Πιστεύουμε ότι είναι καθήκον μας ως μαθητές και υπηρέτες του Χριστού να συντελούμε στην επέκταση της Βασιλείας Του1, να ευεργετούμε κάθε άνθρωπο2, να διατηρούμε την από κοινού και την κατ’ οίκον λατρεία του Θεού3, να αγιάζουμε την ημέρα του Κυρίου4, να διατηρούμε το αδιάλυτο του γάμου και την ιερότητα της οικογένειας5, να υποστηρίζουμε τη δίκαιη εξουσία της Πολιτείας6, και έτσι να ζούμε με τιμιότητα, καθαρότητα και αγάπη, ώστε η ζωή μας να είναι μια ζωντανή μαρτυρία για τον Χριστό.
Πρόθυμα δεχόμαστε τον λόγο του Χριστού, ο Οποίος παραγγέλλει στον λαό Του να πορευθεί και να μαθητεύσει όλα τα έθνη7, διακηρύττοντας σ’ αυτά ότι ο Θεός είναι “εν τω Χριστώ διαλλάσσων τον κόσμον προς Εαυτόν8”, και ότι θέλει όλοι να σωθούν και να έλθουν σε επίγνωση της αλήθειας9.
Πιστεύουμε ότι με τη δύναμη και τη χάρη Του όλοι οι εχθροί Του θα νικηθούν, και ότι οι βασιλείες αυτού του κόσμου θα γίνουν η Βασιλεία του Θεού μας και του Χριστού Του.
Εξήγηση
Το άρθρο 27 μάς μιλάει για τη συμμετοχή μας στην επέκταση της Βασιλείας του Θεού και για την προσδοκία της τελικής της νίκης πάνω στο καθεστώς της αμαρτίας.
Ξεκινά με την εξής δήλωση: «Πιστεύουμε ότι είναι καθήκον μας ως μαθητές και υπηρέτες του Χριστού να συντελούμε στην επέκταση της Βασιλείας Του.»
Στις μέρες μας, η φράση «επέκταση της Βασιλείας» φέρνει μαζί της ένα πολύπλοκο ιστορικό, κι αυτό γιατί στη σύγχρονη δυτική ιστορία, οι βασιλείες με τάσεις επεκτατικότητας δεν έχουν φέρει καλά αποτελέσματα στην ανθρωπότητα.
Έτσι, καλό είναι να εξηγήσουμε πρώτα απ’ όλα τι δεν εννοούμε, όταν μιλάμε για τη δική μας συμμετοχή στην επέκταση της Βασιλείας του Θεού.
Δε μιλάμε για ένα κάλεσμα να χτίσουμε εμείς μια αυτοκρατορία εκ μέρους του Θεού, σαν να το έχει αναθέσει στον στρατό Του, όπως γίνεται σε όλες τις βασιλείες του κόσμου. Η Βασιλεία του Θεού δεν επεκτείνεται με γήινα μέσα και ανθρώπινη δύναμη ή πανουργία. Όπως ένας σπόρος που μεγαλώνει σιγά-σιγά, μέχρι να γίνει ένα δέντρο, ή όπως η μαγιά που εξαπλώνεται σε όλη τη ζύμη και τη φουσκώνει, η επέκταση της Βασιλείας του Θεού ξεκινάει από μέσα, από το πνεύμα, και αυξάνεται με έναν αόρατο τρόπο. Απ’ έξω φαίνεται ότι υπάρχει κάτι που φέρνει αύξηση, αφού μεγαλώνει, αλλά δεν μπορούμε να το εξηγήσουμε με όρους ανθρώπινους.
Και ακριβώς επειδή η αύξηση δεν προέρχεται από μας, αλλά εμείς απλώς συμμετέχουμε σ’ αυτήν, ο δικός μας ρόλος δεν είναι να είμαστε κατακτητές ή εισβολείς, αλλά εργαλεία στα χέρια του Θεού, οι δικοί Του αντιπρόσωποι στη γη. Ως εργαλεία, γινόμαστε το στόμα, τα χέρια και τα πόδια του Θεού, που βγαίνουν, για να κηρύξουν σε όλη τη γη και να αγγίξουν πληγές. Και ως αντιπρόσωποι το κάνουμε αυτό με τον τρόπο και την καρδιά του Θεού, απορρίπτοντας τις ύπουλες ή πιεστικές μεθόδους και ακουμπώντας μόνο στη δύναμη του Αγίου Πνεύματος.
Αυτό φαίνεται ξεκάθαρα από το πώς εξελίσσεται η συνέχεια του άρθρου:
«…να ευεργετούμε κάθε άνθρωπο, να διατηρούμε την από κοινού και την κατ’ οίκον λατρεία του Θεού, να αγιάζουμε την ημέρα του Κυρίου, να διατηρούμε το αδιάλυτο του γάμου και την ιερότητα της οικογένειας, να υποστηρίζουμε τη δίκαιη εξουσία της Πολιτείας, και έτσι να ζούμε με τιμιότητα, καθαρότητα και αγάπη, ώστε η ζωή μας να είναι μια ζωντανή μαρτυρία για τον Χριστό.»
Σκεφτείτε πόσο μακριά από την ιδέα της αυτοκρατορίας είναι το να αγαπάμε τους εχθρούς μας και να ευεργετούμε τους πάντες, το να εστιάζουμε στις συνάξεις μας και να προσδοκούμε τη μεταμόρφωση της κοινωνίας από εκεί, από τη δύναμη της Ανάστασης, και όχι της πολιτικής, το να ζούμε με πιστότητα ο ένας απέναντι στον άλλο στον γάμο αλλά και αλλού, το να στηρίζουμε την Πολιτεία στον βαθμό που προάγει τη δικαιοσύνη, και γενικά το να ζούμε ως πάροικοι σε μια ξένη γη που δε μας ανήκει, δίνοντας μαρτυρία στον χαρακτήρα της Βασιλείας του Θεού μέσα από την κοινότητα, και όχι την επιβολή.
Ποιο είναι, λοιπόν, το βασικό μας όπλο στην επέκταση της Βασιλείας του Θεού, εάν δεν είναι η επιβολή ή η χειραγώγηση; Είναι ο Λόγος του Θεού, και ειδικά καθώς αυτός διακηρύττεται. Η Βασιλεία του Θεού γεμίζει τον κόσμο όλο και περισσότερο, καθώς άνθρωποι ακούνε το Ευαγγέλιο, γίνονται μαθητές του Χριστού και εκδηλώνουν τον καρπό της αναστημένης ζωής στην καθημερινότητά τους.
Και παρόλο που δεν καλούμαστε όλοι να γίνουμε ιεροκήρυκες, όλοι καλούμαστε να συμμετέχουμε στο έργο της μαθητείας και της εξάπλωσης του μηνύματος του Ευαγγελίου. Η μαθητεία, δηλαδή, δεν περιορίζεται στο κήρυγμα και τη διδασκαλία που γίνεται στις συνάξεις της εκκλησίας. Λαμβάνει χώρα, επίσης, μέσα στην καθημερινότητα, καθώς μαζευόμαστε για παρέα και φαγητό, καθώς δουλεύουμε, καθώς αντιμετωπίζουμε μαζί προβλήματα στα προσωπικά και τα κοινά. Πρόκειται για ένα κάλεσμα που περικλείει όλη την κοινότητα και όλη μας τη ζωή. Κι όχι μόνο όλη μας τη ζωή, αλλά και όλο τον κόσμο επίσης. Προς το τέλος, το άρθρο τονίζει ότι ο Λόγος του Θεού δεν επιθυμεί να μείνει σε ένα σημείο, αλλά θέλει να βγει σε όλα τα έθνη, επειδή δεν υπάρχει κανείς που να μη θέλει ο Θεός να έρθει κοντά του. Ο ιεραποστολισμός είναι τόσο ζωτικός για αυτό το κάλεσμα, όσο η μαθητεία. Η Βασιλεία του Θεού είναι για όλους, χωρίς καμία διάκριση, και γι’ αυτό επεκτείνεται, για να φτάσει σε όλους.
Τέλος, όταν μιλάμε για την επέκταση της Βασιλείας του Θεού, δε μιλάμε για μια ατέρμονη πάλη, όπου δε βλέπουμε το «πότε» ή το «εάν» έχει ένα τέλος –εάν όλο αυτό βασιζόταν πάνω μας, ίσως να μιλούσαμε για κάτι τέτοιο. Επειδή όμως η Βασιλεία αυτή προχωράει με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος, μπορούμε να προσδοκούμε τη μέρα που θα αποκαλυφθεί σε όλη της τη δόξα. Και πράγματι, την προσδοκούμε με χαρά, επειδή θα σημαίνει το τέλος του καθεστώτος της αδικίας στην οποία ζούμε τώρα.
Κι αυτό μας δίνει το θάρρος κάθε μέρα να συνεχίζουμε, γνωρίζοντας ότι, σε αντίθεση με την τωρινή βασιλεία, που φθείρεται και χάνεται καθημερινά μπροστά στα μάτια μας, εμείς υπηρετούμε μια Βασιλεία δικαιοσύνης που είναι αιώνια και δε θα παρέλθει ποτέ.
Βιβλιογραφικές αναφορές
- Ματθ.24:14, 28:19-20
- Ματθ. 5:44, Λουκάς 6:31-36
- Ψαλμός 26:12 Πράξεις 2:42, Εβραίους 10:25
- Έξοδος 20:8-10 α, Δευτερ.5:12
- Γέν.2:24, Ματθ. 19:5-9, Μάρκος 10:6-9, Εφεσίους 5:33
- Ρωμαίους 13:1-7, Α΄Τιμ.2:1-2
- Ματθ. 28:19, Μάρκος 16:15
- Ρωμαίους 3:24-26, B΄Κορ. 5:18-19
- Ιωάν. 3:16, Α΄Τιμ. 2:4, Β΄Πέτρ. 3:9