Άρθρο 8 – Περί σωτηρίας και εκλογής

Το άρθρο αυτό αφορά τη σωτηρία και την εκλογή του Θεού. Σημειώνουμε ότι ξεκινά σοφά με την αγάπη του Θεού. Ο λόγος περί σωτηρίας πρέπει να έχει αφετηρία την άπειρη αγάπη του Θεού για τον κόσμο. Συχνά μιλούμε και εξηγούμε την προσφορά της λύτρωσης, τονίζοντας τη δικαιοσύνη, την αγιότητα ακόμη και την οργή του Θεού. Χωρίς να παραβλέπουμε αυτές τις πτυχές, είναι σημαντικό και πιστό στη βιβλική αποκάλυψη να τονίζουμε και να δίνουμε προτεραιότητα στην αγάπη του Θεού. Επειδή τόσο ο Θεός αγάπησε τον κόσμο, έδωσε τον μονογενή Του Υιό. Μιλούμε για σωτηρία, επειδή ο Θεός είναι Θεός αγάπης. Και μέσα στο πλαίσιο των αδιαίρετων ενεργειών της αγίας Τριάδας ο Πατέρας και ο Υιός εργάζονται μαζί για τη σωτηρία μας.

Η ανάλυση του άρθρου αυτού θα είναι ασύμμετρη, καθώς θα ασχοληθούμε κυρίως με το θέμα της εκλογής, μιας και είναι αρκετά ακανθώδες, αμφιλεγόμενο και σε μεγάλο βαθμό παρανοημένο και παρεξηγημένο. Ο Francis Turretin, σχολαστικός θεολόγος του 17ου αιώνα, έλεγε ότι, όταν μιλούμε για το δόγμα της θείας εκλογής, υπάρχουν δύο λάθη. Το πρώτο είναι η στάση της άγνοιας και της αδιαφορίας. Δηλαδή, δεν καταλαβαίνω το δόγμα αυτό που μάλλον με προβληματίζει και δεν μπαίνω καν στον κόπο να προσπαθήσω. Από την άλλη, υπάρχει το λάθος της περιέργειας, δηλ. να προσπαθούμε να αναλύσουμε και να εξηγήσουμε κάθε πτυχή του. Στα δύο αυτά άκρα πρέπει να αντισταθούμε, μένοντας πιστοί στην αρχή του Sola Scriptura, του «μόνο η Γραφή». Αυτό σημαίνει ότι, μιλώντας για το δόγμα αυτό, πρέπει να μείνουμε σ’ αυτά που ο Θεός ευδόκησε να αποκαλύψει στον Λόγο Του. Τέτοια θέματα γεννούν πληθώρα θεολογικών ερωτημάτων στα οποία η Γραφή δεν απαντά. Εμείς πρέπει να μείνουμε μέσα στα πλαίσια της βιβλικής αποκάλυψης και να μιλήσουμε με τη γλώσσα που μας δίνει η Γραφή, αποφεύγοντας εικοτολογίες και υποθετικές δογματικές αναλύσεις. Να κατανοήσουμε το δόγμα αυτό μέσα από την οπτική γωνία που η Γραφή μάς καλεί να το προσεγγίσουμε. Ας δούμε ποια είναι αυτή.

Στην καρδιά του δόγματος της θείας εκλογής βρίσκεται μία ερώτηση που την διατυπώνουν οι μαθητές του Ιησού. Διαβάζουμε στο Κατά Λουκάν 18:26: «Όσοι Τον άκουσαν είπαν: “Τότε ποιος μπορεί να σωθεί;”». Το πλαίσιό της είναι η ιστορία του πλούσιου νέου που πλησιάζει τον Ιησού. Η περίπτωση του ανθρώπου αυτού μοιάζει να είναι η ιδανική συνθήκη για κάποιον ώστε να σωθεί. Πηγαίνει με λαχτάρα, προθυμία και θέλει να μάθει τι να κάνει, για να κληρονομήσει αιώνια ζωή. Φεύγει όμως απογοητευμένος, και ο Ιησούς μιλά για το πόσο δύσκολο είναι για τους πλούσιους να μπουν στη βασιλεία του Θεού. Τότε, όσοι είδαν το περιστατικό αυτό και άκουσαν τον Ιησού είπαν, «τότε ποιος μπορεί να σωθεί;». Αν όχι αυτός, τότε ποιος; Το ερώτημα αυτό είναι ρητορικό, και η προφανής απάντηση δεν είναι όλοι, αλλά μάλλον κανένας! Αυτό λέει ο απ. Παύλος σε μια γνωστή περικοπή στην Προς Ρωμαίους Επιστολή, όταν γράφει:

Το λέει και η Γραφή: Δεν υπάρχει δίκαιος άνθρωπος, ούτε ένας. Δεν υπάρχει κανένας με σύνεση. Δεν υπάρχει κανένας που να αναζητεί το Θεό. Όλοι απομακρύνθηκαν από το Θεό, όλοι εξαχρειώθηκαν. Κανένας, μα κανένας δεν κάνει το καλό. Το λαρύγγι τους είναι σαν τάφος ανοιχτός, απ’ τη γλώσσα τους βγαίνει μόνο ψέμα, τα χείλη τους κρύβουν φαρμάκι οχιάς. Το στόμα τους είναι γεμάτο από πικρόχολες κατάρες. Τρέχουν γρήγορα τα πόδια τους όταν είναι για φόνο, συντρίμμια και καταστροφές αφήνουν στο διάβα τους. Κι ούτε καν ξέρουν τι θα πει ειρήνη. Ζουν χωρίς φόβο Θεού.

Ρωμαίους 3:9-11

Εδώ έχουμε μία συναρμογή από πολλές περικοπές από την Παλαιά Διαθήκη, που μαζί συνθέτουν τη θλιβερή ετυμηγορία: δεν υπάρχει κανένας που να αναζητά τον Θεό. Άρα ποιος μπορεί να σωθεί; Ή αλλιώς, πώς είναι δυνατόν κάποιος να έχει σωθεί; Η απάντηση είναι κανείς, εάν δεν παρέμβει σωτηριακά ο Θεός. Αυτό εννοεί η Ομολογία Πίστεως, όταν σημειώνει ότι «ο Θεός στην ανεξιχνίαστη ευδοκία Του, απέκτησε έναν δικό Του λαό… τον οποίο εξέλεξε εν Χριστώ».

Με άλλα λόγια, το δόγμα αυτό δεν έρχεται να απαντήσει σε κάθε ερώτημα που ενδεχομένως έχουμε σχετικά με τη σωτηρία, αλλά κυρίως στο ερώτημα «γιατί έχω σωθεί;». Από την στιγμή που «κανένας δεν αναζητά το Θεό», τότε πώς έγινε κι εγώ τον αναζήτησα και σώθηκα; Η απάντηση στο ερώτημα αυτό δίνεται από τον Χριστό:

Αυτά που για τους ανθρώπους είναι αδύνατα, για το Θεό είναι δυνατά. 

Λουκάς 18:27

Εξηγεί αλλού τι εννοεί με αυτό, όταν λέει:

Κανένας δεν μπορεί να έρθει κοντά Μου, αν δεν τον ελκύσει ο Πατέρας που Μ’ έστειλε…,

”Γι’ αυτό σας είπα ότι κανείς δεν μπορεί να έρθει κοντά Μου”, τους έλεγε, “αν δεν του έχει δοθεί η δύναμη από τον Πατέρα”.

Ιωάννης 6:44, 65

Η διδασκαλία περί της θείας εκλογής γεννά πολλά ερωτήματα, αλλά η Γραφή στοχεύει και επικεντρώνεται κυρίως σε ένα: «γιατί εγώ; γιατί είμαι εδώ; γιατί πιστεύω;», και στο ερώτημα αυτό η απάντηση είναι ξεκάθαρη: επειδή ο Θεός! Επειδή ο Θεός εργάστηκε στη ζωή μου και με αφύπνισε, με έλκυσε, με κέρδισε, με ζωοποίησε, με αναγέννησε! Γιατί λοιπόν έχω σωθεί; Επειδή ο Θεός με έσωσε. Ίσως όμως αναρωτηθούμε «και γιατί ο Θεός να με σώσει;». Ίσως πούμε, επειδή πίστεψα. Τότε θα ρωτήσουμε, και γιατί πίστεψες; Ίσως πούμε, επειδή αναζητούσα. Θα συνεχίσουμε ρωτώντας, και γιατί αναζητούσες; Ίσως πούμε, επειδή είχα μια ανοιχτή καρδιά. Ξανά επιστρέφει το ερώτημα, και γιατί η καρδιά σου ήταν ανοιχτή; Θα μπορούσαμε να συνεχίσουμε την αλυσίδα των ερωτημάτων αυτών. Το κλειδί είναι ότι η τελική απάντηση είναι «η ανεξιχνίαστη ευδοκία» του Θεού. Το τελικό αίτιο που εξηγεί όλα τα άλλα ενδιάμεσα αίτια είναι η αγάπη του Θεού. Μια τέτοια κατανόηση πρέπει να μας οδηγήσει σε μια ταπεινή και ριζοσπαστική δοξολογία, όπως εκφράζεται στον γνωστό ύμνο

Τι είμαι εγώ, ώστε ο Κύριος της γης για μένα να νοιαστεί και να μ’ αφουγκραστεί!

Tα νεα άρθρα σε email

Εγγραφείτε στο newsletter μας για να λαμβάνετε τα νέα άρθρα όταν δημοσιεύονται.

Scroll to top