πω ότι υπάρχουν φορές που ίσως κρύβουμε την ευαγγελιστική μας οκνηρία πίσω από τον διακονικό ή ακόμα και τον επαγγελματικό μας ρόλο στην τοπική εκκλησία. Υπάρχει κάποια αλλαγή που μπορούμε να κάνουμε για να επαναφέρουμε στη ζωής μας αυτόν τον ενθουσιασμό και να προκαλούμε με αυτόν τον τρόπο αλυσιδωτές αντιδράσεις;

Ο μαθητής αποκτά μια καινούρια ταυτότητα

Τέλος, στο 1:42 ο Σίμωνας έρχεται κοντά στον Ιησού και ο Κύριος κάνει τρία πράγματα: (α) τον κοιτάζει καλά, (β) επιβεβαιώνει κάτι σχετικά με αυτόν, και (γ) του υπόσχεται κάτι καινούριο. Η ματιά του Χριστού θα πρέπει να ήταν διερευνητική και να είδε τα βάθη του Σίμωνα. Πιστεύω ότι ήταν ένα βλέμμα γεμάτο πρόκληση, διεισδυτικότητα, πιθανόν και έλεγχο προς τον Σίμωνα για κάτι αμαρτωλό. Αλλά τα λόγια του Ιησού προς τον Σίμωνα είναι επιβεβαιωτικά: «Είσαι ο Σίμων, γιος του Ιωνά». Ο Ιησούς βλέπει κι επιβεβαιώνει τον Σίμωνα γι’ αυτό που είναι εκείνη τη στιγμή, τη δεδομένη θέση που έχει μέσα στον κόσμο και την προσωπικότητά του. Ο Σίμωνας δεν είναι κάποιο ατύχημα, αλλά ένα ξεχωριστό δημιούργημα του Θεού, πλασμένος με αγάπη. Ακολουθεί όμως και μία υπόσχεση για αλλαγή. Ο Ιησούς τού αλλάζει το όνομα, από Σίμωνα σε Κηφά ή Πέτρο (δηλαδή πέτρα). Ο Ιησούς υπόσχεται να αλλάξει τη φύση του Πέτρου, δηλαδή του υπόσχεται να τον κάνει σαν τον βράχο, γερό. Βέβαια, γνωρίζουμε ότι αυτή η μεταμόρφωση χρειάζεται τη δική της διαδικασία. Βλέπουμε τον Πέτρο να ξαναέρχεται στον Χριστό για να φάει μαζί Του στο τέλος του Ευαγγελίου του Ιωάννη (21:12, δεῦτε ἀριστήσατε), ώστε να θυμηθεί πάλι αυτήν την αλήθεια.

Δε φαίνεται να είναι τέλειος ούτε μέσα στα Ευαγγέλια ούτε στις Πράξεις των Αποστόλων. Είναι γεμάτος μεγάλα λόγια, κόβει αυτιά, αρνείται τον Κύριο, συγκρίνει τον εαυτό του με άλλους μαθητές, ακόμα κι εκεί στη λίμνη της Τιβεριάδας, δε συντρώγει με συγκεκριμένους ανθρώπους αργότερα στο βιβλίο των Πράξεων. Δε διαφέρει καθόλου από έναν καθημερινό χριστιανό. Κι όμως, ο Κύριος υπόσχεται να τον μεταμορφώσει και το έκανε. Και τον χρησιμοποίησε θαυμαστά με τα ειδικά του χαρίσματα. Του έδωσε, όπως έχει δώσει στον καθένα από εμάς, μια καινούρια ταυτότητα: παιδί του Θεού.

Συνοψίζοντας, ας θυμόμαστε ότι ο κρίσιμος χρόνος στη ζωή της μαθητείας είναι πάντα το σήμερα. Ανεξάρτητα από το είδος της υπηρεσίας που προσφέρουμε ως μαθητές, καλούμαστε καθημερινά να θυμόμαστε ότι ο μόνος δάσκαλος είναι ο Ίδιος ο Κύριος Ιησούς Χριστός. Η ερώτησή Του σ’ εμάς για το «τι ζητάμε από Εκείνον» είναι συνεχής κι εμείς καλούμαστε να ευθυγραμμίζουμε την απάντησή μας με μετάνοια και πίστη στο δικό Του το πρόσωπο. Επίσης, η κλήση Του είναι μια κλήση προσωπική και σε ζωντανή σχέση μαζί Του, που αντικατοπτρίζεται στις μεταξύ μας σχέσεις και στη λατρευτική μας ζωή.

Καλούμαστε να είμαστε όπως ο Χριστός με το δικό μας σπίτι, ενθουσιασμένοι με το πρόσωπο του Κυρίου μας, συμμετέχοντας στην αλυσιδωτή αντίδραση του Ευαγγελίου, συνεχώς μεταμορφούμενοι, μοιάζοντας περισσότερο με τον Κύριό μας, ζώντας τη μόνη ταυτότητα που έχει σημασία και μένει αιώνια: παιδιά του Θεού! Αυτό καθορίζει το πλαίσιο της μαθητείας, προσωπικά με τον Θεό και διαπροσωπικά με τα αδέλφια μας, συμμαθητές και πιθανούς συμμαθητές, και επιτυγχάνεται μόνο με τη χάρη του Χριστού και τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος.

Tα νεα άρθρα σε email

Εγγραφείτε στο newsletter μας για να λαμβάνετε τα νέα άρθρα όταν δημοσιεύονται.

Scroll to top