O Αλμπέρ Καμύ και ο αμερικανός πάστορας

opened Bible

(Η πνευματική μεταστροφή ενός “σταρ” της διανόησης του 20ου αιώνα)

Ποιος είναι, λοιπόν, ο Καμύ; Θαρρώ ότι όλοι αυτοί που πασχίζουν να εξιχνιάσουν την προσωπικότητά σου δεν τα πολυκαταφέρνουν. Πάντα έδειχνες μια ενστικτώδη συστολή όταν χρειαζόταν ν’ αποκαλύπτεις το χαρακτήρα σου, τα συναισθήματά σου. Και το κατάφερνες πολύ καλά γιατί είσαι ανεπιτήδευτος, ευθύς. Και προπάντων, καλός!” 
(Από γράμμα του καθηγητή Ζερμαίν Λουί στον μαθητή του Αλμπέρ Καμύ).

“Ένα μόνο πλάσμα μπορούσε να με συγκινήσει, αλλά δεν ήμουν ποτέ ένοχος απέναντί του και του έδωσα την καρδιά μου ολάκερη. Και όμως, θα μπορούσα να έχω πάει κοντά του, το έκανα συχνά, σιωπηλά αλλά είναι νεκρό και είμαι μόνος. Εσύ μονάχα μπορείς να το κάνεις, όμως, δε με καταλαβαίνεις και δε μπορείς να με διαβάσεις. Γι΄ αυτό σου μιλάω, σου γράφω, σ’ εσένα, μονάχα σ’ εσένα, κι όταν αυτό τελειώσει θα ζητήσω συγνώμη χωρίς άλλη εξήγηση κι εσύ θα χαμογελάσεις…”
 (Από “εξομολόγηση” του Αλμπέρ Καμύ στη νεκρή μητέρα του).

Η ιστορία που θα διηγηθούμε μοιάζει απίστευτη. Θάπρεπε κανονικά όταν πρωτοδημοσιεύθηκε να είχε προκαλέσει αρκετή συγκίνηση κι ίσως και αλυσιδωτές αντιδράσεις στους κύκλους της “ελίτ” των διανοουμένων του δυτικού κόσμου, ή, το λιγότερο, αναταράξεις στους κόλπους της γαλλικής διανόησης. Αλλά, βλέπετε, τέτοιες ιστορίες δεν είναι και τόσο “μοδάτες” (“trendy”) στη σημερινή εποχή. Εξάλλου κάτι τέτοιο θα αδυνάτιζε ίσως και τη λάμψη του γαλλικού “Μάη του ’68” που τα πενηντάχρονά του γιορτάστηκαν πρόσφατα, πριν δυο χρόνια, κι αυτό θα δυσαρεστούσε πολλούς, κι ανάμεσα σ’ αυτούς κι αρκετούς και στη χώρα μας, όπου ένας ικανός αριθμός διανοουμένων –με ή χωρίς εισαγωγικά – τρέφεται ακόμη με χίμαιρες και μάταιες ελπίδες. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.

Ήταν ακριβώς στην εκπνοή του εικοστού αιώνα (Οκτώβριος 2000) που το αμερικανικό χριστιανικό περιοδικό “Christianity Today” (“Ο Χριστιανισμός Σήμερα”), δημοσίευσε ένα άρθρο σχετικό με κάποιο βιβλίο που είχε εκδοθεί λίγους μήνες πιο πριν, γραμμένο από τον αμερικανό μεθοδιστή πάστορα Howard Mumma, 90 χρονών τότε, με τον τίτλο “Ο Αλμπέρ Καμύ και ο ιερέας.  Σχετική αναφορά είχα κάνει στο περιοδικό της εκκλησίας μας “Οι Θεσσαλονικείς” στο τεύχος Ιουνίου-Ιουλίου 2002, και απ’ όσο τουλάχιστον γνωρίζω είναι η μοναδική που έχει γίνει μέχρι σήμερα στη χώρα μας. Το βιβλίο αυτό (που στο μεταξύ φρόντισα να το προμηθευτώ και να το “ξεκοκαλίσω” καθώς παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον κι είναι ευχάριστο και καλογραμμένο) βασίζεται σε σημειώσεις που είχε κρατήσει ο συγγραφέας σχετικά με ανθρώπους, όπως λέει, που τον είχαν επηρεάσει και είχαν πλουτήνει τη ζωή του. Κι  ανάμεσα σ’ αυτούς και ο μεγάλος νομπελίστας συγγραφέας υπαρξιστής φιλόσοφος, από τους θεμελιωτές της φιλοσοφίας του αθεϊστικού υπαρξισμού Αλμπέρ Καμύ (Albert Camus), που, όπως είναι φυσικό καταλαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος του βιβλίου.

Έχοντας ο συγγραφέας του βιβλίου υπηρετήσει για αρκετά καλοκαίρια στην αμερικανική εκκλησία της γαλλικής πρωτεύουσας σαν φιλοξενούμενος ιεροκήρυκας, συνδέθηκε φιλικά με τον Καμύ, με πρωτοβουλία μάλιστα του ίδιου του Καμύ. Καρπός της φιλίας αυτής υπήρξε μια σειρά από συζητήσεις, που ο πάστορας Mumma κατέγραψε στο βιβλίο του με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ακρίβεια. Πνεύμα ανήσυχο κι ερευνητικό, βασανίζεται ο Καμύ σ’ όλα τα γραπτά του –και βασανίζει και τους αναγνώστες του- με τα μεγάλα προβλήματα της ύπαρξης, το νόημα της ζωής, το πρόβλημα του κακού, τα αισθήματα ενοχής, τα θεμέλια της ηθικής, τη λαχτάρα για την αιώνια ζωή. “Ψάχνω για κάτι που δεν έχω, κάτι που δεν είμαι σίγουρος πως μπορώ να προσδιορίσω”, εκμυστηρεύεται στον συνομιλητή του στην πρώτη συνάντησή τους. “Η ίδια μας η ύπαρξη είναι παράλογη”.

Κι είναι αυτή ακριβώς η ιδέα για το “παράλογο” της ύπαρξης που διαποτίζει ολόκληρη τη φιλοσοφία του αθεϊστικού υπαρξισμού. Θάλεγε μάλιστα κανείς ότι η μοναδική λογική αντίδραση ή, πιο σωστά, η μοναδική διέξοδος μέσα απ’ αυτό το χάος θα ήταν η αυτοκτονία. Δεν έχω καμιά αμφιβολία ότι μια τέτοια σκοτεινή προοπτική θα πρέπει να οδήγησε αρκετούς στην αυτοκτονία ή τουλάχιστον στον αργό θάνατο των ναρκωτικών που η “μόδα” τους, μαζί με αρκετά άλλα παρόμοια συνοδευτικά, φιλοτέχνησαν την εικόνα της δεκαετίας του ’50 και κυρίως της δεκαετίας του ’60, κι ακόμη πιο πέρα…

Ωστόσο, σαν αντίδοτο για το παράλογο της ύπαρξης, δεν προτείνει ο αθεϊστικός υπαρξισμός τέτοιου είδους “φάρμακα”. Αντίθετα –κι εδώ ο παραλογισμός φτάνει στο αποκορύφωμά του- προτείνει τη δράση και τον αγώνα για κάποιο σκοπό, οποιονδήποτε, όσο παράλογο και μάταιο, όπως η δια βίου προσπάθεια του μυθικού Σισύφου που σπρώχνει τον βράχο μέχρι την κορυφή του βουνού κι αυτός, όπως είναι φυσικό κατρακυλάει και πάλι προς τα κάτω – κι άντε πάλι απ’ την αρχή… Κι όσο για την εξέγερση, που κι αυτή είναι “μες στο πρόγραμμα”, “ωραία” πρότυπα βρίσκουμε στον “ομογάλακτο” του Καμύ, τον Ζαν-Πωλ Σαρτρ (που μόνο ομογάλακτος δεν είναι), ίνδαλμα και οδηγό της γαλλικής νεολαίας που τον Μάη του ’68 ξεσηκώθηκε ενάντια σε οποιοδήποτε “κατεστημένο” χωρίς οργάνωση, χωρίς συγκεκριμένο πρόγραμμα, εκτός από μερικά όμορφα ουτοπικά συνθήματα, όπως εκείνο το ανεπανάληπτο “η φαντασία στην εξουσία – και μακάρι να το είχαμε κι εμείς υιοθετήσει, κι όχι μονάχα στη θεωρία παραφράζοντάς το “στα καθ’ ημάς”: “η φαντασία στην εκκλησία”… Ας ξαναγυρίσουμε όμως στην ιστορία μας, διαφορετικά θα μπλεχτούμε μέσα στ’ αδιέξοδα της εποχής τους – και της δικής μας.

Οι συζητήσεις του νομπελίστα συγγραφέα με τον πάστορα Mumma κρατάνε αρκετά καλοκαίρια. Πνεύμα ανήσυχο και ερευνητικό – κι ανοιχτό σε κάθε ιδέα που κεντρίζει το ενδιαφέρον του, ρίχνεται ο Καμύ στη μελέτη της Βίβλου (κάπου δηλώνει στον συνομιλητή του πως διάβασε “τρεις τουλάχιστον φορές” την Παλιά Διαθήκη κρατώντας πολλές σημειώσεις κι ανοίγοντας έτσι πολλά θέματα για συζήτηση κυρίως πάνω στους διάφορους προφήτες, και καταλήγοντας στην Καινή με τη συνομιλία του Νικόδημου με τον Κύριο). Αξίζει, να παραθέσουμε την κατάληξη της συζήτησης πάνω στο θέμα της πνευματικής αναγέννησης όπως μας τη δίνει ο πάστορας συγγραφέας:

«”Δεν ξέρω πώς ακριβώς θα  μπορέσουμε να το εκφράσουμε στα γαλλικά, ας πούμε πως έχεις ένα χρεόγραφο, ένα βάρος, κι όταν αποδέχεσαι τη συγχώρηση πιστεύεις πως δεν υπάρχει πια υποθήκη, πως ελευθερώνεσαι από το φορτίο που σε βαρύνει, το μητρώο σου είναι καθαρό. Είσαι έτοιμος να προχωρήσεις και ν’ αφιερώσεις τον εαυτό σου σε μια καινούργια ζωή, σε μια καινούργια πνευματική οδοιπορία [pilgrimage]. Γυρεύεις την παρουσία του ίδιου του Θεού.” Καθώς μιλούσα έτσι ένιωθα τα νεύρα μου τεντωμένα. Ο Αλμπέρ με κοίταξε με το καθαρό του βλέμμα, και με δάκρυα στα μάτια μου είπε: “Χάουαρντ, είμαι έτοιμος, είναι αυτό κάτι που επιθυμώ… Σ’ αυτό θέλω ν’ αφιερώσω τη ζωή μου!”»

Ήταν το ίδιο εκείνο καλοκαιριάτικο βραδινό, μετά το δείπνο στο σπίτι του πάστορα, καθώς απολάμβαναν σιωπηλά τη βραδινή δροσιά του ολόφωτου Σηκουάνα και το θέαμα του κόσμου που πηγαινοερχόταν στις όχθες του, που ο Καμύ είχε διακόψει ξαφνικά τη σιωπή: «”Χάουαρντ, πες μου, εσύ βαπτίζεις;” “Για λίγα δευτερόλεπτα”» διηγείται ο συγγραφέας, «”ένιωσα πως θα γκρεμιζόμουν από την πολυθρόνα μου. Ο μεγάλος Καμύ να με ρωτάει για βαπτίσματα… “Ναι Αλμπέρ, βαπτίζω”, απάντησα έκπληκτος νιώθοντας την ένταση της στιγμής”». Κι είχε στη συνέχεια επακολουθήσει η συζήτηση η σχετική με τη σημασία του βαπτίσματος και την πνευματική αναγέννηση που αναφέραμε πιο πάνω. Στην πραγματικότητα εκείνο το βραδινό ο μεγάλος συγγραφές και στοχαστής έκανε ένα αποφασιστικό βήμα, μια έμμεση – κι ίσως όχι και τόσο έμμεση – ομολογία πίστης, εκφράζοντας συγχρόνως την επιθυμία να προχωρήσει και σε μια ουσιαστική εκπλήρωση της εντολής του βαπτίσματος, κατανοώντας το αληθινό του νόημα πολύ περισσότερο και πολύ πιο καθαρά από πολλούς “εξπέρ” θεολόγους. “Ναι”, είπε κάποια στιγμή στον συνομιλητή του. “Έχω βαπτισθεί όταν ήμουνα παιδί, αλλά αυτό δεν είχε κανένα νόημα για μένα. Ήταν κάτι που δε σήμαινε τίποτε παραπάνω από μια απλή χειραψία”…

Στο σημείο αυτό η ιστορία θυμίζει εκείνην του Φιλίππου και του ευνούχου. Μόνο που την εποχή εκείνη οι χριστιανοί ήταν πολύ πιο αθώοι, και δεν μπλέκονταν σε δογματικά και άλλου είδους θέματα. Ο Φίλιππος απλά απάντησε “εάν πιστεύεις με όλη την καρδιά σου μπορείς να βαπτιστείς”, κι όταν πήρε τη θετική διαβεβαίωση του συνομιλητή του, σταμάτησε τη συνοδεία και τον βάπτισε. Έτσι απλά. Εδώ όμως έχουν περάσει είκοσι αιώνες. Κι έχουν ρίξει πολλή θεολογική σκόνη στην υπόθεση της πίστης και του βαπτίσματος. Ο πάστορας Mumma μπλέκεται με διάφορα ερωτηματικά: Ο Καμύ είναι βαπτισμένος στη ρωμαιοκαθολική εκκλησία. Σύμφωνα με τη διδασκαλία των μεθοδιστών και πολλών άλλων ευαγγελικών αποχρώσεων, αυτό είναι αρκετό. Ύστερα, το βάπτισμα απαιτεί μια δημόσια ομολογία. Ο Καμύ είναι διάσημη προσωπικότητα. Θα δεχόταν άραγε να βαπτιστεί δημόσια κι όχι ιδιωτικά, όπως του τόχε ζητήσει; και πόσο αυτή η δημοσιότητα θα  μπορούσε να τον βλάψει στα πρώτα του πνευματικά βήματα, καθώς η χριστιανική κοινότητα συνηθίζει να το παρακάνει σε κάθε είδους εκδηλώσεις; “Χάουαρντ”, του είχε πει το ίδιο εκείνο βραδινό. “Δεν είμαι έτοιμος να γίνω μέλος μιας εκκλησίας. Είναι δύσκολο να παρακολουθώ τακτικά τις συναθροίσεις. Πρέπει συνεχώς να παλεύω με το πλήθος που με πολιορκεί μετά από κάθε σύναξη, ακόμη και στη δική σου εκκλησία. Όταν έρχομαι στην εκκλησία σου κάθε φορά που κηρύττεις, φεύγω πριν απ’ το τέλος για να γλυτώσω απ’ όλο αυτό τον κόσμο”…

Όλα αυτά τα ερωτήματα οδηγούν τον πάστορα να ζητήσει από τον Καμύ να συνεχίσει τη μελέτη του σχετικά με την πίστη και να αναβάλει το βάπτισμα μέχρι να κατασταλάξουν και οι δυο στις απόψεις τους και να συμφωνήσουν στη διαδικασία που θ’ ακολουθήσουν. Ο Καμύ ξεπροβοδίζει το φίλο του στο αεροδρόμιο ελπίζοντας να τον συναντήσει το επόμενο καλοκαίρι. “Φίλε μου, σ’ ευχαριστώ… Θα συνεχίσω τον αγώνα μου για την πίστη!”  Ξαφνικά ο πάστορας αρχίζει και το ξανασκέφτεται: μήπως θάπρεπε να τον είχε βαπτίσει και να τον στηρίξει με τον τρόπο αυτό στην πίστη;

Δυστυχώς, είναι πολύ αργά πια. Ενώ βρίσκεται ακόμη στις Ηνωμένες Πολιτείες, μαθαίνει για τον ξαφνικό τραγικό θάνατο του συγγραφέα από αυτοκινητικό δυστύχημα.

Ήταν 4 Ιανουαρίου 1960…

Σκέψεις και ερωτηματικά

Εδώ τελειώνει η ιστορία μας. Μια ιστορία που δίνει αφορμή για ένα σωρό ερωτήματα, διδάγματα και θέματα για συζήτηση, κι ακόμη για αρκετό προβληματισμό.
Ας δούμε μερικά απ’ αυτά.

Ερώτημα πρώτο, όπως το έχει διατυπώσει ο αρθογράφος του περιοδικού “Christianity Today”, που αναφέραμε παραπάνω: Από το ξεκίνημα κιόλας των συζητήσεων τους, ο πάστορας Mumma είχε προτρέψει τον Καμύ να διαβάσει την Αγία Γραφή την οποία μέχρι εκείνη τη στιγμή αγνοούσε εντελώς, ξεκινώντας από τη Γένεση και συζητώντας συγχρόνως με τον φίλο του όσα διάβαζε. Ο πάστορας τον κατευθύνει προς τα πνευματικά νοήματα του κειμένου – και πολύ καλά κάνει- αποφεύγοντας να εμπλακεί σε ατέρμονες συζητήσεις σχετικά με την ακρίβεια και την ιστορικότητα των διηγήσεων, πράγμα που ικανοποιεί τον Καμύ και τον βοηθά να προχωρήσει. Τι θα συνέβαινε άραγε στην αντίθετη περίπτωση;

Η απάντηση, νομίζω, είναι αρκετά απλή: μια τέτοια άχρηστη συζήτηση χωρίς ουσιαστικό πνευματικό όφελος, θα είχε σαν αποτέλεσμα ν’ απογοητευθεί ο συνομιλητής του πάστορα και να παραιτηθεί απ’ την παραπέρα προσπάθεια. Η ιστορική πορεία της εκκλησίας του Χριστού παρέχει πλήθος παραδείγματα από ευκαιρίες που χάθηκαν ακόμη και σε συλλογικό επίπεδο με τέτοιου είδους λαθεμένους χειρισμούς.

Ερώτημα δεύτερο, σύμφωνα και πάλι με τον αρθρογράφο του περιοδικού: Πόσο θάχε προχωρήσει περισσότερο στην πνευματική του ζωή ο διάσημος συγγραφέας, αν ο πάστορας Mumma είχε συμμορφωθεί με την επιθυμία του να βαπτιστεί; 

Βρίσκω πως η απάντηση σ’ αυτό τα ερώτημα είναι και πάλι πολύ απλή: Μας τη δίνει η ιστορία του ευνούχου. Όπως κι εκείνος, έτσι κι αυτός θα συνέχιζε “να πορεύεται την οδό αυτού χαίρων”. Κι όσο για το ερώτημα “τι να έγινε άραγε παρακάτω”,  θα μπορούσαμε ίσως ν’ απαντήσουμε μ’ ένα άλλο ερώτημα: Έχουμε άραγε την εντύπωση ότι ο Θεός δεσμεύεται από ανθρώπινες δογματικές αγκυλώσεις όταν βλέπει και γνωρίζει πολύ καλά τη διάθεση της ανθρώπινης καρδιάς; Άλλωστε κι ο ίδιος ο πάστορας Mumma την ίδια αυτή άποψη εκφράζει, όταν στο τέλος καταλήγει: “Είχα την πεποίθηση ότι το βάπτισμα είναι ένα γεγονός που συνήθως συμβαίνει μια φορά, και βέβαια δεν ανησυχούσα για την ψυχή του. Ήμουν σίγουρος ότι ο Θεός είχε ετοιμάσει μια ιδιαίτερη θέση γι’ αυτόν στον ουρανό”. 

Ερώτημα τρίτο, αφορμή για σκέψη και προβληματισμό: Ασφαλώς τέτοιου είδους ιστορίες σαν κι αυτή που έζησε ο πάστορας Mumma δεν είναι από τις συνηθισμένες. Σπάνια, πολύ σπάνια ένας εργάτης του ευαγγελίου – κι ακόμη πιο σπάνια ένας απλός πιστός- θα είχε την ευκαιρία να “μονομαχήσει” πνευματικά μ’ ένα έξοχο πνεύμα σαν εκείνο του Αλμπέρ Καμύ. Ευτυχώς ο πάστορας Mumma είχε την πρόνοια – και την κατάλληλη παιδεία- να μην παρασυρθεί σε ανούσιες ατέρμονες συζητήσεις που να ξεφεύγουν από το κεντρικό μήνυμα του ευαγγελίου. Όταν όμως έφτασε η στιγμή ν’ απαγκιστρωθεί από τις θεολογικές-δογματικές αγκυλώσεις του και να μπει “στα βαθιά” νερά τότε δεν τα κατάφερε – εκεί κόντεψε να πνιγεί και να πνίξει μαζί και τον συνομιλητή του. Πάλι καλά που μπόρεσε κι έφτασε μέχρι εκεί που έφτασε. Άλλοι δε θάχαν φτάσει ούτε στα μισά του δρόμου… Το κήρυγμα του ευαγγελίου είναι συνήθως απλό –κάτι πρέπει νάναι απλό, (προσοχή όμως! Όχι απλοϊκό που είναι κάτι εντελώς διαφορετικό) για να γίνεται κατανοητό και εύληπτο από όσο το δυνατόν μεγαλύτερο μέρος των ακροατών. Αλλά – πώς να τα κάνουμε…- υπάρχουν άνθρωποι, μια μικρή έστω μειονότητα, που χρειάζονται κάτι περισσότερο, που “διανοούνται”,  που ζητούν κάτι παραπάνω, που έχουν απορίες και αντιρρήσεις που πρέπει κι αυτές ν’ απαντηθούν, και κάποιοι πρέπει να είναι σε θέση να τους αντιμετωπίσουν, όπως ο Παύλος  ήξερε ν’ αντιμετωπίσει τους σοφούς και φιλοσόφους του καιρού του, κι όπως σ’ όλους τους αιώνες υπήρξαν τέτοιοι άνθρωποι με αυξημένες πνευματικές (διανοητικές) ανάγκες, που θα πρέπει να φροντίσουν γι αυτούς χριστιανοί με ανάλογα διανοητικά προσόντα. Ο Κωνσταντίνος Μεταλληνός δεν οδηγήθηκε στον Χριστό από κάποιο κήρυγμα. Το αθεϊστικό οικοδόμημά του κλονίσθηκε όταν έκπληκτος διαπίστωσε ότι έξοχα πνεύματα όπως ο Πασκάλ και ο Σατωμπριάν ήταν πιστοί χριστιανοί, κι ελκύστηκε στην πίστη από τις “Σκέψεις” (Pensées) του πρώτου και από το “Πνεύμα του Χριστιανισμού” (“Le génie du Christianisme”) του δεύτερου. Κι αργότερα απευθύνθηκε με διαλέξεις στην αθηναϊκή διανόηση της εποχής του, και δημιούργησε μια ομάδα από μαθητές που ήξεραν ή έμαθαν  κι αυτοί να στοχάζονται. Όσο περνούν τα χρόνια – εντελώς αντίθετα από το παρελθόν- όλο και περισσότερο σαν χριστιανικό κίνημα αμελούμε – και πολλές φορές περιφρονούμε- τη χριστιανική διανόηση που τόσο πολύ είχε καλλιεργηθεί σε προηγούμενους αιώνες.

Ο μεγάλος Μπίλυ Γκράχαμ υποστήριζε κι αυτός την απλότητα του κηρύγματος, και πίστευε ότι δεν πρέπει να “τροποποιείται” το κήρυγμα ανάλογα με το επίπεδο των ακροατών. Για δείτε όμως τι είπε κάποτε σε κάποια συνέντευξή του: “Θα ’θελα να δω να οργανώνεται ένα συνέδριο με αποκλειστικό σκοπό ν’ αποκαλυφθούν χριστιανοί του διανοητικού αναστήματος του Σι Ες Λιούις ή του Φράσις Σέιφερ. Κι είναι σίγουρο πως υπάρχουν τέτοιοι, γιατί στα ταξίδια μας συναντούμε ανθρώπους με εκπληκτικές διανοητικές ικανότητες, τόσο στην Ανατολή όσο και στη Δύση. Ένα συνέδριο θα μπορούσε να συγκεντρώσει 300 ή 400 από αυτά τα φωτεινά μυαλά και να τους ενθαρρύνει να δουλέψουν πάνω στα παγκόσμια προβλήματα από χριστιανική άποψη. Ολόκληρος ο κόσμος θ’ άκουγε με προσοχή μια ομάδα από τέτοιους ανθρώπους”. 

Πόσοι από τους χριστιανούς σήμερα αντιλαμβάνονται πόσο δραματικά αναγκαία είναι η ανάπτυξη μια τέτοιας “κουλτούρας” στην εποχή μας και τι πάταγο θα είχε προκαλέσει η είδηση ότι ο μεγάλος Αλμπέρ Καμύ μεταστράφηκε στη χριστιανική πίστη, αν οι ίδιοι οι χριστιανοί φρόντιζαν να διαδώσουν το νέο σ’ όλο τον κόσμο με οργανωμένο δίκτυο ενημέρωσης, και πόσοι, νέοι κυρίως της εποχής του, – κι ακόμη και της δικής μας εποχής- θα είχαν επηρεαστεί από αυτήν…

Ερώτημα τέταρτο, κι αυτό αφορμή για σκέψη και προβληματισμό. Δεν ξέρω αν αναρωτηθήκατε πώς ένας επισκέπτης ιεροκήρυκας από τις Ηνωμένες Πολιτείες συνδέθηκε φιλικά με τον μεγάλο Καμύ, και μάλιστα μετά από αρκετές επισκέψεις του τελευταίου στην κυριακάτικη λατρεία της εκκλησίας όπου ο πρώτος υπηρετούσε. Ας αφήσουμε τον πάστορα Mumma να μας δώσει την απάντηση:

“Τις πρώτες μου εβδομάδες στην αμερικανική εκκλησία με εντυπωσίασε ο μεγάλος αριθμός ακροατών. Από την πρώτη Κυριακή της διακονίας μου ένας φημισμένος οργανίστας καθόταν στο εκκλησιαστικό όργανο, και μάλιστα είχε προγραμματιστεί να παίξει ολόκληρο τον πρώτο μήνα της διαμονής μου στο Παρίσι. Όταν λοιπόν αργότερα τον αντικατέστησε ένας λιγότερο γνωστός οργανίστας, άρχισα να μετράω πολλές άδειες θέσεις […] Μετά από το τέλος της λατρείας συνήθιζα να στέκομαι στα σκαλοπάτια της εξόδου, να χαιρετώ τον κόσμο και να τους ευχαριστώ για την παρουσία τους. Ήταν ακριβώς από αυτά τα σκαλιά που τον είδα για πρώτη φορά περιτριγυρισμένο από ένα μικρό πλήθος που του ζητούσε αυτόγραφο πάνω στο πρόγραμμα της λατρείας που κρατούσε ο καθένας τους […] Το πρόσωπό του ήταν λίγο χλωμό, με εκφραστικά μελαγχολικά μάτια, αλλά το χαμόγελό του όταν σου μιλούσε ήταν ιδιαίτερα ελκυστικό και γοητευτικό. Όταν με είδε, αποσπάστηκε από το πλήθος κι ήρθε προς το μέρος μου με το χέρι υψωμένο. “Κύριε, αιδέσιμε, σας ευχαριστώ, σας ευχαριστώ για τη διακονία σας […] Είμαι ο Αλμπέρ Καμύ, έχω έρθει τέσσερις ακόμη Κυριακές και μόνο σήμερα βρήκα τελικά θέση! […] Τις προηγούμενες Κυριακές ήρθα ν’ ακούσω τον Μαρσέλ Ντυπρέ [τον διάσημο οργανίστα] αλλά σήμερα ήρθα ν’ ακούσω εσάς. Θα θέλατε αύριο το μεσημέρι να γευματίσουμε μαζί;”  

Καταλάβατε;  Ο άνθρωπος είχε περάσει τέσσερις φορές το κατώφλι της εκκλησίας με μοναδικό σκοπό ν’ απολαύσει τη μουσική του σπουδαίου οργανίστα, κι αυτό προετοίμασε την καρδιά του για να νιώσει την ανάγκη να έρθει την πέμπτη φορά με αποκλειστικό σκοπό ν’ ακούσει το μήνυμα του ευαγγελίου. Χρειάζεται να προσθέσουμε κάτι άλλο, όταν επί δεκαετίες γράφουμε και λέμε τα ίδια και τα ίδια “εις ώτα μη ακουόντων”; Άλλωστε και να θέλαμε, –που δε θέλουμε-  πώς θα μπορούσαμε ν’ αντιδράσουμε εμείς εδώ με την ελάχιστη δύναμή μας όταν σ’ ολόκληρο τον κόσμο, εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις, η μουσική και η στιχουργία στις ευαγγελικές εκκλησίες και στις μεγάλες ευαγγελιστικές εκστρατείες (λατρευτικές συνάξεις κλπ.) έχει αυξηθεί σε ποσότητα κι έχει πέσει δραματικά σε ποιότητα –ένα δυνατό ρεύμα που παρασύρει τα πάντα και που καμιά δύναμη δεν μπορεί πια να του αντισταθεί;  Το μόνο που μπορεί να ελπίζει κανείς είναι να διασώζονται διάσπαρτες κάποιες “νησίδες” ποιότητας – ως πότε όμως…

Ερώτημα πέμπτο και τελευταίο, αφορμή για προβληματισμό για όποιους έχουν μάθει να σκέπτονται κάπως ελεύθερα:

Σ’ ολόκληρη τη διαδρομή της σχετικά σύντομης ζωής του –έζησε λίγο παραπάνω από σαράντα έξι χρόνια- υπήρξε ο Αλμπέρ Καμύ ένας άνθρωπος καλής πίστης, “καλός”, όπως τον χαρακτηρίζει ο καθηγητής του στο προλογικό σημείωμά μας, ένας στοργικός και τρυφερός γιος όπως αποκαλύπτεται παρακάτω στο ίδιο σημείωμα, απέναντι σε μια πονεμένη μητέρα που νεότατη είχε χάσει τον άντρα της στον Μεγάλο Πόλεμο (τον πρώτο παγκόσμιο) προτού ο γιος της συμπληρώσει τον πρώτο χρόνο της ζωής του. Ολόκληρη η φιλοσοφία του, παρά τον πεσιμιστικό της χαρακτήρα, αλλά και τα λογοτεχνικά και τα θεατρικά του έργα (όπως το θεατρικό του “Οι Δίκαιοι” που θα γράψουμε γι αυτό σε επόμενο τεύχος),  διαπνέονται από ευαισθησία, αγάπη και κατανόηση για τον άνθρωπο, από “ενσυναίσθηση” (“empathy”) σύμφωνα με τον όρο της σύγχρονης ψυχολογίας, κι αυτό φαίνεται ακόμη περισσότερο στο ημιτελές αυτοβιογραφικό του μυθιστόρημα “Ο Πρώτος Άνθρωπος” (“Le Premier Homme”) που βρέθηκε σε χειρόγραφο μετά τον θάνατό του κι εκδόθηκε πρόσφατα. Καμιά απολύτως σχέση με τον Ζαν Πωλ Σαρτρ, που εντελώς λαθεμένα τον παρουσιάζουν σαν “δίδυμο αδελφό” του για τον μοναδικό λόγο ότι θεωρούνται και οι δύο εκπρόσωποι του αθεϊστικού υπαρξισμού.

Σκέπτομαι πως ο χαρακτηρισμός μερικών ανθρώπων σαν ανθρώπων “ευδοκίας” (“bonae voluntatis”) που αναφέρεται στον χριστουγεννιάτικο ύμνο των αγγέλων (αντί για το γενικό και απρόσωπο “εν ανθρώποις ευδοκία”) που θα πει “για ανθρώπους καλής θέλησης”, ταιριάζει πολύ σε μερικούς ανθρώπους που έχουν γεννηθεί πιο “επιδεκτικοί”,  πιο καλόπιστοι, πιο έτοιμοι να δεχτούν τον θεϊκό λόγο, κι ίσως σ’ αυτούς αναφέρεται και ο Κύριος όταν μιλάει για τους “εκλεκτούς” στη σχετική αναφορά Του (Ματθ. κδ΄24) χωρίς βέβαια ν’ αποκλείει τους υπόλοιπους όπως τόσο απόλυτα και δογματικά τους απέκλεισαν ο Ιερός Αυγουστίνος και ο Ιωάννης Καλβίνος. Δείτε για παράδειγμα την περίπτωση του Αλμπέρ Καμύ: Σ’ ολόκληρη τη ζωή του έψαχνε για ένα στήριγμα “πιο ψηλά”. Κι ο Θεός τον οδήγησε στην εκκλησία με την φαινομενικά “άσχετη” αφορμή του σπουδαίου οργανίστα, και στη συνέχεια ακολούθησαν οι σχετικές συζητήσεις με τον πάστορα Mumma που κράτησαν αρκετά καλοκαίρια και ολοκληρώθηκαν με τον πιο πετυχημένο τρόπο (“είμαι έτοιμος”, δήλωσε ο Καμύ) τρεις-τέσσερις μόλις μήνες πριν από τον απροσδόκητο θάνατό του. Είναι άραγε τυχαία όλα αυτά; ποιος μπορεί να ξέρει… Μόνο υποψίες μπορούμε να εκφράζουμε  σε τέτοια θέματα “Ως εν κατόπτρω”…

Επίλογος

Κάποιοι, όπως συνήθως γίνεται, προσπάθησαν χωρίς σοβαρά επιχειρήματα ν’ αμφισβητήσουν την παραπάνω ιστορία με σχόλια από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Πώς ν’ αντέξουν το “κτύπημα” ότι ο δικός τους, ο σπουδαίος Καμύ, είχε μεταστραφεί στον χριστιανισμό… Ωστόσο μια είδηση που δημοσιεύτηκε και στην εφημερίδα “Το Βήμα” στις 11 Αυγούστου 1991 έρχεται σαν απροσδόκητος σύμμαχος να ενισχύσει τη θέση του πάστορα Mumma και μάλιστα, όπως βλέπετε, εννέα χρόνια πριν από την έκδοση του βιβλίου του. Η είδηση αναφέρεται σε συνέντευξη που είχε δώσει εκείνες τις μέρες ο διάσημος ζωγράφος κόμης Μπαλτάσαρ Κλοσόφσκυ, πιο γνωστός με το ψευδώνυμο “Μπαλτύς”, κι όπου ανάμεσα στ’ άλλα αποκάλυπτε κάτι που του είχε εκμυστηρευθεί ο Αλμπέρ Καμύ, στενός φίλος του ζωγράφου. Δηλώνοντας τότε ο Μπαλτύς “χριστιανός και καθολικός”, κάτι που τον βοηθούσε “να αντέχει τα ανυπόφορα”, είχε προσθέσει: “Ο Καμύ πίστευε κι εκείνος τα ίδια. Την παραμονή του θανάτου του ήταν έτοιμος να επιστρέψει στο χριστιανισμό. Ήθελε να ξεφύγει από το παράλογο, να βρει ένα στήριγμα “πιο ψηλά”. Μου το είχε εκμυστηρευθεί”.

Ασφαλώς εκείνοι που αμφισβήτησαν τον πάστορα Mumma δεν θα είχαν ιδέα για τη συνέντευξη του ζωγράφου Μπαλτύς. Λίγο δύσκολο να διαψευστεί ο ίδιος ισχυρισμός δύο ανθρώπων που ούτε καν γνώριζαν ο ένας την ύπαρξη του άλλου. Κάτι τέτοιο θα ξεπερνούσε τα όρια του παραλόγου, ακόμη και για φανατικούς οπαδούς του υπαρξισμού – δε νομίζετε;

  1. Howard Mumma: “Albert Camy and the Minister”- Paraclete Press – Brewster, Massac

Tα νεα άρθρα σε email

Εγγραφείτε στο newsletter μας για να λαμβάνετε τα νέα άρθρα όταν δημοσιεύονται.

Scroll to top