Θέματα oρθόδοξης θεολογίας μέσα από την ματιά ενός ευαγγελικού (μέρος 2ο)

person holding white printer paper

Η θέωση – διάλογος και αντίλογος1

Η μεγάλη αφήγηση!

Όπως δείξαμε στο προηγούμενο άρθρο μας, η εμπειρία της θέωσης όπως την αντιλαμβάνεται η ορθόδοξη θεολογία μπορεί να αντιστοιχισθεί με πτυχές της σωτηρίας που αποδέχεται και η διαμαρτυρόμενη. Εδώ όμως θυμόμαστε την προειδοποίηση ότι η θέωση ανήκει σε ένα ευρύτερο πλέγμα θεολογικών και εκκλησιολογικών θέσεων και προϋποθέσεων. Θα πρόσεθετα, επιπλέον ότι εντάσσεται μέσα σε ένα ιδιαίτερο “μεγάλο αφήγημα” της ιστορίας της σωτηρίας. Ο καθ. Σταύρος Γιαγκάζογλου ξεδιπλώνει εξαιρετικά αυτήν τη βασική αφήγηση στο άρθρο του “Αμαρτία, ελευθερία και αυτεξούσιο” στο περιοδικό Σύναξη.2 Παραθέτω τα κομβικά σημεία:

“Ως εικόνα του κόσμου και ως εικόνα του Θεού, ο άνθρωπος έχει ευθύνη και αποστολή να ασκήσει την ελεύθερη βούλησή του ώστε εν καιρώ να κοινωνήσει πλήρως με τον Θεό και έτσι να οδηγήσει και την υπόλοιπη δημιουργία στη θεία ζωή” […] “Η δημιουργία του κόσμου και του ανθρώπου δεν υπήρξε ένα τετελεσμένο γεγονός, αλλά ήταν και είναι δυναμικά προσανατολισμένη σε μία εσχατολογική πληρότητα, καθόσον το νόημα του κόσμου αλλά και του ανθρώπου βρίσκεται στον ίδιο τον Θεό […] Η θεώρηση αυτή δείχνει ότι η πλάση του ανθρώπου ενέχει εξαρχής χριστολογικές καταβολές” […] “ο άνθρωπος αποφασίζει να γίνει ο ίδιος το έσχατο κέντρο αναφοράς όλης της δημιουργίας […] Η αρχική δυνατότητα του ανθρώπου να εξομοιωθεί με τον Θεό, ώστε να ενώσει και τη δημιουργία ολόκληρη με τη ζωή του ακτίστου, σταμάτησε βίαια” […] “Το ρήγμα που προκάλεσε το προπατορικό αμάρτημα στη σχέση κτιστού και ακτίστου μπορεί να διορθωθεί. Το σχέδιο του Θεού δεν άλλαξε. Άλλωστε, το ανθρώπινο γένος και πριν από τον θάνατο ήταν θνητό λόγω της κτιστότητάς του”3 […] “Η αρχέγονη χριστολογική προοπτική λαμβάνει πλέον καινούργια μορφή” […] “Το αυτεξούσιο του (ανθρώπου) αν και εξασθενημένο, υφίσταται πάντοτε και έχει τη δυνατότητα, διαπιστώνοντας την αστοχία του, να στρέψει και πάλι προς τον Θεό την κίνησή του” […] “Μία νέα περίοδος αρχίζει ώστε ο άνθρωπος, σταδιακά παιδαγωγούμενος, να επιστρέψει εθελούσια στην θεία υιοθεσία και να προχωρήσει στην πληρότητα της σχέσης του με τον Θεό” […] “Την αστοχία και αλλοτρίωση των προπατόρων από τη ζωή του Θεού κληρονομούν ως ασθένεια της ανθρώπινης φύσης οι απόγονοί τους, μετέχοντες στην ίδια φθαρτή φύση των δερματίνων χιτώνων”.

“Ο άνθρωπος μόνος από την άλογη αλλά και τη λογική κτίση είχε το προνόμιο να ενώσει το κτιστό με το άκτιστο […] Συνεπώς, δια του ανθρώπου έπρεπε και πάλι να γίνει η αναμόρφωση και η ανόρθωση του κτιστού” […] “Τη λύση του δράματος και του αδιεξόδου της κτιστής ύπαρξης μέσα στην αναγκαιότητα της φθοράς και του θανάτου παρέχει ο ίδιος ο Θεός […] Η λύση της χριστολογίας στο αδιέξοδο της οικονομίας του Αδάμ θα έπρεπε να σημάνει υπέρβαση του θανάτου όχι ως εξωτερική και υπερβατική αρχή, αλλά μέσα από την ίδια τη φύση του κτιστού που εθελούσια τον υπέστη […] Χρειαζόταν νέος Αδάμ” […] “Η παράδοξη παρέμβαση του Υιού περιλαμβανόταν κατά κάποιο τρόπο στη θετική ανέλιξη της οικονομίας του Αδάμ ως σταδιακής ένωσης του κτιστού και ακτίστου. Ο Χριστός δεν είναι αποτέλεσμα ούτε της αμαρτίας, ούτε του διαβόλου. Αν ο Αυγουστίνος αλλά και ο Λούθηρος επικεντρώνουν τη διδασκαλία τους στο προπατορικό αμάρτημα […] οι Έλληνες Πατέρες επιμένουν στην ενανθρώπηση ως πραγμάτωση του αρχικού σκοπού της δημιουργίας του ανθρώπου […] Η ενανθρώπηση υπήρξε ο απόλυτος και πρωταχρικός σκοπός του Θεού στην πράξη της δημιουργίας” […] “Το μυστήριο της ενανθρώπησης ως ένωση κτιστού και ακτίστου στην υπόσταση του Λόγου συνιστάται από την ενέργεια και χάρη του Αγίου Πνεύματος στην Παρθένο Μαρία. Θείος και ανθρώπινος παράγοντας συμβάλλουν αποφασιστικά με τον ιδιαίτερο τρόπο τους στην πραγματοποίησή του, ώστε η αλήθεια της ενανθρώπησης εξαρτάται από την εν Χριστώ ακεραιότητα και πληρότητα και της θεότητας και της ανθρωπότητας” […] “Η εν Χριστώ ζωή, η οποία βιώνεται κατ’ εξοχήν στα μυστήρια της Εκκλησίας και επεκτείνεται στην προσωπική και κοινωνική ζωή, αποτελεί χαρισματική δωρεά. Όμως, ο αγιασμός και η τελείωση των πιστών προϋποθέτουν την ανθρώπινη ελευθερία και συνεργασία για την υποδοχή, διαφύλαξη και καρποφορία της παρεχόμενης από τα μυστήρια χάρης.” […] “Η χριστιανική άσκηση δεν είναι κάποια πνευματική γυμναστική αλλά η ελεύθερη συμμετοχή στον Σταυρό του Χριστού ως αγαπητική κένωση του εαυτού και συνάντηση με τον άλλο ως αδελφό”.

Αποκωδικοποιώντας αυτό το αφήγημα θα σταθούμε στα σημεία που πιστεύουμε ότι χωρούν συζήτηση ή τα θεωρούμε προβληματικά από την σκοπιά της ευαγγελικής θεολογίας.

1. Ο δυναμισμός της δημιουργίας

Σε σχέση με το θέμα αυτό υπάρχουν δύο σημεία που αξίζει να υπογραμμίσουμε. Το πρώτο είναι ο κίνδυνος, έστω και ασυναίσθητα, να αμφισβητήσουμε την αρχική αγαθότητα της κτιστής δημιουργίας. Τι ακριβώς εννοούμε λέγοντας ότι “η σωτηρία του κτιστου αποτελουσε ἑνα κατ’ ἐξοχην ὑπαρκτικο πρόβλημα”;4 Δίνεται η εντύπωση ότι η κτιστή φύση εξ αρχής και από την υπαρκτική της υπόσταση χρειάζεται “σωτηρία”. Στην σκέψη πολλών επιφανών θεολόγων η φύση, όχι λόγω της πτώσεως αλλά από την ίδια την “κτιστή” υπόστασή της, συνδέεται με την αναγκαιότητα και την τρεπτότητα κάτι που την καθιστά βασανιστικό καταναγκασμό.5 Για αυτό και χρειάζεται “σωτηρία”. Θυμίζουμε όμως ότι η θεία ετυμηγορία ήταν πως όλα στην κτιστή δημιουργία ήταν “καλά λίαν”. Η εσχατολογική ελπίδα που διατυπώνει η Καινή Διαθήκη αναγνωρίζει την ανάγκη απολύτρωσης της φύσεως – απολύτρωσης όμως όχι από την ιδιότητα της κτιστότητας αλλά από τα σημάδια της μεταπτωτικής φθοράς (Ρωμαίους 3:21) ώστε να έχουμε “καινή γη” και “καινούς ουρανούς” (Ησαΐας 65, 66 και Αποκάλυψη 21). 

Το δεύτερο, και κατά τη γνώμη μας πιο σοβαρό ζήτημα αυτής της αφήγησης, είναι ο απόλυτος ανθρωποκεντρισμός της. Είναι σαν να παρέδωσε ο Θεός τη δημιουργία του στον άνθρωπο, ο οποίος πλέον έχει τον τελικό λόγο για το πεπρωμένο της. Ο Θεός μπορεί μόνο μέσα από την ανθρώπινη ελεύθερη συγκατάθεση να ενεργήσει προς τη δημιουργία Του. 

Γράφει, μέσα στο ίδιο πνεύμα, ο Δημήτριος Στανιλοάε, “ο Θεός είναι μία ατελείωτη πηγή πνευματικής ενέργειας που ανοίγει προς τον κόσμο και ο κόσμος είναι ικανός να ανοίγει τα δικά του εσώτατα βάθη προς αυτήν την ενέργεια […] Ο κόσμος είναι ανοιχτός προς τον Θεό και ο Θεός είναι ανοιχτός προς τον κόσμο, αλλά ο καθένας διατηρεί την ελευθερία του […] Υπάρχουν αγωγοί μέσω των οποίων ο Θεός διοχετεύει την ενέργειά του προς τον κόσμο. Για παράδειγμα, ο Θεός, στην πραγματικότητα, διοχετεύει στον κόσμο την ενέργεια που απατείται για να τον διατηρήσει στην ύπαρξη αλλά διοχετεύει σε αυτόν την μεταμορφωτική ενέργειά του μόνο εάν ο κόσμος, μέσω της μεσολάβησης του ανθρώπου, ενεργητικά την επιθυμεί.”6 

Η Καινή Διαθήκη συμφωνεί ότι η δημιουργία έχει ως σκοπό τον Χριστό και τη συνάντηση μαζί του. Όμως στο κέντρο της εκπλήρωσης αυτού του θελήματος είναι ο Θεός και όχι ο άνθρωπος. 

Διαβάζουμε στην Εφεσίους 1: 9-11: “γνωρίσας ἡμῖν τὸ μυστήριον τοῦ θελήματος αὐτοῦ, κατὰ τὴν εὐδοκίαν αὐτοῦ ἣν προέθετο ἐν αὐτῷ εἰς οἰκονομίαν τοῦ πληρώματος τῶν καιρῶν, ἀνακεφαλαιώσασθαι τὰ πάντα ἐν τῷ Χριστῷ, τὰ ἐπὶ τοῖς οὐρανοῖς καὶ τὰ ἐπὶ τῆς γῆς ἐν αὐτῷ. ἐν ᾧ καὶ ἐκληρώθημεν προορισθέντες κατὰ πρόθεσιν τοῦ τὰ πάντα ἐνεργοῦντος κατὰ τὴν βουλὴν τοῦ θελήματος αὐτοῦ”.

Και στην προς Κολοσσαείς 1:14-19:

“ἐν ᾧ ἔχομεν τὴν ἀπολύτρωσιν, τὴν ἄφεσιν τῶν ἁμαρτιῶν· ὅς ἐστιν εἰκὼν τοῦ θεοῦ τοῦ ἀοράτου, πρωτότοκος πάσης κτίσεως, ὅτι ἐν αὐτῷ ἐκτίσθη τὰ πάντα ἐν τοῖς οὐρανοῖς καὶ ἐπὶ τῆς γῆς, τὰ ὁρατὰ καὶ τὰ ἀόρατα, εἴτε θρόνοι εἴτε κυριότητες εἴτε ἀρχαὶ εἴτε ἐξουσίαι· τὰ πάντα διʼ αὐτοῦ καὶ εἰς αὐτὸν ἔκτισται· καὶ αὐτός ἐστιν πρὸ πάντων καὶ τὰ πάντα ἐν αὐτῷ συνέστηκεν, καὶ αὐτός ἐστιν ἡ κεφαλὴ τοῦ σώματος τῆς ἐκκλησίας· ὅς ἐστιν ἀρχή, πρωτότοκος ἐκ τῶν νεκρῶν, ἵνα γένηται ἐν πᾶσιν αὐτὸς πρωτεύων, ὅτι ἐν αὐτῷ εὐδόκησεν πᾶν τὸ πλήρωμα κατοικῆσαι καὶ διʼ αὐτοῦ ἀποκαταλλάξαι τὰ πάντα εἰς αὐτόν, εἰρηνοποιήσας διὰ τοῦ αἵματος τοῦ σταυροῦ αὐτοῦ, [διʼ αὐτοῦ] εἴτε τὰ ἐπὶ τῆς γῆς εἴτε τὰ ἐν τοῖς οὐρανοῖς.”7

Και στις δύο παραπάνω περικοπές η έμφαση δίνεται ξεκάθαρα στην κυρίαρχη βουλή του Θεού. Ο άνθρωπος και η ένωσή του με τον Θεό δεν είναι η προϋπόθεση της ανακεφαλαίωσης των πάντων εν τω Χριστώ αλλά μέρος της και απαρχή της. Δηλαδή, είναι ο καρπός της πρωτοβουλίας και της ενέργειας του Θεού εν Χριστώ και όχι η αιτία της. 

2. Η περιθωριοποίηση του Σταυρού

Διαβάζοντας τις δύο παραπάνω περικοπές βλέπουμε επίσης ότι η κομβική προϋπόθεση για την εκπλήρωση αυτού του σκοπού του Θεού είναι ο Σταυρός του Χριστού. 

Στην προς Εφεσίους 1:7 διαβάζουμε “ἐν ᾧ ἔχομεν τὴν ἀπολύτρωσιν διὰ τοῦ αἵματος αὐτοῦ, τὴν ἄφεσιν τῶν παραπτωμάτων, κατὰ τὸ πλοῦτος τῆς χάριτος αὐτοῦ”.

Στην προς Κολοσσαείς 1:19-20 “ὅτι ἐν αὐτῷ εὐδόκησεν πᾶν τὸ πλήρωμα κατοικῆσαι καὶ διʼ αὐτοῦ ἀποκαταλλάξαι τὰ πάντα εἰς αὐτόν, εἰρηνοποιήσας διὰ τοῦ αἵματος τοῦ σταυροῦ αὐτοῦ, [διʼ αὐτοῦ] εἴτε τὰ ἐπὶ τῆς γῆς εἴτε τὰ ἐν τοῖς οὐρανοῖς”. 

Η καθοριστική παρέμβαση, το κατεξοχήν σωτηριώδες έργο του Χριστού είναι η σταυρική Του θυσία που είναι αναγκαία για να υπάρχει άφεση των αμαρτιών και συμφιλίωση. Είναι εντυπωσιακό ότι στο ορθόδοξο αφήγημα ο Σταυρός βρίσκεται στο περιθώριο. Στο κείμενο του καθ. Γιαγκάζογλου γίνεται μόνο μία αναφορά στον Σταυρό και αυτή όχι με την έννοια της καθοριστικής παρέμβασης του Θεού αλλά ως ενός καλού παραδείγματος προς μίμηση! Βέβαια, εάν το βασικό σωτηριολογικό αίτημα είναι η ένωση του κτιστού με το άκτιστο τότε η κομβική σωτηριολογική ενέργεια του Θεού είναι η ενσάρκωση. Πιστεύουμε όμως ότι αυτή είναι μία προβληματική ανάγνωση που δεν συνάδει όχι μόνο με τις δύο περικοπές που αναφέραμε αλλά συνολικά με την αφήγηση της Αγίας Γραφής.

3. Τα ‘μυστήρια’

Τέλος, ένα άλλο σημείο αναπόφευκτης διαφωνίας είναι η θεολογία περί μυστηρίων ή αλλιώς ο σακραμενταλισμός. Αυτή η “εν Χριστώ ζωή” στην οποία μετέχει ο πιστός βιώνεται μέσα από τα μυστήρια και κυρίως από το Βάπτισμα και την Θεία Ευχαριστία. Γράφει ο Λόσκι στο κλασσικό έργο του Η Μυστική Θεολογία της Ανατολικής Εκκλησίας, “αι μυστηριακαί ενώσεις, τας οποίας η Εκκλησία προβάλλει εις ημάς —ακόμη και η τελειοτέρα όλων, η ευχαριστιακή ένωσις — αναφέρονται εις την φύσιν ημών, ως αυτή ελήφθη εν τω προσώπω του Χριστού”.9 Μέσα από τη συμμετοχή στα μυστήρια “η φύσις ημών δέχεται εν τη Εκκλησία τας αντικειμενικάς προϋποθέσεις ταύτης της ενώσεως”.10 Το πνεύμα του ανθρώπου ενώνεται “με την χάριν του βαπτίσματος και αυτό εισάγει την χάριν εις την καρδίαν — κέντρον της ανθρώπινης φύσεως, η οποία οφείλει να θεωθεί”.11 Η εκκλησία λοιπόν είναι, σύμφωνα με την γνωστή φράση του Γρηγορίου Παλαμά, “κοινωνία θεώσεως” καθώς μέσα από τα μυστήριά της δίνει τις αντικειμενικές προϋποθέσεις για την ένωση με τον Χριστό. Προϋποθέσεις όμως που πρέπει να ενεργοποιήσει ο πιστός μέσα από την άσκηση και τον αγώνα. Γράφει, ο Λόσκι σε άλλο σημείο, “η μυστηριακή ζωή, η ‘εν Χριστώ ζωή’, θα παρουσιασθή ως ακατάπαυστος μάχη δια την απόκτησιν της χάριτος, η οποία δύναται, να μεταμορφώση την φύσιν, αγών εν ω αι αναβάσεις και αι πτώσεις θα εναλλάσσωνται, χωρίς αι αντικειμενικαί προϋποθέσεις της σωτηρίας να αποσυρθούν ποτέ από τον άνθρωπον.”12 

Χωρίς να θέλουμε να αρνηθούμε τη σημασία των ιερών τελετών της εκκλησίας βλέπουμε ότι  παραμερίζεται η σημασία της πίστης της οποίας η κεντρική σημασία αναδεικνύεται στις σελίδες της Καινής Διαθήκης. 

Ενδεικτικά μόνο αναφέρουμε μερικές περικοπές: 

Στην προς Εφεσίους 3 ο Παύλος προσεύχεται να κατοικήσει ο Χριστός μέσα στις καρδιές των παραληπτών της επιστολής του “δια της πίστεως”. 

Στην Γαλάτας 3:1-2 ο Παύλος ελέγχει τους πιστούς “ανόητοι Γαλάτες, ποιος σας μάτιασε και δεν πιστεύετε στην αλήθεια, εσείς, μπροστά στα μάτια των οποίων ζωγράφισα με το κήρυγμά μου τόσο ζωντανά τον Ιησού Χριστό σταυρωμένο; Αυτό θέλω μόνο να μου πείτε: Τηρώντας τον νόμο δεχτήκατε το Πνεύμα ή ακούγοντας το κήρυγμα και πιστεύοντας;” και παρακάτω “τον Θεό, ο οποίος σας χορηγεί το Πνεύμα και κάνει θαύματα στις συνάξεις σας, τον ξέρετε από την τήρηση του νόμου ή από το κήρυγμα που πιστέψατε;” (εδ. 5). 

Τέλος στην Ρωμαίους 10:9-11 διαβάζουμε “αν ομολογήσεις με το στόμα σου πως ο Ιησούς είναι ο Κύριος και πιστέψεις με την καρδιά σου πως ο Θεός τον ανέστησε από τους νεκρούς, θα βρεις τη σωτηρία. Πραγματικά, όποιος πιστεύει με την καρδιά του, οδηγείται στη δικαίωση, κι όποιος ομολογεί με το στόμα, οδηγείται στη σωτηρία. Όπως λέει η Γραφή: ”Όποιος πιστεύει σ’ αυτόν δε θα ντροπιαστεί.”

4. Η ανθρώπινη συνέργεια ως αναγκαιότητα

Όπως ήδη είπαμε, τα μυστήρια πρέπει να ενεργοποιηθούν μέσα από τη δική μας συνέργεια και προσπάθεια. Γράφει ο Λόσκι, “εν σχέσει προς τα πρόσωπα ημών, τα μυστήρια είναι μέσα, δεδομένα τα οποία πρέπει να πραγματοποιηθούν, να αποκτηθούν, να γίνουν πλήρως ιδικά μας κατά την διάρκειαν συνεχών αγώνων, όπου η θέλησις ημών θα συμμορφωθή προς την βουλήν του Θεού εν Πνεύματι Αγίω τω εν ημίν ενοικούντι.”13

Η “συμμόρφωση” στην οποία ο Λόσκυ αναφέρεται νοηματοδοτείται μέσα από την κομβικής σημασίας για την ορθόδοξη αφήγηση διάκριση μεταξύ της “εικόνας” και της “ομοίωσης”. Η “ομοίωση” αφορά την κλήση μας και είναι αυτή που διαταράρθηκε με την πτώση. Η “εικόνα” του Θεού παραμένει αναλλοίωτη στον άνθρωπο. Ανεξάρτητα από το τι περιεχόμενο δίνουν διάφοροι Ορθόδοξοι θεολόγοι στην έννοια του “κατ’ εικόνα”, αυτό στο οποίο συγκλίνουν όλοι είναι ότι αυτή αφορά την ελευθερία, το αυτεξούσιο του ανθρώπου. Ο άνθρωπος λειτουργεί ως ον με ελεύθερη βούληση από το οποίο ο Θεός δεν μπορεί παρά να περιμένει την συγκατάθεσή του για να ενεργήσει. Έτσι, όπως διαβάσαμε, η ενσάρκωση συμβαίνει μόνο μετά από την συγκατάθεση της Παρθένου Μαρίας. Αν, υποθετικά, η Παρθένος Μαρία στη συνάντησή της με τον άγγελο έλεγε “όχι” τότε η οικονομία του μυστηρίου της ενανθρώπισης θα είχε σταματήσει. Η προσέγγιση αυτή δημιουργεί πολλά ερωτήματα για έναν Ευαγγελικό. Πρώτα από όλα δείχνει να υποτιμά τη βιβλική μαρτυρία για την αμαρτωλή κατάσταση του πεσμένου ανθρώπου η οποία δεν παρουσιάζεται καθόλου θετική και ελπιδοφόρος. Ταυτόχρονα προσπερνά την σημασία της θεϊκής πρωτοβουλίας και την έννοια της χάρης ως απροϋπόθετης προσφοράς που πηγάζει από το ξεχείλισμα της θείας γενναιοδωρίας.14 Τέλος, καθιστά αδύνατη την όποια έννοια εσχατολογίας μιας και από τη στιγμή που το μέλλον εξαρτάται από το αυτεξούσιο του ανθρώπου τότε δεν μπορεί να υπάρχει θείο πεπρωμένο και σχέδιο.

Πέρα από την έννοια της “συγκατάθεσης”, η συνέργεια αφορά και τον “ασκητικό αγώνα”. Γράφει ο Λόσκι, “ολόκληρος η σύνθεσις του ανθρώπου οφείλει να γίνη πνευματική να επιτύχη το ‘καθ’ ομοίωσιν’.15 Αυτό όμως, όπως εξηγεί, “προϋποθέτει μίαν ακατάπαυστον νήψιν του πνεύματος, μίαν συνεχή προσπάθειαν της θελήσεως […] όταν ο ζήλος ελαττούται, όταν η απόφασις κάμπτεται, η χάρις παραμένει ανενέργητος”.16 Αυτή η ασκητική επιδίωξη “συνίσταται εις την κάθαρσιν της ψυχής και η πράξις αυτή θα είναι συνειδητή ως διευθυνομένη υπό του νοός, δυνάμεως θεωρητικής, η οποία θα εισέλθη εις την καρδίαν, θα ενωθή μετ’ αυτής, ενώνουσα, συγκεντρώνουσα, την ανθρώπινην ύπαρξιν εν τη χάριτι”.17 Και συνεχίζει, “η μυστική εμπειρία, η οποία είναι αχώριστος της οδού προς την ένωσιν, δεν δύναται να επιτευχθή ει μη εν τη προσευχή, δια της προσευχής […] Πρέπει όμως η εμφάνισις αυτή να γίνη μία μόνιμος στάσις, πάντοτε συνειδητή, η προσευχή πρέπει να γίνει συνεχής, ακατάπαυστος ως και η αναπνοή, ως ο παλμός της καρδίας. Τούτο απαιτεί μίαν ειδικήν τέχνην, μία τέχνην προσευχής, μίαν ολόκληρην πνευματικήν επιστήμην εις την οποίαν οι μοναχοί αφοσιώνονται εξ ολοκλήρου”.18

Το “δια ταύτα”

Η προσέγγιση του Λόσκι έχει ασκήσει μεγάλη επιρροή, ίσως περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο. Διαβάζοντας τα παραπάνω κανείς μένει με την απορία πώς θα μπορούσε κάποιος να τα ζήσει; Στο προηγούμενο άρθρο μας κάναμε αναφορά στην ομιλία του Norman Russell στην Αθήνα. Τελειώνοντας την ομιλία του ένας ιεράρχης έκανε μία κατά τη γνώμη μας, καίρια ερώτηση: “Αν λοιπόν η λύτρωση είναι η θέωση και εάν η θέωση απαιτεί αυτήν την άσκηση και την προσευχή τότε πώς μπορώ να βοηθήσω έναν ενορίτη μου που ζει την καθημερινότητα της βιοπάλης, εργάζεται, έχει οικογένεια και τρέχει για να καλύψει τις υποχρεώσεις του να την βιώσει;” Δεν θυμάμαι εκείνη τη μέρα να δόθηκε κάποια συγκεκριμένη απάντηση…

Έτσι, η θέωση μένει στην καλύτερη περίπτωση αποτελεί ένα άπιαστο ιδεώδες που μόνο κάποιοι γέροντες μοναχοί μπορεί να έχουν πετύχει. Η Μεταρρύθμιση προσφέροντας μιαν άλλη αφήγηση ουσιαστικά έρχεται να απαντήσει στο “πώς αποκτούμε την απόλαυση εκείνων των ευλογιών που ο Πατέρας έχει παραχωρήσει στον Μονογενή του Υιό — όχι για δική Του προσωπική χρήση αλλά για να να πλουτίσει τον φτωχό και ενδεή άνθρωπο”.19 Στο πώς δηλαδή η “θέωση” θα γίνει εμπειρία και βίωμα εν Χριστώ και δια Αγίου Πνεύματος για τον κάθε πιστό. 

Μία άλλη αφήγηση

Πριν κλείσουμε αξίζει να αναφέρουμε ότι η συζήτηση περί θέωσης μπορεί να ενταχθεί και σε μία άλλη διαφορετική αφήγηση που μπορεί να της δώσει διαφορετικό περιεχόμενο. Μία τέτοια ξεδιπλώνεται στο σημαντικό έργο του Μεγ. Αθανασίου, “Λόγος περί Ενανθρωπήσεως”. Η επιλογή αυτού του έργου έχει ιδιαίτερη σημασία μιας και εκεί βρίσκεται η κλασσική φράση “αυτός γαρ ενηνθρώπησεν ίνα ημείς θεοποιηθώμεν”.20 Ας δούμε λοιπόν την κατανόηση της σωτηρίας μας, της “θεοποίησης” μέσα από την αφήγηση του Μεγ. Αθανασίου:

Ο Θεός δημιούργησε τον άνθρωπο κατ’ εικόνα Του μεταδίδοντας σε αυτόν “την δύναμιν του ιδίου του Λόγου, ώστε…να γίνουν λογικοί” και “ζώντες τον αληθινόν και πράγματι παραδείσιον βίον των αγίων”, να  δυνηθούν “διαμένειν εν μακαριότητι”. 22 Γνωρίζοντας όμως ο Θεός ότι η θέληση του ανθρώπου μπορεί να παρεκκλίνει “προλαβών ησφαλίσατο νόμω και τόπω την δοθείσαν αυτοίς χάριν”. Έβαλε έτσι τους πρωτόπλαστους στον Παράδεισο και τους έδωσε “νόμον” ώστε αν τον τηρήσουν να “ζουν εις τον παράδεισον χωρίς λύπας και πόνους και μερίμνας και εκτός αυτού να έχουν και υπόσχεσιν της ουρανίου αφθαρσίας”. Αν όμως “παραβούν τον νόμον…να γνωρίζουν ότι θα υποστούν την φθοράν του θανάτου”.23

Πριν συνεχίσει, εξηγεί ότι αν και το θέμα του είναι η Ενανθρώπηση του Κυρίου, ξεκινά μιλώντας για την πτώση του ανθρώπου24 γιατί “η ιδική μας αιτία έγινεν εις εκείνον αφορμή δια να κατέλθη, και η ιδική μας παράβασις εκάλεσεν εις βοήθειαν την φιλανθρωπίαν του Λόγου…δι’ ιδικήν μας υπόθεσιν εκείνος εσαρκώθη και δια την σωτηρίαν μας από φιλανθρωπίαν κατεδέχθη να εμφανιστή με ανθρώπινον σώμα”. 

Παρά την κλήση του όμως, ο άνθρωπος εγκατέλειψε την “κατανόηση25 του Θεού και “η παράβασις της εντολής” έλαβε όπως προειδοποιήθηκε “του θανάτου κατάκρισιν”.26

Ο Θεός λοιπόν ήρθε αντιμέτωπος με ένα δίλημμα. Έτσι, από την μία, θα ήταν “άτοπο” και “απρεπές” να αψηφήσει τον νόμο που ο ίδιος θέσπισε και βάση του οποίου ο άνθρωπος πλέον ζει κάτω από την εξουσία του θανάτου και της φθοράς. Θα ήταν λοιπόν “άτοπον μεν γαρ ην ειπόντα τον Θεόν ψεύσασθαι, ώστε νομοθετήσαντος αυτού θανάτω αποθνήσκειν” να μην τηρήσει τελικά τον λόγο του. 

Από την άλλη όμως είναι επίσης “απρεπές” αυτά που δημιουργήθηκαν ως λογικά όντα “και του Λόγου αυτού μετάσχοντα” να αφανιστούν. “Διότι δεν θα ήτο άξιον της αγαθότητος του Θεού να καταστρέφωνται τα πλάσματά του επειδή ο διάβολος εξηπάτησε τους ανθρώπους.”Έτσι γεννιέται το ερώτημα “τι τον Θεόν έδει ποιείν αγαθόν όντα;

Πώς ο Θεός δεν θα προσπεράσει τον άγιο νόμο Του αλλά ταυτόχρονα θα εκφράσει την αγαθή φιλανθρωπία Του;

Τι θα μπορούσε να γίνει; Ή πιο σωστά για τον Αθανάσιο, το ερώτημα είναι “τίνος ην χρεία”, “ποιος είναι ανάγκη” να ανατρέψει την συνθήκη στην οποία περιέπεσε ο άνθρωπος; 

Η απάντηση είναι “ο Λόγος του Θεού”. Αυτός μόνο είναι “δυνατός και υπέρ πάντων παθείν και πρεσβεύσαι περί πάντων ικανός προς τον Πατέρα”. Ο Λόγος πρέπει να πάθει και να μεσιτεύσει υπέρ ημών. Πώς όμως ο “ασώματος και άφθαρτος και άυλος” είναι δυνατόν να πάθει;  Αυτό είναι το επόμενο ερώτημα – δίλημμα. Η απάντηση είναι φυσικά η ενσάρκωση. Είναι ο Λόγος που “παραγίνεται εις την ημετέραν χώραν”. Έρχεται λοιπόν επειδή βλέπει ότι “η απειλή κατά της παραβάσεως ενίσχυει την φθοράν εις βάρος μας και ότι ήτο αβάσιμο να καταργηθή ο νόμος προτού να εκπληρωθή…βλέποντας επίσης ότι όλοι οι άνθρωποι ήσαν υπεύθυνοι δια τον θάνατον, ευσπλαχνίσθη το γένος μας… και συγκατέβη εις την φθοράν… δια να μη χαθή το πλάσμα του και αποβή μάταιον το έργον του Πατρός του εις τους ανθρώπους, λαμβάνει σώμα δια τον εαυτόν του και μάλιστα όχι διαφορετικόν από το ιδικόν μας”.

Γιατί όμως το κάνει; Είναι η ενσάρκωση η απάντηση ή η αναγκαία προϋποθέση για αυτήν; 

Ξέρει λοιπόν ο Λόγος ότι δεν υπάρχει άλλος τρόπος για να “καταλυθεί η φθορά των ανθρώπων, παρά εάν οπωσδήποτε απέθνησκεν”. Από την άλλη όμως “ο Λόγος που ήτο αθάνατος και Υιός του Πατρός δεν ήτο δυνατόν να αποθάνη”. Έτσι “λαμβάνει δια τον εαυτόν του σώμα που να δύναται να αποθάνη” έναν θάνατο “αντί πάντων”. Ενσαρκώνεται ώστε να μπορεί να πεθάνει “αντί πάντων” ως “ιερείον και θύμα”. Το σώμα όμως αυτό παραμένει άφθαρτο “χάρις εις τον Λόγον που κατώκησεν εντός αυτού και εις το εξής με την χάριν της αναστάσεως” κάνει “να παύσει από όλους η φθορά”.28

Στη συνέχεια αναφέρει μία σειρά από βιβλικά χωρία29 για να καταλήξει “διότι με την θυσίαν του σώματός του και τον εναντίον μας νόμον κατήργησε και μας εγκαινίασεν αρχήν ζωήν, αφού μας έδωκε την ελπίδα της αναστάσεως”. Στην συνέχεια και μετά από την παράθεση και άλλων βιβλικών χωρίων30 καταλήγει:

“Τώρα δεν αποθνήσκομεν πλέον ως κατάδικοι, αλλά με την ελπίδα ότι θα αναστηθώμεν…αυτή λοιπόν είναι η πρώτη αιτία της ενανθρωπήσεως”.31

Στην αφήγηση αυτή κεντρική θέση έχει η σημασία του Σταυρού ως θυσίας που μας προσφέρει απαλλαγή από την καταδίκη της αμαρτίας και μας ενώνει ξανά με την ζωή του Θεού. Μέσα στο πλαίσιο αυτής της αφήγησης θα υπήρχε γόνιμο έδαφος συζήτησης, διαλόγου ακόμη και συνάντησης μεταξύ της Ορθόδοξης και της Διαμαρτυρόμενης προσέγγισης. 

  1.  Η μελέτη μας για το θέμα της θέωσης γίνεται σε δύο μέρη. Στο πρώτο, που περιλαμβάνεται στο προηγούμενο τεύχος του Αστέρα, επιχειρήσαμε έναν γόνιμο διάλογο αναζητώντας σημεία επαφής και σύνθεσης. Στο παρόν άρθρο θα υπάρχει μία κριτική αποτίμηση του θέματος. 
  2.  Σταύρος Γιαγκάζογλου, “Αμαρτία, ελευθερία και αυτεξούσιο”, Σύναξη, τεύχος 144, (Οκτ.-Δεκ. 2017), 41. Το ίδιο άρθρο σε εκτενέστερη μορφή και μεγαλύτερη τεκμηρίωση των πηγών υπάρχει και στο περιοδικό Θεολογία, τόμος 90ός , τεῦχος 1ον (Ἰανουάριος – Μάρτιος 2019), 119 – 157. 
  3.  Εδώ αξίζει να σημειώσουμε την απορία μας. Εάν λοιπόν το ανθρώπινο γένος, λόγω της κτιστότητάς του, ήταν ήδη και πριν από την αμαρτία θνητό τότε ο θάνατος δεν μπορεί να είναι συνέπεια της πτώσης. Άρα, στην πραγματικότητα η πτώση του ανθρώπου δεν πρέπει να είχε τελικά καμία απολύτως συνέπεια!
  4.  Γιαγκάζογλου, Θεολογία, 133.
  5.  Π. Νικόλαος Λουδοβίκος, Οι Τρόμοι του Προσώπου και τα Βάσανα του Έρωτα (Αθήνα: Αρμός, 2009), 80.
  6.  Dumitru Staniloae, Theology and the Church, μετ. Robert Barringer (Crestwood: St. Vladimir’s Seminary, 1980), 116. Εδώ αξίζει να αναρωτηθούμε τι εννοεί ο Στανιλοάε όταν αναφέρται στον “άνθρωπο”. Είναι η ανθρωπότητα στο σύνολό της; Είναι μία γενιά ανθρώπων; Είναι η πλειοψηφία της ανθρωπότητας;
  7.  Μία ακόμη σημαντική περικοπή είναι το κεφάλαιο 8 της προς Ρωμαίους Επιστολής.
  8.  Για μία κατά τη γνώμη μας πιστότερη στην Καινοδιαθηκική μαρτυρία αφήγηση δες John Behr, The Mystery of Christ: Life in Death (Crestwood: Saint Vladimir’s Seminary, 2006).
  9.  Vladimir Lossky, H Mυστική Θεολογία της Ανατολικής Εκκλησίας, μετ. Στέλλας Κ. Πλευράκη (Θέρμη, Θεσσαλονίκης: Εκκλ. Ίδρυμα “Ευαγγ. Μάρκος”, εκδ. έκτη, 2007), 216.
  10.  Ως άνω.
  11.  Ως άνω, 239.
  12.  Ως άνω, 212.
  13.  Ως άνω.
  14.  Εδώ θα μπορούσαμε να προσθέσουμε την βασική “λογική” της πορείας προς τον αγιασμό όπως αναδεικνύεται μέσα από τη σχέση της “οριστικής” και της “προστακτικής”. Η οριστική αφορά την πρωτοβουλία του έργου του Θεού εν Χριστώ μέσα μας και η προστακτική εκπηγάζει από την οριστική ως ευθύνη και πρόκληση για τον πιστό. Για παραδείγματα δες Γαλάτας 5:1, 25, 3:27, Εφεσίους 5:8, Α΄ Κορινθίους 5:7, Κολοσσαείς 3:9-10, Ρωμαίους 6:2. Θα μπορούσαμε να συνοψίσουμε αυτήν την διαδικασία ως “γίνε αυτό που εν Χριστώ ήδη είσαι” (δες Richard B. Gaffin Jr, By Faith not by Sight [New Jersey: P&R Publishing, δεύτερη έκδοση 2013], 80).
  15.  Ως άνω, 239.
  16.  Ως άνω, 240.
  17.  Ως άνω.
  18.  Ως άνω, 248.
  19.  Καλβίνος, Θεσμοί, 3.1.1.
  20. Φυσικά αξίζει εδώ να σημειώσουμε ότι η φράση αυτή αν και είναι ίσως το πιο γνωστό μέρος του βιβλίου απαντά μόλις στο κεφ. 54, λίγο πριν το τέλος του.
  21.  Εδώ αξίζει να σημειώσουμε ότι για τον Αθανάσιο, ο άνθρωπος μέσα στην Εδέμ βιώνει ήδη μακαριότητα και στόχος είναι να μείνει στην συνθήκη αυτή.
  22. Tο κείμενο παρατίθεται στην μετάφραση του Στέργιου Ν. Σάκκου από την έκδοση Ελλήνων Πατέρων της Εκκλησίας (ΕΠΕ) της οίκου Πατερικαί Εκδόσεις “Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς” (Θεσσαλονίκη, 1973). Όπου χρησιμοποιείται πλάγια γραφή η αναφορά είναι από το αρχικό κείμενο.
  23.  Κεφάλαιο 3
  24.  Είναι ενδιαφέρον ότι στο σημείο αυτό συμφωνεί με τον Αυγουστίνο και τον Λούθηρο τονίζοντας τον κεντρικό ρόλο του Προπατορικού αμαρτήματος για την συζήτηση περί σωτηρίας!
  25.  Ο όρος αυτός μπορεί να γίνει αντιληπτός και ως “ενατένιση” στα αγγλικά contemplation
  26.  Κεφάλαιο 4
  27.  Κεφάλαιο 7
  28.  Κεφάλαιο 9
  29.  Β’ Κορ. 5:14 – 15, Εβραίους 2:9, 10, 14 – 15
  30.  Α’ Κορινθίους 15:21 – 22, Α’ Τιμόθεον 6:15

Tα νεα άρθρα σε email

Εγγραφείτε στο newsletter μας για να λαμβάνετε τα νέα άρθρα όταν δημοσιεύονται.

Scroll to top