Ολιστική πνευματική αύξηση

two men hugging on focus photography

Στην εποχή της Καινής Διαθήκης κανένα άτομο δεν σώθηκε με μοναδικό σκοπό να απολαύσει μια προσωπική σχέση με τον Θεό. Σύμφωνα με την Καινή Διαθήκη, όταν ένα άτομο σώζεται ενώνεται με μια κοινότητα.1 Η σωτηρία περιλαμβάνει συμμετοχή στην κοινότητα-οικογένεια του Θεού. Σωζόμαστε «σε ένα σώμα», όπως φανερώνει η περικοπή από Α΄ Κορινθίους 12:13. Στο Ευαγγέλιο επίσης βρίσκουμε συχνά τον Ιησού να προσκαλεί ανθρώπους να εγκαταλείψουν τις οικογένειες τους και να Τον ακολουθήσουν. Αλλά το να ακολουθήσεις τον Ιησού τον πρώτο αιώνα δεν θα μπορούσε ποτέ να υποβιβαστεί σε μια υποκειμενική, ατομική εμπειρία, όπως αυτό που εννοούμε εμείς στην εποχή μας όταν αναφερόμαστε στην «προσωπική σχέση με τον Θεό” και στην έννοια του “προσωπικού Σωτήρα”. Για τους μαθητές του Ιησού αυτό σήμαινε χαλάρωση των δεσμών με τη φυσική οικογένειά τους, προκειμένου να ενωθούν με την αιώνια οικογένεια του Θεού. Ο Παύλος και οι υπόλοιποι Απόστολοι στην πρώτη εκκλησία, επίσης, κήρυξαν με ακρίβεια τις διδασκαλίες του Ιησού για την κοινότητα του Θεού όταν μοιράστηκαν το ευαγγέλιο στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Το να ακολουθήσεις τον Ιησού σήμαινε να ενταχθείς στην κοινότητα του Ιησού. Η σκέψη ότι ένα άτομο θα μπορούσε με κάποιον τρόπο να αυξηθεί πνευματικά και να αποκτήσει μια «προσωπική σχέση με τον Θεό» έξω από την οικογένεια της Χριστιανικής πίστης – παραμένοντας απομονωμένος Χριστιανός – ήταν απλώς ακατανόητη! Η σωτηρία λοιπόν έχει τεράστιες κοινωνιολογικές και θεολογικές επιπτώσεις.

Η κοινοτική προσέγγιση του Χριστιανισμού που χαρακτηρίζει τους μεταρρυθμιστές του δέκατου έκτου και δέκατου έβδομου αιώνα, δυστυχώς έδωσε τη θέση της σε μια εκδοχή της χριστιανικής πίστης που επικεντρώθηκε σχεδόν αποκλειστικά στην έννοια της προσωπικής σωτηρίας. Η δημοφιλής θεώρηση του σύγχρονου ευαγγελικού κόσμου είναι ότι η Εκκλησία δεν έχει καμία σχέση με τη σωτηρία και ότι αν έρχεται στο προσκήνιο έρχεται ως ένα είδος βοήθειας για την ατομική ανάπτυξη του πιστού. Ο στόχος του Ευαγγελισμού επίσης στις ημέρες μας δεν περιλαμβάνει τα καλά νέα της ένωσης με την κοινότητα του Θεού, καθώς έχει υποβιβαστεί στην πραγματοποίηση της προσευχής του αμαρτωλού από τον ευαγγελιζόμενο ή στην ανταπόκριση του κατά κάποιον τρόπο στην πρόσκληση του ευαγγελιστή. Μόνο αφού σωθεί ένας άνθρωπος με αυτόν τον τρόπο ενθαρρύνεται να βρει μια εκκλησία που θα τον βοηθήσει να μεγαλώσει στην προσωπική του σχέση με τον Χριστό. Βεβαίως, οι πρακτικές συνέπειες όλων αυτών για τη ζωή μας και για τις εκκλησίες στη χώρα μας είναι τεράστιες. Διαχωρίζοντας τη σωτηρία από την εκκλησία και ζώντας σε ένα πολιτιστικό πλαίσιο που είναι ήδη κοινωνικά κατακερματισμένο, δίνουμε εμμέσως στους ανθρώπους την άδεια να εγκαταλείψουν την οικογένεια του Θεού όταν η κοινή πορεία γίνεται δύσκολη για να πάρουν τις προσωπικές αποφάσεις τους με τον Ιησού σε μια άλλη εκκλησία, σε μια άλλη περιοχή της πόλης μας (ή στο επόμενο διαδικτυακό click- για να είμαστε πιο επίκαιροι) ή, ακόμη χειρότερα, να παραμείνουν ασύνδετοι από οποιαδήποτε εκκλησιαστική οικογένεια. Όμως με αυτή τη διαδικασία διαχωρίζουμε την έννοια της Σωτηριολογίας από αυτή της Εκκλησιολογίας και αφαιρούμε από το ευαγγέλιο αυτό που η Αγία Γραφή θεωρεί κεντρικό στη διαδικασία αγιασμού, δηλαδή τη δέσμευση στην κοινότητα του Θεού και τη διακονία της. Στην προαναφερθείσα αντίληψη επίσης απουσιάζει κάθε έννοια συλλογικότητας στην πνευματική αύξηση της Εκκλησίας καθώς υπερτερεί η ατομική πνευματική ανάπτυξη έναντι της συλλογικής.

Συνήθως στην κατανόηση των σύγχρονων ευαγγελικών η πορεία της πνευματικής ανάπτυξης ξεκινά με τη μεταστροφή ενός ανθρώπου που ακολουθείται από τη συμμετοχή του σε μια τοπική εκκλησία και καταλήγει στη βιβλική εκπαίδευση του πιστού. Σύμφωνα όμως με τα κείμενα της Αγίας Γραφής, η Εκκλησία (ο λαός του Θεού) δεν είναι απλώς το πλαίσιο στο οποίο καταλήγει κάποια στιγμή ο άνθρωπος που έχει σωθεί, αλλά η κοινότητα του Θεού (Εκκλησία) είναι το πλαίσιο το οποίο δημιουργείται εξαιτίας της σωτηρίας ενός ανθρώπου! Τόσο η Παλαιά όσο και η Καινή Διαθήκη μαρτυρούν για την προαναφερθείσα πραγματικότητα. Η πρώτη χρήση της ορολογίας της σωτηρίας στις Εβραϊκές Γραφές συμβαίνει στο πλαίσιο της απελευθέρωσης του Ισραήλ από την Αίγυπτο κάτω από τον ισχυρό βραχίονα του Θεού. Αυτή η απελευθέρωση από τη δουλεία συνδέεται στις αφηγήσεις της Παλαιάς Διαθήκης με την ίδρυση του λαού του Θεού, του έθνους του Ισραήλ. Αυτή η αλήθεια επιβεβαιώνεται και από τα κείμενα της Καινής Διαθήκης. Μια από τις σημαντικές περικοπές στην Καινή Διαθήκη που συνδέει την σωτηρία με την κοινότητα της Εκκλησίας προέρχεται από το βιβλίο των Πράξεων, 2ο κεφάλαιο (εδάφια 37-41).Τα συγκεκριμένα εδάφια φανερώνουν ότι για τον πρώιμο χριστιανισμό η ατομική σωτηρία κατανοήθηκε ως απελευθέρωση από «τη διεστραμμένη γενιά» στην οικογένεια του Θεού. Το κήρυγμα του Πέτρου καθιερώνει μια αρχή που μπορεί να εντοπιστεί μέσα στην Καινή Διαθήκη και στους τρεις πρώτους αιώνες της πρώιμης εκκλησιαστικής ιστορίας, ότι δηλαδή οι άνθρωποι σώζονται και γίνονται μέλη της κοινότητας του Χριστού.

H σωτηρία δημιουργεί την κοινότητα του λαού του Θεού η οποία και αποτελεί τη μαρτυρία του Θεού στον κόσμο. Αυτή την αλήθεια άλλωστε φαίνεται να επιβεβαιώνει και ο Ιησούς στο Ευαγγέλιο του Ιωάννη 17, όταν θα αναφέρει: “Εγώ ενωμένος μαζί τους κι εσύ ενωμένος μαζί μου, ώστε ν’ αποτελούν μια τέλεια ενότητα, κι έτσι ο κόσμος να καταλαβαίνει ότι μ’ έστειλες εσύ κι ότι αγάπησες κι αυτούς όπως αγάπησες εμένα”. Σε αυτό το πλαίσιο σημαντική είναι η δυναμική των σχέσεων που υπάρχει ανάμεσα στα μέλη της κοινότητας του Χριστού (τοπική Εκκλησία) εξαιτίας της πίστης τους στο Ευαγγέλιο.2 Οι άνθρωποι παρατηρούν τη ζωή της κοινότητας του Χριστού και έλκονται από αυτή τη δυναμική του ευαγγελίου στις ανθρώπινες σχέσεις, σε σημείο τελικά να επιθυμούν και αυτοί με τη σειρά τους να δώσουν τη ζωή τους στον Ιησού και να ενωθούν με την Εκκλησία Του. Σε αυτό το πλαίσιο της κοινότητας του Χριστού το ζητούμενο δεν είναι απλώς η ατομική ανάπτυξη αλλά η ατομική ανάπτυξη που συντελεί στη συλλογική πνευματική ανάπτυξη της Εκκλησίας. Βεβαίως η μόνη ικανή δύναμη που διασφαλίζει αυτό το αποτέλεσμα είναι το κήρυγμα και η διδασκαλία του γνήσιου Ευαγγελίου. Το Ευαγγέλιο είναι η δύναμη της Εκκλησίας και συντελεί στην πνευματική ανάπτυξη της Εκκλησίας με τρόπους που ποτέ δεν θα μπορούσαν να διαμορφωθούν από ανθρώπινους παράγοντες. Πολύ περισσότερο συντελεί στη διαμόρφωση μιας ολιστικής πνευματικής ανάπτυξης που ανταποκρίνεται αφενός στις ανάγκες του εκάστοτε παρόντος αλλά και αφετέρου στη διαμόρφωση μιας ισορροπημένης πνευματικής ανάπτυξης που δεν αγνοεί σημαντικές πτυχές της Χριστιανικής ζωής (Λατρεία προς τον Θεό, Κήρυγμα του Ευαγγελίου, σχέσεις οικειότητας μέσα στην Εκκλησία, αξιοποίηση των χαρισμάτων κάθε πιστού, Ευαγγελισμός, πάθος για δικαιοσύνη).3 Το ευαγγέλιο συνεπώς δεν είναι απλώς τα αρχικά στάδια της χριστιανικής ζωής (το Α και Β), αλλά όλη η Χριστιανική ζωή (από το Α ως το Ω). Είναι ανακριβές το να πιστεύουμε ότι το ευαγγέλιο είναι αυτό που σώζει τους Χριστιανούς και ότι μετά οι Χριστιανοί ωριμάζουν με το να προσπαθούν σκληρά να ζήσουν σύμφωνα με τις βιβλικές αρχές.4 Είναι πιο ακριβές να πούμε ότι σωζόμαστε με το να πιστεύουμε το ευαγγέλιο και τότε μεταμορφωνόμαστε σε κάθε πτυχή του νου μας, της καρδιάς μας και της ζωής μας, με το να πιστεύουμε όλο και πιο βαθιά το ευαγγέλιο, καθώς πορευόμαστε στη ζωή μας (βλ. Ρωμ. 12:1-2, Φιλ. 1:6, 3:13-14).5

Όταν στην Εκκλησία το Ευαγγέλιο γίνει το κέντρο όλης της πνευματικότητας, τότε παρατηρείται όχι απλώς η συλλογική διάσταση της πνευματικής αύξησης αλλά η ολιστική διάσταση της πνευματικής αύξησης. Οι Χριστιανοί αρχίζουν να βιώνουν την ομορφιά, τη δύναμη και την αγάπη του Θεού δια του έργου του Αγίου Πνεύματος και συγκλονισμένοι από την πατρική αγάπη του Θεού θέτουν τη σχέση τους με τον Χριστό και την Εκκλησία του πρώτη στη ζωή τους, καθώς οι ίδιοι αποφασίζουν να γίνουν μάρτυρες αυτής της θείας αγάπης στον κόσμο.6 Αυτή η ολιστική πνευματική αύξηση ξεκινά πάντα με μια βαθύτερη πεποίθηση της προσωπικής αμαρτίας και στη συνέχεια προχωρά σε μια βαθιά κατανόηση και απόλαυση της χάρης και της αγάπης του Θεού. Όσο βαθύτερα αισθάνεται το χρέος της αμαρτίας, τόσο πιο έντονα αισθάνεται το θαύμα της αγάπης του Θεού.

Υπάρχουν συνεπώς σημαντικοί λόγοι, βιβλικοί και πρακτικοί, για να επανεξετάσουμε την κατανόηση μας για τη Σωτηριολογία μας και να επαναπροσδιορίσουμε τις πρακτικές των Εκκλησιών μας υπό το φως του ευαγγελίου ώστε με τη χάρη του Θεού να βιώσουμε την ομορφιά της ολιστικής πνευματικής αύξησης.7 Αμήν!

  1. Ed Clowney, Living in Christ’s Church, 111 – 112
  2. Archibald Alexander in Lectures on Revivals by W.B. Sprague, 5
  3. Timothy Keller, Center Church, Κεφάλαιο 19
  4. Lovelace, Dynamics of Spiritual Life, 277
  5. Timothy Keller, Center Church, Κεφάλαιο 3
  6. Jonathan Edwards, “A Divine and Supernatural Light,” in Work, vol.11
  7. Lloyd-Jones, Revival,197

Tα νεα άρθρα σε email

Εγγραφείτε στο newsletter μας για να λαμβάνετε τα νέα άρθρα όταν δημοσιεύονται.

Scroll to top