O Θεός πολεμιστής

black and white abstract illustration

Μία μεταφορά που συχνά συναντούμε στην Αγία Γραφή, παρουσιάζει τον Θεό ως πολεμιστή. Υπάρχουν πολλοί που έχουν την εντύπωση ότι η παράσταση αυτή αφορά την Παλαιά Διαθήκη, εκεί όπου, κατά τη γνώμη τους, ο Θεός παρουσιάζεται αιμοχαρής, οργισμένος και εκδικητικός. Θεωρούν ότι περνώντας στην Καινή Διαθήκη, ο Θεός “εξευγενίζεται” και ειρηνεύει. Το στερεότυπο που θέλει τον Θεό της Παλαιάς Διαθήκης να είναι Θεός κρίσης ενώ της Καινής Διαθήκης Θεός αγάπης, είναι ευρέως διαδεδομένο. Είναι όμως πέρα για πέρα λάθος. Μία από τις πρώτες αιρέσεις που η Εκκλησία καταδίκασε ήταν η διδασκαλία του Μαρκίωνα,  που πάνω κάτω υποστήριζε την ίδια θέση.

Όσο και αν ενδεχομένως θα το θέλαμε, η αλήθεια είναι ότι δεν μπορούμε να προσπεράσουμε την παράσταση του Γιαχβέ που πολεμά τους εχθρούς ως μια εικόνα που ανήκει απλά στην προϊστορία της πίστης μας, ως κάτι που (ευτυχώς) ανήκει στην Παλαιά Διαθήκη και κατά συνέπεια είναι ξεπερασμένο και δεν μας αφορά. Η Καινή Διαθήκη, πράγματι, παρουσιάζει τον Θεό της πίστης μας ως θυσιασμένο Αμνό. Ως το θύμα της βίας και όχι ως τον θύτη. Στα χέρια Του φέρει πληγές από τα καρφιά του Σταυρού και όχι ξίφος και δόρυ. Πεθαίνοντας ζητά από τον Θεό Πατέρα να συγχωρήσει τους σταυρωτές Του. Ταυτόχρονα όμως πρέπει να σημειώσουμε ότι σύμφωνα με την επιστολή του απ. Πέτρου, ο Εσταυρωμένος,  που “τις λοιδορίες δεν τις ανταπέδιδε, και όταν έπασχε δεν απειλούσε” (Α’ Πέτρου 2:23),  επίσης “παρεδίδου τω κρίνοντι δικαίως” (εμπιστευόταν τον δίκαιο Κριτή). Παρέδιδε τους σταυρωτές Του στον δίκαιο Κριτή! Και στο βιβλίο της Αποκάλυψης συναντούμε αρχικά τον θυσιασμένο Αμνό,  αλλά δίπλα σε αυτήν την εικόνα βλέπουμε και τον αναβάτη του Λευκού Ίππου. Τα μάτια Του είναι σαν “πύρινη φλόγα” και είναι ντυμένος με “στολή βαμμένη στο αίμα” (μια εικόνα που έρχεται από την αποκρουστική περιγραφή του Ησαΐας 63) και από το στόμα του βγαίνει ένα “δίκοπο κοφτερό σπαθί” (Αποκάλυψη 19:11 – 16). Με ποιον τρόπο λοιπόν πρέπει να κατανοήσουμε αυτήν την μεταφορά;

Δύο λόγια για τον ρόλο του μεταφορικού λόγου

Πριν προχωρήσουμε,  αξίζει να σταθούμε για λίγο στο γεγονός ότι η παράσταση του Θεού ως πολεμιστή είναι μία μεταφορά. Εδώ αμέσως μπαίνει το κρίσιμο και πολύπλοκο ερώτημα αναφορικά με τη φύση και τη λειτουργία του μεταφορικού λόγου και πιο συγκεκριμένα τη χρήση του μεταφορικού λόγου σε αναφορά με τον Θεό.

Μία απάντηση είναι ότι αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι μας είναι αδύνατον, λόγω των περιορισμών μας, να μιλήσουμε με τρόπο άμεσο και συγκεκριμένο για μία “αόρατη θεότητα που υπερβαίνει κάθε ανθρώπινη ικανότητα να την καταλάβεις”1. Σύμφωνα με τον Walter Bruggemann οι μεταφορές λόγω της ασάφειάς τους μας προστατεύουν από τον κίνδυνο της “ειδωλολατρίας” που προκύπτει, όταν άνθρωποι πιστεύουν ότι καταλαβαίνουν πλήρως τον Θεό. Ο “Γιαχβέ είναι κρυμμένος, ελεύθερος, μας αιφνιδιάζει, μας ξεφεύγει και αρνείται να εγκλωβιστεί σε οποιαδήπτε λεκτική διατύπωση”2.

Μία άλλη εξήγηση είναι ότι ο Θεός αποκαλύπτεται μέσω μεταφορών, επειδή είμαστε πλασμένοι να κατανοούμε την πραγματικότητα μέσα από μεταφορές. Αυτό έδειξαν με επιτυχία οι Lakoff και Johnson στο κλασικό έργο τους Ο Μεταφορικός Λόγος: ο Ρόλος της Μεταφοράς στην Καθημερινή μας Ζωή.3

Πιστεύουμε περαιτέρω ότι η μεταφορά ως όχημα αποκάλυψης του Θεού έχει το πλεονέκτημα ότι, ενώ μιλά για τον Θεό, ταυτόχρονα αναδεικνύει το μυστήριο της ύπαρξής Του. Ο Paul Ricoeur στο βιβλίο του Η Ζωντανή Μεταφορά4 τονίζει αυτήν την “ασυμφωνία” που η μεταφορά γεννά. Ο Θεός είναι “πολεμιστής”, αλλά την ίδια στιγμή δεν είναι “πολεμιστής” – δηλαδή με την έννοια που εμείς θα δίναμε. Αυτή η “διφορούμενη” φύση της γλώσσας, που γεννιέται από την ένταση του μεταφορικού “είναι” με το κυριολεκτικό “δεν είναι”, είναι ίσως ο πιο κατάλληλος τρόπος για να μιλήσουμε για τον Θεό της Βίβλου.

Η μεταφορά του Θεού που πολεμά στον Ησαΐα 34

Στη συνέχεια θα εξετάσουμε ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα της εμφάνισης αυτής της μεταφοράς στο 34ο κεφάλαιο του βιβλίου του Ησαΐα. Στην περικοπή αυτή ο Θεός εμφανίζεται με το ξίφος Του που από τον ουρανό κατεβαίνει ενάντια στου Εδωμίτες: “Το ξίφος του Κυρίου είναι έτοιμο στον ουρανό. Να, κατεβαίνει ενάντια στους Εδωμίτες, ενάντια στο λαό που ο Κύριος σε εξολοθρεμό τον καταδίκασε. Το ξίφος του Κυρίου γέμισε αίμα, χόρτασε απ’ το λίπος, από το αίμα των προβάτων και των τράγων, από το λίπος των νεφρών των κριαριών· γιατί ο Κύριος έχει θυσία στη Βοσρά, σφαγή μεγάλη στην Εδώμ. Μαζί με το λαό θα πέσουνε κι οι βούβαλοι, και τα μοσχάρια μαζί με τους ταύρους. Η γη από το αίμα θα χορτάσει και το χώμα από λίπος θα ποτιστεί. Μέρα εκδίκησης αυτή θα είναι για τον Κύριο, έτος ανταπόδοσης για την έχθρα που είχαν ενάντια στη Σιών” (εδ. 5 – 8).

Ο πόλεμος που εξαπολύει έχει έναν συγκεκριμένο χαρακτήρα. Στο εδ. 2 περιγράφεται ως “παράδοση στη σφαγή”: “Γιατί ο Κύριος είναι θυμωμένος ενάντια σ’ όλα τα έθνη και οργισμένος ενάντια σ’ όλα τα στρατεύματά τους. Θα τα καταστρέψει, θα τα παραδώσει στη σφαγή”.  Και στο εδ. 5 ως “εξολοθρεμός”:“Το ξίφος του Κυρίου είναι έτοιμο στον ουρανό. Να, κατεβαίνει ενάντια στους Εδωμίτες, ενάντια στο λαό που ο Κύριος σε εξολοθρεμό τον καταδίκασε”.

Οι δύο αυτές φράσεις αποδίδουν τον εβραϊκό όρο “χέρεμ”,  που αναφέρεται σε μία συγκεκριμένη μορφή ιερού πολέμου,  στην οποία ο εχθρός εξολοθρεύεται πλήρως, όπως για παράδειγμα στην περίπτωση της Ιεριχώ. Η πράξη αυτή αντιστοιχεί με τη θυσία του ολοκαυτώματος,  όπου το ζώο καίγεται ολοσχερώς. 

Η ιδέα της θυσίας είναι παρούσα και στην περικοπή μας, καθώς στο εδ. 6 διαβάζουμε: “Το ξίφος του Κυρίου γέμισε αίμα, χόρτασε απ’ το λίπος, από το αίμα των προβάτων και των τράγων, από το λίπος των νεφρών των κριαριών· γιατί ο Κύριος έχει θυσία στη Βοσρά, σφαγή μεγάλη στην Εδώμ”

Διαβάζοντας κανείς σε πρώτη ανάγνωση την περιγραφή,  θα έφτανε στη διαπίστωση ότι η μεταφορά του Θεού που πολεμά ενάντια στην Εδώμ λειτουργεί ως όργανο εθνικιστικής προπαγάνδας, που υπηρετεί μια μιλιταριστική στρατηγική. Έτσι, θα μπορούσε κανείς να πει ότι η θεϊκή βία χρησιμοποιείται ως νομιμοποίηση της μιλιταριστικής βίας και ως κεντρικό συστατικό οικοδόμησης μιας εθνικής ταυτότητας, στο κέντρο της οποίας υπάρχει η πίστη ότι ο αρχαίος Ισραήλ είναι ο περιούσιος λαός του Θεού. Είναι όμως τα πράγματα έτσι;

Αξίζει να δούμε με μεγαλύτερη προσοχή τον τρόπο με τον οποίο εμφανίζεται αυτή η μεταφορά στην περικοπή μας.

Πρώτα από όλα βλέπουμε ότι,  αν και στο εδ 6 ο πόλεμος του Γιαχβέ εστιάζει σε ένα έθνος (Εδώμ), στα προηγούμενα εδάφια ο πόλεμός Του είναι οικουμενικός: “Πλησιάστε έθνη για ν’ ακούσετε· λαοί δώστε την προσοχή σας! Η γη και ό,τι τη γεμίζει ας ακούσει, η οικουμένη κι όλοι οι κάτοικοί της. Γιατί ο Κύριος είναι θυμωμένος ενάντια σ’ όλα τα έθνη και οργισμένος ενάντια σ’ όλα τα στρατεύματά τους. Θα τα καταστρέψει, θα τα παραδώσει στη σφαγή” (εδ. 1 – 2).

Μάλιστα αφορά και επηρεάζει όλο το σύμπαν: “Θα λιώσουν όλα τα υψώματα. Ο ουρανός θα τυλιχτεί κυλινδρικά  σαν πάπυρος, και όλα τ’ άστρα θα πέσουν όπως πέφτουν τα φύλλα από το κλήμα ή απ’ τη συκιά” (εδ. 4).

Το αποτέλεσμα του πολέμου δεν αφορά απλά τον αφανισμό ενός έθνους αλλά την αποδόμηση όλης της δημιουργίας. Διάβαζουμε έτσι στο εδ. 11 για τη γη της Εδώμ: “Θα γίνει κτήμα του πελεκάνου και του σκατζόχοιρου· κουκουβάγιες και κοράκια θα την κατοικήσουν. Ο Κύριος θα φέρει το χάος και την ερήμωση σ’ αυτήν”. Οι λέξεις “χάος” και “ερήμωση” είναι οι δύο εβραϊκές λέξεις που απαντούν στην αφήγηση της Γένεσης 1:2 και περιγράφουν την χαοτική κατάσταση της γης πριν τη δημιουργική πράξη του Θεού. Μάλιστα, όπως εξηγεί, η γη της Εδώμ θα μοιραστεί με κλήρο που θα ρίξει ο ίδιος ο Θεός σε διάφορα ζώα,  που θα την κατοικήσουν αιώνια. Τα ζώα αυτά είναι δώδεκα και η εικόνα είναι ένας σαφής υπαινιγμός στο μοίρασμα μέσω κλήρου της Γης της Επαγγελίας στις δώκεδα φυλές του Ισραήλ. Κάτι που έχει ιδιαίτερη σημασία να σημειώσουμε είναι ότι κάποια από αυτά τα ζώα είναι έξω από τα όρια του πραγματικού και αγγίζουν τα όρια του φανταστικού. Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι τραγόμορφοι δαίμονες και η Λιλίθ που είναι μυθολογικά όντα σε επικές παραδόσεις των Βαβυλωνίων (εδ. 14).

Βλέπουμε λοιπόν ότι ο πόλεμος του Θεού, αν και μοιάζει να αφορά ένα έθνος,  στην πραγματικότητα είναι οικουμενικός και συμπαντικός,  ξεφεύγοντας από τα πλαίσια ενός σαφώς προσδιορισμένου ιστορικού πλαισίου και αποκτώντας ευρύτερες και γενικότερες αναφορές.

Υπάρχει όμως και μία ακόμη διάσταση. Διάφορες πτυχές της περιγραφής αυτής της μεταφοράς απαντούν σε άλλα μέρη του βιβλίου του Ησαΐα. Μελετώντας τα μας περιμένει μία έκπληξη. Έτσι για παράδειγμα η εικόνα του ξίφους του Θεού απαντά και στο κεφ. 1, εδ. 20 και στο κεφ. 64, εδ. 12. Και στις δύο αυτές περικοπές ο εχθρός, ενάντια στον οποίο στρέφεται το ξίφος, είναι ο Ισραήλ. Το ίδιο και με την εικόνα της θυσίας που είδαμε στο εδ. 6. Στο Ησαΐας 65:12 απαντά ξανά, μόνο που εκεί αυτό που θυσιάζεται είναι οι ασεβείς εντός του Ισραήλ. Τέλος, η αναφορά στο “χέρεμ”, στον πλήρη εξολοθρεμό του εχθρού που συναντήσαμε στα εδ. 2 και 5,  εμφανίζεται ξανά στο κεφ. 43, εδ. 27 – 28 με αναφορά στον Ισραήλ. Βγαίνοντας από το βιβλίο του Ησαΐα μία από τις πιο σοκαριστικές διαπιστώσεις είναι ότι η εικόνα του ουρανού που τυλίγεται και των άστρων που πέφτουν στο εδ. 4 χρησιμοποιείται από τον Ιησού Χριστό στα συνοπτικά ευαγγέλια, στο πλαίσιο της εξαγγελίας της κρίσης που θα πέσει πάνω στον ίδιο τον Ναό στα Ιεροσόλυμα (δες Μάρκος 13, Ματθαίος 24, Λουκάς 21).

Συνοψίζοντας λοιπόν θα μπορούσαμε να πούμε ότι η μεταφορά του Θεού πολεμιστή, όπως εμφανίζεται στον Ησαΐα, δεν αφήνει κανένα περιθώριο χρήσης και οικειοποίησής της για εθνικιστική προπαγάνδα. Στρέφει το ενδιαφέρον μας από τον κακό προς το κακό. Δηλαδή, μας αποτρέπει από το να δούμε το κακό προσωποποιημένο και επικεντρωμένο σε κάποιον εχθρό, αλλά μας ωθεί να το δούμε στην συμπαντική και οντολογική του διάσταση, μάλιστα να το δούμε μέσα στον ίδιο μας τον εαυτό. Οι περιγραφές του Ησαΐα ξεφεύγουν από απλές και γνωστές αναφορές πολέμου στην επιφάνεια της ιστορίας. Παραπέμπουν σε “αποκαλυπτικά” σενάρια μιας σύγκρουσης που,  αν και αφορά αυτόν τον κόσμο, ταυτόχρονα ξεπερνά τα όριά του. Αυτός ο αποκαλυπτικός τόνος δηλώνει ότι σε τελική ανάλυση η λύση στο πρόβλημα του κακού είναι μία αποφασιστική παρέμβαση του Θεού, που έρχεται από έξω προς τα μέσα, από το μέλλον προς το ιστορικό παρόν.

Θεολογικός αναστοχασμός

Η βιβλική αντίληψη για το κακό δεν πιστεύει στην αυτοκαταστροφή του ή στον αυτομηδενισμό του. Διαβάζοντας τις αφηγήσεις της Γένεσης βλέπουμε ότι το κακό πολλαπλασιάζεται, πληθαίνει και μεταλλάσσεται γεννώντας συνεχώς νέες μορφές και εκδηλώσεις του. Το κακό είναι βαθύ, ανθεκτικό και με γερές ρίζες. Στη σύγχρονη εποχή της νεωτερικότητας υπάρχει μία διαφορετική προσέγγιση στο θέμα αυτό. Στο βιβλίο του Αποκάλυψη, Ουτοπία και Ιστορία5 ο καθηγητής Αντώνης Λιάκος υποστηρίζει ότι έχει υπάρξει μία μετάβαση από την εποχή της “εσχατολογίας” σε αυτήν της “τελεολογίας”. Η πρώτη είναι μία αφήγηση ετερονομίας σύμφωνα με την οποία η ιστορία είναι μία πορεία στην οποία το κακό κορυφώνεται, πριν μετατραπεί μέσω μιας τελικής σύγκρουσης σε καλό. Η δεύτερη, που είναι η αντίληψη της εποχής μας, πιστεύει στο σενάριο μιας σταδιακής αυτοβελτίωσης που προϋποθέτει ότι το “τέλος”, ο σκοπός προς τον οποίο κατατείνει η κοινωνία, είναι “ενύπαρκτος στην ιστορία της”. Η μεταφορά του Θεού ως πολεμιστή ουσιαστικά τονίζει την ανάγκη μιας έξωθεν παρέμβασης ή πιο σωστά σύγκρουσης, ώστε το κακό να κριθεί και να ξεριζωθεί. Αλλιώς ο κόσμος δεν έχει κανένα νόημα.

Στο βιβλίο του Σλαβόι Ζίζεκ με τίτλο Βία: Έξι Λοξοί Στοχασμοί6 ασχολείται με αυτό που ονομάζει “θεϊκή βία”. Στην απουσία του Θεού, στο κενό που γεννιέται από τον “θάνατο” του Θεού, υπάρχει έλλειψη νοήματος και κατά συνέπεια εκεί εμφανίζεται και ανθεί η ανθρώπινη βία. Η θεία βία αντίθετα νοηματοδοτεί τον κόσμο. Ο Ζίζεκ εξηγεί τη θέση αυτή μέσα από μία σκηνή της ταινίας Ψυχώ του Άλφρεντ Χίτσκοκ. Σε αυτήν παρακολουθούμε από ψηλά, “από την οπτική γωνία του Θεού” να εκτυλίσσεται ένα περιστατικό, στο οποίο μία μυστηριώδης μορφή μπαίνει μέσα στο πλάνο και μαχαιρώνει τον πρωταγωνιστή. Τότε αίφνης έχουμε ένα κοντινό πλάνο στο πρόσωπο του θύτη. Μοιάζει, σχολιάζει ο Ζίζεκ, σαν μία προσπάθεια του σκηνοθέτη να δηλώσει την εισβολή του Θεού, ο οποίος “έχει χάσει την ουδετερότητά Tου” και “έχει ‘εισορμήσει’ στον κόσμο και παρεμβαίνει βάναυσα, απονέμοντας δικαιοσύνη”. Η εικόνα του Θεού που παρεμβαίνει απαντά και στην γνωστή ανάλυση του πίνακα Angelus Novus του Πωλ Κλέε από τον Βάλτερ Μπένγιαμιν7.

Η κίνηση της ιστορίας είναι μια “προϊούσα εδραίωση της αδικίας” και η παρουσία της “θεϊκής βίας” ή στην περίπτωσή μας ενός Θεού που εμφανίζεται να πολεμήσει το κακό, σημαίνει πως “ίσως κάπου, μέσα στην σφαίρα του ‘θεϊκού’, αυτές οι αδικίες να μην ξεχνιούνται. Ίσως να συσσωρεύονται, οι άδικες πράξεις να καταγράφονται, η πίεση να γίνεται όλο και πιο αφόρητη, ώστε η θεϊκή βία να ξεσπά με εκδικητική καταστροφική μανία”8. H οργή του Θεού δεν είναι ένα καπρίτσιο ή ένα ξέσπασμα. Είναι η αλήθεια μέσα από την οποία ο κόσμος μας μπορεί να νοηματοδοτηθεί. Η αδικία, το κακό, η αρρώστια, ο θάνατος είναι εκδηλώσεις ενός ριζικού κακού. Η πάλη δεν είναι με σάρκα και αίμα αλλά “με αρχές και εξουσίες, δηλαδή με τους κυρίαρχους του σκοτεινού τούτου κόσμου, τα πονηρά πνεύματα που βρίσκονται ανάμεσα στη γη και στον ουρανό” (Εφεσίους 6:12).

Οι διάφορες αρχαίες μυθολογίες έβλεπαν στην αρχή της ιστορίας του κόσμου μία σύγκρουση, μία πάλη. Δυνάμεις του κακού συγκρούστηκαν με δυνάμεις του καλού και μέσα από την σύγκρουση προέκυψε ο κόσμος και η ανθρωπότητα. Το κακό κατά συνέπεια είναι καταγωγικό συστατικό αυτού του κόσμου και κατά συνέπεια θα είναι παρόν αιώνια. Για τη βιβλική αφήγηση η σύγκρουση δεν υπήρξε στην αρχή, αλλά θα υπάρξει στο τέλος. Το κακό είναι παρείσακτο και γι’ αυτό μια μέρα ο Θεός ως πολεμιστής θα στραφεί εναντίον του,  για να το νικήσει και να το αφανίσει.

Σχεδόν πάντα στις διάφορες μυθολογίες των λαών γύρω από τον Ισραήλ οι δυνάμεις του κακού συμβολίζονται με το υδάτινο στοιχείο. Η θάλασσα συμβολίζει την ύπαρξη του κακού. Στο τέλος του βιβλίου της Αποκάλυψης και μετά από τη δραματική αναμέτρηση του Θεού πολεμιστή με τις δυνάμεις του κακού προκύπτει σύμφωνα με το κεφ. 21 ένας καινός ουρανός και μία καινή γη (δες Ησαΐας 65 και 66). Σ’ αυτήν την καινή κτίση διαβάζουμε ότι απουσιάζει οριστικά κάτι. Διαβάζουμε ότι εκεί πια “η θάλασσα ουκ έστιν έτι” (Αποκ. 21:1). Η νίκη ενάντια στο κακό είναι πλήρης και οριστική. Ο Θεός που πολεμά και νικά το κακό είναι η μεταφορά που διανοίγει μπροστά μας μία άλλη πραγματικότητα πέρα από αυτήν που τώρα ζούμε. Γίνεται όχημα για να φανταστούμε και να οραματιστούμε ένα άλλο μέλλον. Είναι ο Θεός-πολεμιστής που, αφού χρησιμοποιήσει το ξίφος Του, θα πάρει το μαντήλι για να σκουπίσει “κάθε δάκρυ από τα μάτια μας” κι αυτό γιατί λόγω της νίκης Του “ο θάνατος δεν θα υπάρχει πια· ούτε πένθος ούτε κλάμα ούτε πόνος θα υπάρχει πια, γιατί τα παλιά πέρασαν” (Αποκ. 21:4).

____________________________________

  1. Gerhard von Rad, Old Testament Theology, vol. 1, Νέα Υόρκη: Harper and Brothers, 1962, σ. 215
  2. Walter Brueggemann, Theology of the Old Testament, Μινεάπολις: Fortress Press, 1997, σ. 231
  3. George Lakoff και Mark Johnson, Ο Μεταφορικός Λόγος: Ο Ρόλος της Μεταφοράς στην Καθημερινή μας Ζωή, μτφρ. Όλγα Καλομενίδου, Θεσσαλονίκη: Εκδόσεις Πανεπιστημίου Μακεδονίας, 2005
  4. Paul Ricoeur, H Zωντανή Μεταφορά, μτφρ. Κωστής Παπαγιώργης, Αθήνα: Εκδόσεις Κριτική, 1998
  5. Αντώνης Λιάκος, Αποκάλυψη, Ουτοπία και Ιστορία, Αθήνα: Πόλις, 2011.
  6. Slavoj Zizek, Βία: Έξι Λοξοί Στοχασμοί, μτφρ. Νεκτάριος Καλαϊτζής, Αθήνα: Scripta, 2010, σ.203
  7. Walter Benjamin, Θέσεις για τη φιλοσοφία της ιστορίας, μτφρ. Μ. Παράσχης, Αθήνα: Ουτοπία, 1983, σ. 12.
  8. Zizek, ως άνω.

Tα νεα άρθρα σε email

Εγγραφείτε στο newsletter μας για να λαμβάνετε τα νέα άρθρα όταν δημοσιεύονται.

Scroll to top