Η απόκριση της εκκλησίας στην ομοφυλοφιλία

man and woman holding hands on street

Η καρδιά μου ραγίζει για όσα συμβαίνουν στον κόσμο σήμερα. Μερικές μόλις εβδομάδες πριν διάβασα στο facebook το μήνυμα ενός φίλου μου, του Μάικλ, τον οποίο είχα γνωρίσει σε ένα ιεραποστολικό ταξίδι πριν χρόνια, και στο οποίο εξηγούσε το πόσο βαθιά είχε πληγωθεί από Χριστιανούς και από την Εκκλησία επειδή αποκάλυψε το ότι είναι ομοφυλόφιλος. Πόσες φορές αλήθεια έχω ακούσει ή έχω διαβάσει για μια ανάλογη ιστορία, στην οποία κάποιος  άνθρωπος παλεύει με τις ομοφυλοφιλικές του τάσεις και οδηγείται σε κατάθλιψη -ακόμη και σε αυτοκτονία- επειδή η εκκλησία τον απόδιωξε εν μέσω της πιο σκοτεινής του περιόδου, κάτι που τον οδήγησε σε βαθιά μοναξιά και απόγνωση… Η ομοφυλοφιλία είναι ζήτημα που δεν πρόκειται να πάψει να μας απασχολεί σύντομα κι εμείς, ως εκκλησία, πρέπει να γνωρίσουμε τον σωστό τρόπο απόκρισης. 

Πρόκειται για ένα εξαιρετικά λεπτό ζήτημα. Ως άνθρωποι ερωτευόμαστε κι αγαπούμε άλλους ανθρώπους, κι αυτή είναι μια θεμελιακή πτυχή του ποιοι είμαστε, και όταν κάνουμε λόγο για ομοφυλοφιλική έλξη δίνεται η εντύπωση ότι επιτιθέμεθα ενάντια στον πυρήνα της ύπαρξης ενός ανθρώπου. Συνεπώς, είναι σημαντικό να διαχωρίσουμε τον τρόπο ζωής και τις πράξεις ενός ατόμου από την ταυτότητά του, αφού πρόκειται για διαφορετικά ζητήματα. Τα μέλη της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας βλέπουν την ομοφυλοφιλία ως τμήμα της ταυτότητάς τους, ως κάτι με το οποίο έχουν γεννηθεί, ενώ εμείς ως Χριστιανοί βλέπουμε την ταυτότητα του ανθρώπου ως δημιουργημένα κι αγαπημένα από τον Θεό όντα και την ομοφυλοφιλία ως έναν αμαρτωλό τρόπο ζωής. Ως εκκλησία, όταν συμμετέχουμε σε ανάλογες συζητήσεις, είναι απαραίτητο να κάνουμε τον παραπάνω διαχωρισμό. Ο ρόλος μας είναι να αποκαλύπτουμε την αμαρτία ενώ δείχνουμε αγάπη προς τον αμαρτωλό. Πρόκειται για μια ιδιαίτερα ευαίσθητη ισορροπία, την οποία παρόλα αυτά πρέπει να ανακαλύψουμε.

Υπάρχει ακόμη κάτι το οποίο πρέπει όλοι να έχουμε κατά νου εν μέσω αυτής της συζήτησης: κάποιος δεν πηγαίνει στην κόλαση εξαιτίας του ότι είναι ομοφυλόφιλος, όπως ακριβώς κάποιος δεν σώζεται επειδή είναι ετεροφυλόφιλος. Είμαστε όλοι ελαττωματικά όντα που χρειάζονται έναν Σωτήρα.

Στην Αγία Γραφή υπάρχουν 6 σημεία που μιλούν συγκεκριμένα για την ομοφυλοφιλία: Ρωμ.1:26-27, Α’ Κορ.6:9-10, Α’ Τιμ.1:10, Γεν.19:4-7, Λευ.18:22, 20:13 – σε κάθε μία από αυτές τις περιπτώσεις η Αγία Γραφή καταδικάζει την ομοφυλοφιλία, αλλά κάνει λόγο επίσης για την ίδια την ομοφυλοφιλία ως αμαρτία ή τους ανθρώπους με αντίστοιχο τρόπο ζωής ως αμαρτωλούς. Ο πειρασμός προς αυτή δεν αποτελεί ζήτημα. Κάθε ένας σε αυτό τον κόσμο πειράζεται από και προς κάτι, αλλά μόνο όταν ενδίδουμε στον πειρασμό με σκέψη ή πράξη είναι που ο πειρασμός γεννά αμαρτία. Ένας άνθρωπος που αγωνίζεται ενάντια στις ομοφυλοφιλικές του τάσεις παλεύει με τον ίδιο τρόπο με τον οποίο κάποιος ετεροφυλόφιλος Χριστιανός αγωνίζεται να παραμείνει σεξουαλικά αγνός μπροστά στον Θεό. Συνεπώς, ένας άνθρωπος που παλεύει ενάντια στις ομοφυλοφιλικές του τάσεις, ο οποίος όμως δεν ενδίδει στις ροπές του, είναι σεξουαλικά καθαρός μπροστά στον Θεό. Είναι λοιπόν κρίσιμης σημασίας να ενθαρρύνουμε ανθρώπους που παλεύουν με αυτό το ζήτημα, διαβεβαιώνοντάς τους ότι δεν είναι “διεφθαρμένοι” εξαιτίας των πειρασμών τους.

Η Αγία Γραφή τονίζει ότι οποιαδήποτε σεξουαλική πράξη έξω από τη διαθήκη του γάμου είναι λάθος ενώπιον του Θεού. Πολλοί βασίστηκαν επάνω σε αυτή την αλήθεια για να πουν “αν παντρευτώ τον ομοφυλόφιλο σύντροφό μου όλα θα είναι καλά”. Αλλά ο βιβλικός ορισμός του γάμου είναι ξεκάθαρος. Είναι μέρος της τάξης της δημιουργίας όπως μας παρουσιάζεται στη Γένεση, ότι ο γάμος αφορά έναν άντρα και μία γυναίκα. Στο Γεν.2:24 διαβάζουμε: “Γι’ αυτό το λόγο θα εγκαταλείπει ο άντρας τον πατέρα του και τη μητέρα του και θα ενώνεται με τη γυναίκα του – θα γίνονται ένα σώμα”. Ποιος είναι ο λόγος πίσω από την ένωσή τους; Επειδή δεν είναι καλό για τον άνθρωπο να είναι μόνος, αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ο Θεός έπλασε έναν σύντροφο κατάλληλο για τον Αδάμ, την Εύα – μια γυναίκα (Γεν.2:18, 20-23). Με άλλα λόγια ένας άντρας δεν είναι κατάλληλος για έναν άλλο άντρα, αλλά μόνο όταν τα δύο αντίθετα έλκονται κι ενώνονται είναι που σχηματίζουν αυτό για το οποίο σχεδιάστηκαν, βιολογικά και ψυχολογικά.

Το πρόβλημα σε αυτό το σημείο είναι αυτό στο οποίο έχει εστιάσει η κοινωνία, δηλαδή η δήλωση ότι “δεν είναι καλό ο άνθρωπος να είναι μόνος”, το οποίο ερμηνεύεται ως “όλοι πρέπει να έχουν κάποιον σύντροφο σημαντικό για αυτούς”. Αυτό είναι που προωθείται από την κουλτούρα μέσα από τις ταινίες, τα βιβλία και τα μέσα επικοινωνίας γενικότερα: είσαι ευτυχισμένος και πλήρης μόνο όταν δεν είσαι μόνος, όταν βρίσκεσαι μέσα σε μία σχέση. Όταν εμείς λέμε σε κάποιον που παλεύει ενάντια στην ομοφυλοφιλία ότι ο τρόπος ζωής του είναι αμαρτωλός, το μόνο που ακούει αυτός ο άνθρωπος είναι ότι δεν επιθυμούμε να βρει πραγματική αγάπη και ότι τον καταδικάζουμε σε μια μίζερη ζωή μοναξιάς, έλλειψης νοήματος, σε μια ζωή ατελή και ανολοκλήρωτη. Πόσο λάθος όμως είναι αυτή η εντύπωση! Το να είμαστε σε σχέση με κάποιον άνθρωπο δεν εγγυάται τίποτα από τα παραπάνω! Ακόμη και μέσα στον γάμο ή μέσα σε μια σχέση κάποιος μπορεί να νιώθει μόνος, χωρίς νόημα, ατελής κι ανολοκλήρωτος – κι όμως δεν είναι κυριολεκτικά μόνος. Αυτό που συμβαίνει είναι ότι πολλοί είναι εκείνοι που περιμένουν από το άλλο τους μισό να τους γεμίσει και να τους ολοκληρώσει, να τους δώσει νόημα και να πάρει μακριά τη μοναξιά – τι τεράστιο βάρος αλήθεια για τους ανθρώπους και τι ψέμα! Ο μόνος ο οποίος μπορεί πραγματικά να προσφέρει νόημα, να μας γεμίσει και ολοκληρώσει είναι ο Χριστός. Εγώ είμαι ανύπαντρη. Η τελευταία μου σχέση ήταν το 2000, 17 χρόνια πριν, και σύμφωνα με τον ορισμό που δίνει η κουλτούρα θα έπρεπε να είμαι δυστυχισμένη. Αλλά μπορώ με κάθε ειλικρίνεια να πω ότι είμαι ευτυχισμένη και πλήρης, έχω βρει το νόημα στη ζωή μου και δεν νιώθω μόνη εξαιτίας του Χριστού, της εκκλησιαστικής μου κοινότητας και των φίλων μου. Δεν είμαι σε καμία περίπτωση δυστυχισμένη εξαιτίας του ότι δεν έχω σχέση ή επειδή δεν είμαι παντρεμένη.

Καθώς λοιπόν η εκκλησία θωρακίζεται ενάντια στον ομοφυλοφιλικό τρόπο ζωής, πρέπει να διαβεβαιώσουμε όσους παλεύουν ενάντια στην ομοφυλοφιλία ότι είναι άνθρωποι πλασμένοι κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν του Θεού. Η αξία τους δεν μειώνεται εξαιτίας του αγώνα τους ενάντια στις ροπές τους. Ταυτόχρονα εμείς, η εκκλησία,  πρέπει να ανταποκριθούμε στην ανάγκη που θα προκύψει αναπόφευκτα: κάποιος Χριστιανός που παλεύει ενάντια στην ομοφυλοφιλία πιθανότατα δεν θα παντρευτεί ποτέ του. Κατά πάσα πιθανότητα θα παραμείνει χωρίς σύντροφο για το υπόλοιπο της ζωής του. Συνεπώς το βάρος πέφτει σε εμάς, την εκκλησία, να γίνουμε η οικογένεια που αυτός ο άνθρωπος ποτέ δεν θα αποκτήσει. Αλλά το γεγονός ότι κάποιος δεν θα αποκτήσει σύζυγο δε σημαίνει σε καμία περίπτωση ότι δεν θα αποκτήσει ποτέ παιδιά, αφού πάντα μπορεί να έχει πνευματικά παιδιά ή εγγόνια. Προσωπικά έχω δύο πνευματικά παιδιά. Κάποιος μπορεί να βιώσει τη χαρά της οικογένειας μέσα από την πνευματική του οικογένεια. Η οικειότητα θα λάβει χώρα μέσα από τους δεσμούς της φιλίας. Κάποια στιγμή βρέθηκα σε μια ομιλία όπου ο ομιλητής αποκάλυψε τη μάχη του με την ομοφυλοφιλία και περιέγραφε τη ζωή του ως ανύπαντρου. Ήταν ευτυχισμένος και πλήρης. Υπήρξε κάτι που είπε όμως, το οποίο με επηρέασε βαθύτατα: υπήρξε μια οικογένεια που τον προσκαλούσε για δείπνο μία φορά την εβδομάδα, κάθε εβδομάδα. Αυτό ήταν και το κλειδί για τον ίδιο. Υπήρξε μία οικογένεια της οποίας ήταν μέλος, που τον είχε κατά μια έννοια υιοθετήσει. Αυτής της μορφής οι βαθιές σχέσεις είναι το κλειδί για κάποιον που δεν μπορεί να αποκτήσει τη δική του οικογένεια. Αυτός είναι και ο ρόλος μας ως εκκλησίας για όποιον είναι ανύπαντρος, ομοφυλόφιλος ή όχι. Πρέπει να τον προσκαλέσουμε στο σπίτι μας, στην οικογένειά μας και στην καρδιά μας. Πρέπει να τον αγαπήσουμε ώστε να μην αναζητήσει αγάπη και αποδοχή κάπου αλλού. Αν τον αποδιώξουμε, αν δεν τον αποδεχτούμε, η αγάπη και η αποδοχή θα προέλθουν από κάπου αλλού και συχνά η προέλευσή τους θα είναι μακριά από τον Χριστό. Πρέπει να τον βοηθήσουμε κι ενθαρρύνουμε να παραμείνει αγνός ενώπιον του Κυρίου.

Πρέπει, τέλος, να αλλάξουμε το πρόσημο δίπλα στη ζωή της αγαμίας από αρνητικό σε θετικό. Στο Α’ Κορ. 7 ο Παύλος εξηγεί το πώς μπορεί να είναι καλό για κάποιον να παραμείνει ανύπαντρος. Δεν το θεωρεί σε καμία περίπτωση κάτι αρνητικό! Γιατί; Επειδή ο ανύπαντρος άνθρωπος δεν μοιράζει τον χρόνο και την αφοσίωσή του μεταξύ του Κυρίου και της οικογένειάς του. Ο ανύπαντρος άνθρωπος μπορεί να είναι πλήρως αφοσιωμένος στον Θεό. Θα ήθελα λοιπόν να ενθαρρύνω κάθε ανύπαντρο αναγνώστη, είτε παλεύει με την ομοφυλοφιλία είτε όχι, να εκμεταλλευτεί την κατάστασή του ως ανύπαντρου στο έπακρο! Να είναι πλήρως αφιερωμένος στο Θεό. Να βρει το σημείο εκείνο στο οποίο ο Θεός εργάζεται και να συνεργαστεί μαζί Του με κάθε ταλέντο και κάθε εμπειρία που μπορεί να έχει. Ο θερισμός είναι πολύς και οι εργάτες λίγοι. Πήγαινε, συνεργάσου με τον Θεό καθώς προκαλείς την κουλτούρα σου και γίνε κι εσύ ένας από τους υπευθύνους πίσω από την αλλαγή του κόσμου!

Tα νεα άρθρα σε email

Εγγραφείτε στο newsletter μας για να λαμβάνετε τα νέα άρθρα όταν δημοσιεύονται.

Scroll to top