Η γυναικεία προοπτική στην αφήγηση της Ρουθ

white book page on white table

Το βιβλίο της Ρουθ προσφέρει μια αφήγηση διαφορετική από τις συνηθισμένες αφηγήσεις τις Βίβλου. Ένα από τα στοιχεία που αναδύεται έντονα ως διαφορετικό στην αφήγηση της ιστορίας της Ρουθ είναι το στοιχείο της γυναικείας προοπτικής για τη ζωή και για την πίστη στον Θεό. Το βιβλίο αφηγείται περιστατικά σχετικά με τις ανησυχίες, τις δοκιμασίες, τις επιδιώξεις και τις ελπίδες μιας γυναίκας, της Ρουθ, καθώς και της πεθεράς της, της Ναομί. Το βιβλίο της Ρουθ δεν προσπαθεί να υποβιβάσει την ανδρική προοπτική, αλλά οπωσδήποτε αναδεικνύει την αξία της γυναικείας προοπτικής στη ζωή και της συμμετοχής της στο ιστορικο-λυτρωτικό σχέδιο του Θεού. Με άλλα λόγια, το βιβλίο της Ρουθ συμπληρώνει θεολογικά αυτό που ίσως απουσιάζει από άλλα βιβλία.

Στο άρθρο αυτό θα ήθελα να παρουσιάσω κάποιες σκέψεις σχετικά με την προβολή της γυναικείας προοπτικής στην αφήγηση του βιβλίου της Ρουθ. Η πηγή των σκέψεων βασίζονται και ανταποκρίνονται στο βιβλίο του Richard Bauckham, Gospel Women: Studies of Named Women in the Gospels (Grand Rapids: Eerdmans, 2002). Ο στόχος του άρθρου αυτού είναι να αναδείξει μια υπαρκτή πτυχή της Αγίας Γραφής, δηλαδή, τη γυναικεία προοπτική για τη ζωή και τη σχέση της γυναίκας με τον Θεό, που ίσως κάποιες φορές ξεχνάμε ή προσπερνάμε.  

Η γυναικεία προοπτική στο βιβλίο της Ρουθ

Το βιβλίο της Ρουθ επικεντρώνεται στη ζωή δύο γυναικών, της Ναομί και της Ρουθ. Φυσικά, οι δύο αυτοί κεντρικοί χαρακτήρες παρουσιάζονται και με την εθνική τους ταυτότητα, η Ναομί ως Ισραηλίτισσα και η Ρουθ ως Μωαβίτισσα, αλλά αυτό δεν αναιρεί το γυναικείο στοιχείο στην ιστορία μας.

Η ιστορία ξεκινάει με το πρόβλημα της οικονομικής δυσχέρειας σε μια περίοδο πείνας (Ρουθ 1:1), που εξαναγκάζει την οικογένεια της Ναομί να μεταναστεύσουν στη Μοάβ. Εκεί, σε μια περίοδο τουλάχιστον 10 χρόνων, η Ναομί χάνει τον άντρα της και τους δύο γιους της, κάτι που δυσχεραίνει την οικονομική της κατάσταση (Ρουθ 1:2-5). Η οικονομική δυσχέρεια προβάλλεται ως μια δυσάρεστη πληγή, η οποία ενδέχεται να προκαλέσει αμφιβολίες στο νου της Ναομί για την αγάπη του Θεού και την πιστότητά Του. Η πίστη της Ναομί δοκιμάζεται μέσα σε δυσχερείς συνθήκες.

Όταν η Ναομί αποφασίζει να επιστρέψει πίσω στην Ιουδαία, στην πόλη της Βηθλεέμ, η αφήγηση φανερώνει τις εξής ανησυχίες της Ναομί: Αρχικά, η Ναομί ανησυχεί για την οικογενειακή και οικονομική αποκατάσταση των δύο νυφών της, της Ορφά και της Ρουθ, και γι’ αυτό τις προτρέπει να επιστρέψουν στη χώρα τους. Μάλιστα, η Ναομί εύχεται «ο Κύριος να σας δείξει την αγάπη του» (Ρουθ 1:8), το οποίο μεταφράζεται σε επιθυμία για οικογενειακή αποκατάσταση και ευτυχία (Ρουθ 1:9). Επίσης, η Ναομί φαίνεται ότι ερμηνεύει τη δυσχέρεια της ζωής της ως θεϊκή κατάρα, κι ανησυχεί ότι οι νύφες της ζουν την κατάρα του Θεού επάνω τους εξαιτίας της. Η ίδια λέει: «σ’ εμένα ενάντια στράφηκε ο Κύριος, και λυπάμαι στ’ αλήθεια πάρα πολύ για σας» (Ρουθ 1:13). Η προοπτική αυτή της Ναομί για τον Θεό βεβαιώνεται λίγα εδάφια αργότερα, όταν η ίδια λέει στους κατοίκους της Βηθλεέμ: «Μη με λέτε πια Νωεμίν (Ευτυχία)· να με φωνάζετε Μαρά (Πίκρα), γιατί ο Παντοδύναμος με πίκρανε αφάνταστα. Έφυγα από ’δω με οικογένεια, κι ο Κύριος μ’ έφερε πίσω μόνη. Γιατί να με ονομάζετε Νωεμίν, αφού ο παντοδύναμος Κύριος με ταπείνωσε και μου έστειλε τόσες θλίψεις;» (Ρουθ 1:20-21). Η Ναομί εκφράζει τα συναισθήματά της, συναισθήματα πίκρας αντί χαράς, και δείχνει απογοητευμένη με τον Θεό. Είναι πιθανό, επομένως, ότι η Ναομί προτρέπει τις νύφες της να παραμείνουν στη Μοάβ, επειδή δεν θέλει να ζήσουν άλλες μελλοντικές επιπτώσεις κατάρας που ο Θεός ενδέχεται να φέρει επάνω στην ίδια.

Η πρώτη ενθάρρυνση του Θεού προς τη Ναομί είναι η ανταπόκριση της Ρουθ, η οποία αποφασίζει να ακολουθήσει την πεθερά της στην Ιουδαία και να συνδεθεί με τον Θεό του Ισραήλ. Η Ρουθ εμφανίζει μια ασυνήθιστη πιστότητα για τα ανθρώπινα δεδομένα (Ρουθ 1:16). Η πίστη της Ρουθ εκδηλώνεται πρωταρχικά προς την πεθερά της, αλλά εκδηλώνεται εξίσου δυνατά και προς τον Θεό. Η Ρουθ εκδηλώνει μια βαθιά αφοσίωση προς τον Θεό, Τον οποίο προφανώς έχει δεχτεί και ακολουθεί πιστά, ίσως εξαιτίας του αποθανόντα άντρα της. Ο Θεός, φυσικά, θα ανταμείψει την αφοσίωση της Ρουθ. Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, που οι δύο γυναίκες της ιστορίας μας φτάνουν στη Βηθλεέμ την εποχή της γιορτής της συγκομιδής (Ρουθ 1:22), κατά την οποία οι Ισραηλίτες γιόρταζαν την προμήθεια του Θεού σε σχέση με την εργασιακή πιστότητα του ανθρώπου. Παρόμοια, ο Θεός ευλογεί την πιστότητα της Ρουθ και καλύπτει τις ανάγκες της ζωής της. Τα λόγια του Βοόζ μάς οδηγούν σε αυτό το συμπέρασμα: «Ο Κύριος, ο Θεός του Ισραήλ, ν’ ανταμείψει την πράξη σου και να σου το ξεπληρώσει στο ακέραιο, που ήρθες κάτω απ’ τα φτερά του να σκεπαστείς» (Ρουθ 2:12). Το βιβλίο της Ρουθ ενσυνείδητα συγκρίνει την αβεβαιότητα και αμφιβολία της Ισραηλίτισσας Ναομί με την πιστότητα και αφοσίωση της Μοαβίτισσας Ρουθ, ώστε να προβάλλει την Ρουθ ως ένα παράδειγμα πίστης.  

Στο κεφάλαιο 2, η Ρουθ φαίνεται να ανησυχεί για το θέμα του εισοδήματος, ιδιαίτερα καθώς ζει σε μια εποχή όπου οι γυναίκες δεν είχαν πολλές επιλογές για εργασία. Σύμφωνα με τις διατάξεις για τη γιορτή της συγκομιδής, οι Ισραηλίτες καλούνταν να αφήνουν τα περισσεύματα του θερισμού στην άκρη για να τα εκμεταλλευτούν οι φτωχοί και οι ξένοι (Λευιτικό 23:22, και στο Δευτερονόμιο 16:11 αναφέρονται επίσης «τα ορφανά και οι χήρες»). Συνεπώς, η «συγκυρία» της γιορτής της συγκομιδής επιτρέπει στη Ρουθ να εργαστεί για κάποιο εισόδημα, αλλά επιπλέον ευλογείται με δύο ακόμα τρόπους: Πρώτα, το χωράφι στο οποίο μαζεύει τα στάχυα «τυχαίνει» να είναι του Βοόζ, συγγενή του αποθανόντος πεθερού της, του Ελιμέλεχ (Ρουθ 2:3). Επιπλέον, η Ρουθ βρίσκει την εύνοια του Βοόζ που της προσφέρει μόνιμη εργασία μαζί με τις υπηρέτριες των κτημάτων του (Ρουθ 2:8-9) και με ευνοϊκότερες συνθήκες εργασίας (Ρουθ 2:15-16). Η πιο σημαντική ευλογία, όμως, είναι ότι η Ρουθ φιλοξενείται από έναν άνθρωπο που φαίνεται να εκπροσωπεί την καρδιά του Θεού. Η Ρουθ αισθάνεται ότι έχει συναντήσει έναν άνθρωπο με καλοσύνη και ενδιαφέρον προς αυτήν (Ρουθ 2:10), κι έναν άνθρωπο που δείχνει εύνοια (Ρουθ 2:13). Μάλιστα, όταν η Ναομί μαθαίνει για τη σύνδεση της Ρουθ με τον Βοόζ, χαίρεται, καθώς τον θεωρεί άνθρωπο έμπιστο και τίμιο, κι όχι κάποιον που θα την κακομεταχειριστεί (Ρουθ 2:22). Ο Θεός ευλογεί την Ρουθ χρησιμοποιώντας έναν άνθρωπο πίστης.    

Η Ναομί ερμηνεύει τη νέα εξέλιξη των γεγονότων ως την εκδήλωση της αγάπης του Θεού στη ζωή τους (Ρουθ 2:19-20). Η Ναομί φαίνεται να δείχνει μια μεταστροφή πίστης. Η πιστότητα της Ρουθ και η εύνοια του Θεού προς αυτήν άλλαξαν την προοπτική της Ναομί για τον Θεό. Η πίστη της Ρουθ ανέτρεψε την αμφιβολία της Ναομί, και ως αποτέλεσμα η πίκρα της Ναομί μετατρέπεται σε ευχαριστία. Παρατηρούμε ότι η ανθρώπινη ανησυχία και ο φόβος, στη συγκεκριμένη περίπτωση η ανησυχία και ο φόβος της Ναομί, επηρεάζει τον τρόπο που ερμηνεύουμε την αγάπη και την πιστότητα του Θεού. Το συναίσθημα του φόβου και της εγκατάλειψης μπορεί να οδηγήσει στην αμφισβήτηση της αγάπης του Θεού. Αντίθετα, το συναίσθημα της ασφάλειας και της χαράς συνήθως οδηγεί σε ομολογία πίστης για την αγάπη του Θεού. Η Ναομί, όπως και η Ρουθ αντίστοιχα, αποκαλύπτουν στον αναγνώστη πτυχές της ανθρώπινης ύπαρξης.

Η τελευταία ανησυχία της Ναομί, ίσως και της Ρουθ, εμφανίζεται στο κεφάλαιο 3 στα λόγια της Ναομί προς την Ρουθ: «Κόρη μου, πρέπει να σου βρω έναν σύζυγο, που να σε κάνει ευτυχισμένη» (Ρουθ 3:1). Η Ναομί ανησυχεί για την οικογενειακή αποκατάσταση της Ρουθ, επειδή μάλλον πιστεύει ότι με αυτό τον τρόπο θα ευτυχίσει η Ρουθ. Την εποχή εκείνη, η αποκατάσταση της γυναίκας μέσω του γάμου δεν εξασφάλιζε μόνο τη δυνατότητα της αγάπης και της συντροφικότητας, αλλά εξασφάλιζε για τη γυναίκα κοινωνική αναγνώριση, οικονομική ασφάλεια και δυνατότητα για παιδιά. Αν λάβουμε υπόψη το πλαίσιο του υπόλοιπου βιβλίου, είναι πολύ πιθανό η Ναομί να ανησυχεί για την κοινωνική και οικονομική αποκατάσταση της νύφης της. Το βιβλίο της Ρουθ μας δίνει την αίσθηση ότι η ανησυχία μιας γυναίκας (στη συγκεκριμένη περίπτωση της Ναομί), και συνεπώς η ύστατη επιθυμία της, περιστρέφεται γύρω από την αίσθηση της ασφάλειας. Η Ναομί φαίνεται να ερμηνεύει την προσέγγιση του Θεού στη ζωή της με βάση το βαθμό ασφάλειας που νιώθει από Ε+κείνον, αλλά και προτρέπει τις νύφες της με συμβουλές που οδηγούν στην ασφάλειά τους. Η αφήγηση φανερώνει τη βαθιά επιθυμία της γυναίκας για ασφάλεια, ιδιαίτερα σε μια κοινωνία που δεν έχει φροντίσει γι’ αυτήν.

Ένα τελευταίο στοιχείο γυναικείας προοπτικής είναι η συμβουλή της Ναομί προς τη Ρουθ στον τρόπο προσέγγισης του Βοόζ. Η Ναομί προτρέπει την Ρουθ να προσεγγίσει τον Βοόζ με μια «πρόταση γάμου», η οποία δεν εκφράζεται άμεσα και ευθέως, αλλά μέσα από μια επικοινωνιακή πράξη (Ρουθ 3:2-4). Η Ρουθ, αφού λουστεί, βάλει αρώματα και ντυθεί με τα γιορτινά της, καλείται να πλαγιάσει στα κρυφά κάτω από τα σκεπάσματα των ποδιών του Βοόζ. Αποφάσισε, λοιπόν, αυτό ακριβώς να κάνει (Ρουθ 3:5-7). Δεν πιστεύω ότι η παράτολμη πράξη της Ρουθ υπονοεί κάποια σεξουαλική πράξη, παρόλο που μάλλον επικοινωνεί μια ερωτική έλξη και μια επιθυμία να συνδεθούν με πράξη γάμου. Το πλάγιασμα κάτω από το σκέπασμα των ποδιών του Βοόζ επικοινωνεί την επιθυμία της Ρουθ να συνάψει διαθήκη μαζί του (δες το Ιεζ. 16:7-8, όπου το σκέπασμα αναφέρεται μάλλον στη σύναψη διαθήκης). Πράγματι, όταν ο Βοόζ αντιλαμβάνεται την παρουσία της Ρουθ στο κρεβάτι του και ρωτάει ποια είναι, η Ρουθ απαντάει: «Εγώ είμαι η Ρουθ, η δούλη σου. Πάρε με στην προστασία σου, γιατί εσύ είσαι ο κοντινότερος συγγενής μου» (Ρουθ 3:9). Ο Βοόζ κατανοεί τα λόγια της Ρουθ (αλλά και την πράξη της) ως «πρόταση γάμου», ιδιαίτερα επειδή η αναφορά της Ρουθ στον «κοντινότερο συγγενή» υπονοεί ότι ο Βοόζ ίσως έχει ένα χρέος για την αποκατάσταση της Ρουθ, σύμφωνα με το ανδραδελφικό καθήκον που προστάζει ο νόμος (Δευτερονόμιο 25:5-10). Ο Βοόζ φυσικά δεν ήταν αδελφός του άνδρα της, αλλά η Ρουθ έλπιζε ότι θα μπορούσε να διεκδικήσει την προστασία της, λόγω κοντινής συγγένειας.

Η πράξη της Ρουθ να πλαγιάσει κάτω από το σκέπασμα των ποδιών του Βοόζ ήταν αναγκαία, αλλά και παράτολμη, για τους εξής λόγους: Πρώτον, εφόσον ο Βοόζ θεωρούσε ότι υπάρχει κοντινότερος συγγενής της Ρουθ (Ρουθ 3:12), είναι πιθανό ο Βοόζ να μην έκανε ποτέ κίνηση προς την Ρουθ για γάμο. Η Ρουθ χρειαζόταν να κάνει την πρώτη κίνηση. Δεύτερον, η πράξη της Ρουθ δεν επικοινώνησε μόνο την επιθυμία της για νομική προστασία, αλλά επικοινώνησε την ερωτική αγάπη που προφανώς είχε αναπτύξει για τον Βοόζ. Η Ρουθ ήθελε να επικοινωνήσει στον Βοόζ τα συναισθήματά της για εκείνον. Τέλος, η πράξη της Ρουθ ήταν παράτολμη, επειδή δεν ήξερε πως θα αντιδράσει ο Βοόζ. Η Ρουθ ριψοκινδύνεψε τη σχέση της με τον Βοόζ, την ασφάλεια της εργασίας της και την ακεραιότητα της φήμης της. Η θέση στην οποία βρέθηκε η Ρουθ, η τόλμη που χρειάστηκε να δείξει, αναδεικνύει μια ακόμα γυναικεία προοπτική της ζωής, δηλαδή, το αίσθημα της τόλμης που αψηφάει τον κίνδυνο.

Η γυναικεία και η ανδρική προοπτική στο βιβλίο της Ρουθ

Ο Bauckham παρατηρεί ότι οι κοινωνικές δομές που πλαισιώνουν την αφήγηση του βιβλίου της Ρουθ αναγκάζουν τη γυναίκα της εποχής να ζει σε εξάρτηση από κάποιον άντρα, κι αυτό επηρεάζει την προοπτική των δύο γυναικών του βιβλίου. Έτσι, μέρος της θλίψης που περνάει η Ναομί στην αρχή της ιστορίας είναι ότι έχει μείνει χωρίς προστασία, χωρίς άνδρα ή γιους. Επίσης, η αφοσίωση της Ρουθ προς τη Ναομί στο πρώτο κεφάλαιο αποκτά άλλη όψη, αν κατανοήσουμε ότι η Ρουθ θυσιάζει τη δυνατότητα να αποκτήσει άνδρα στη γη της Μοάβ για να ακολουθήσει την πεθερά της. Παρά τους περιορισμούς της κοινωνίας, ο λαός Ισραήλ είχε νόμους που προστάτευαν τον αδύναμο, τις χήρες και τους ξένους. Διαβάζουμε, λοιπόν, για την ευκαιρία που είχε η Ρουθ να μαζέψει στάχυα που άφηναν πίσω οι θεριστές και για τη διάταξη περί ανδραδελφικής υποχρέωσης για την αποκατάσταση της γυναίκας ενός αποθανόντος αδελφού. Και στις δύο περιπτώσεις, όμως, οι διατάξεις αυτές δεν λειτουργούν αυτόματα, αλλά χρειάζεται η Ναομί και η Ρουθ να αδράξουν την ευκαιρία του νομικού τους δικαιώματος. Οι δύο γυναίκες λειτούργησαν μέσα στο νομικό πλαίσιο της εποχής με τις ευκαιρίες που τους έδινε, ώστε να εξασφαλίσουν κάτι για τον εαυτό τους. Όμως, διαβάζουμε ότι η προσπάθεια αυτή πέτυχε, επειδή και ο Βοόζ έδειξε εύνοια και καλοσύνη προς την Ρουθ και στις δύο περιπτώσεις του Ισραηλιτικού νόμου, αφού θα μπορούσε σε κάθε περίπτωση να αγνοήσει την Ρουθ και να αρνηθεί την πρόταση γάμου.

Ο αγώνας της γυναίκας να αποκτήσει «ασφάλεια» που θα φέρει ευτυχία (Ρουθ 1:9, 3:1) εξαρτάται τελικά από τη στάση και την απόφαση των ανδρών, κι αυτό φαίνεται ιδιαίτερα στο τέταρτο κεφάλαιο του βιβλίου, όπου οι άνδρες αποφασίζουν για την τελική νομική διευθέτηση του γάμου της Ρουθ (Ρουθ 4:1-12). Κι εδώ, στο τέταρτο κεφάλαιο, συναντάμε μια όψη της ανδρικής προοπτικής μέσα στην αφήγηση. Η ανησυχία των ανδρών αφορά την κληρονομιά του Ελιμέλεχ, του Χιλιών και του Μαχλών (Ρουθ 4:9), τη διατήρηση του οικογενειακού ονόματος (Ρουθ 4:10) και τη δυνατότητα να αποκτήσει ο Βοόζ δικούς του απογόνους (Ρουθ 4:11-12). Αμέσως μετά, διαβάζουμε την προοπτική των γυναικών, οι οποίες θεωρούν ότι ο γιος του Βοόζ και της Ρουθ ανήκει κατά κάποιο τρόπο στη Ναομί (Ρουθ 4:14), όχι με τη νομική έννοια, αλλά με την έννοια της εξασφάλισης και της φροντίδας. Η οπτική γωνία των γυναικών δεν βλέπει το νεογέννητο παιδί, τον Ωβήδ, ως κληρονόμο του Ελιμέλεχ, αλλά ως γιο της Ναομί (Ρουθ 4:17), που θα την φροντίσει στα γηρατειά της.

Και οι δύο προοπτικές της ζωής φαίνονται να είναι σωστές και βάσιμες. Και οι δύο οπτικές γωνίες εξασφαλίζουν τη συνέχεια της οικογένειας με την επόμενη γενιά. Από τη μια πλευρά, θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι η επιθυμία για προσωπική ασφάλεια και προστασία δεν θα μπορούσε να είχε επιτευχθεί χωρίς την προσπάθεια για νομική κάλυψη. Από την άλλη πλευρά, μπορούμε να ισχυριστούμε ότι και η προσπάθεια για νομική κάλυψη, όσο απτή κι αν είναι με την πραγματικότητα, παραμένει κενή χωρίς να εξασφαλίζει την αίσθηση της προσωπικής προστασίας και ασφάλειας. Με άλλα λόγια, στο βιβλίο της Ρουθ, οι δύο προοπτικές συμπληρώνουν και υποστηρίζουν η μία την άλλη.

Η γενεαλογία του Δαβίδ στο τέλος του βιβλίου της Ρουθ

Κλείνοντας, θα ήθελα να σχολιάσω τη γενεαλογία που βρίσκεται στο τέλος του βιβλίου, μια γενεαλογία που διατηρεί το ανδρικό στοιχείο, ενώ αποσιωπά το γυναικείο: «Η γενεαλογική γραμμή από τον Φαρές μέχρι το Δαβίδ έχει ως εξής: Χεσρών, Αράμ, Αμιναδάβ, Ναχσών, Σαλμών, Βοόζ, Ωβήδ, Ιεσσαί και Δαβίδ» (Ρουθ 4:18-22). Κάποιοι ισχυρίζονται ότι η ανδρική προοπτική στο βιβλίο της Ρουθ τελικά υπερισχύει με την αποτύπωση του γενεαλογικού δέντρου του βασιλιά Δαβίδ, εφόσον διατηρείται μόνο η ανδρική διάσταση. Πράγματι, είναι λογικό να αναρωτηθούμε γιατί δεν αναφέρεται καθόλου η Ρουθ στη γενεαλογία, εφόσον αποτελεί παράδειγμα πίστης για την ανατροφή του Ωβήδ. Δεν έχω τον χρόνο να παραθέσω τις διάφορες ερμηνείες που έχουν προταθεί ως εξήγηση για την απουσία του ονόματος της Ρουθ από τη γενεαλογία. Υπάρχουν αρκετοί πιθανοί λόγοι για τους ο οποίους ο συγγραφέας αποφάσισε να παραθέσει με αυτό τον τρόπο τη γενεαλογία. Θα ήθελα, όμως, να καταθέσω ένα σχόλιο.

Σε ένα βιβλίο όπου ο ήρωας της πίστης είναι μια γυναίκα, η Ρουθ, και η καταληκτική γενεαλογία αποσιωπά το όνομά της, ο αναγνώστης συμπεραίνει ότι η ίδια η αφήγηση συμπληρώνει την ανδροκεντρική γενεαλογία με τέτοιο τρόπο, ώστε να καλύψει την έλλειψή της. Με άλλα λόγια, μέσα από την αφήγηση, ο αναγνώστης κατανοεί ότι πίσω από τις όλες τις γενεαλογίες της Γραφής (οι οποίες είναι κυρίως ανδροκεντρικές) υπάρχει η γυναικεία συμμετοχή, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό. Αυτό βεβαιώνεται στην Καινή Διαθήκη, όταν η ίδια γενεαλογική διαδοχή παρατίθεται για να δηλώσει το γενεαλογικό δένδρο του Ιησού Χριστού, τώρα μαζί με τα ονόματα δύο γυναικών, της Ραάβ και της Ρουθ: «Ο Αράμ γέννησε τον Αμιναδάβ, ο Αμιναδάβ τον Ναχσών και ο Ναχσών τον Σαλμών. Ο Σαλμών γέννησε τον Βοόζ με την Ραάβ, ο Βοόζ γέννησε τον Ωβήδ με την Ρουθ· ο Ωβήδ γέννησε τον Ιεσσαί, κι ο Ιεσσαί γέννησε τον Δαβίδ τον βασιλιά» (Ματθαίος 1:4-6).

Tα νεα άρθρα σε email

Εγγραφείτε στο newsletter μας για να λαμβάνετε τα νέα άρθρα όταν δημοσιεύονται.

Scroll to top