Θέματα ορθόδοξης θεολογίας μέσα από τη ματιά ενός ευαγγελικού

Πώς σωζόμαστε;

Ένας από τους πιο σεβάσμιους ορθόδοξους θεολόγους της εποχής μας είναι ο μητροπολίτης Διοκλείας, Κάλλιστος Ware (Γουέερ). Μία από τις ιστορίες που επαναλαμβάνει συχνά είναι μια εμπειρία που  του συνέβη στις ΗΠΑ. Ενώ ταξίδευε με ένα τρένο, τον πλησίασε κάποιος και τον ρώτησε, “είστε σωσμένος;” Οι περισσότεροι ευαγγελικοί νιώθουν απόλυτα εξοικειωμένοι με την ερώτηση αυτή. Ο Ware όμως ξαφνιάστηκε.  Πώς θα έπρεπε να απαντήσει; Στο βιβλίο του “Πώς σωζόμαστε”1 επιχειρεί να παρουσιάσει την ορθόδοξη απάντηση σε αυτό το καίριο ερώτημα. Στο άρθρο μας αυτό θα επιχειρήσουμε να την παρουσιάσουμε, ελπίζω με τρόπο δίκαιο και αντικειμενικό. Στη συνέχεια θα προσπαθήσουμε να μπούμε σε έναν γόνιμο διάλογο με στόχο, από τη μία, να ακούσουμε προσεκτικά ώστε να αποφύγουμε ανακριβείς και άδικες καρικατούρες και, από την άλλη, να αναδείξουμε τις διαφορές με τη Διαμαρτυρόμενη προσέγγιση.  

Παρουσίαση

Συνοπτικά η απάντηση του Ware στο ερώτημα “είστε σωσμένος” είναι “εμπιστεύομαι ότι με τη χάρη και το έλεος του Θεού σώζομαι” (σελ. 10). Προτιμά δηλαδή τον ενεστώτα διαρκείας για να τονίσει ότι η εμπειρία της σωτηρίας δεν είναι οριστική και τελεσίδικη αλλά ανοιχτή και εξελισσόμενη. Κι αυτό για δύο λόγους. Ο πρώτος είναι ότι ενώ η νίκη του Χριστού επί της αμαρτίας και του θανάτου είναι ένα συντελεσμένο γεγονός, “η δική μου προσωπική μετοχή σ’ αυτήν τη νίκη απέχει πολύ από του να είναι τέλεια” (σελ. 11). Υπάρχει όμως και ένας άλλος λόγος και αυτός έχει να κάνει με το ότι από την πλευρά του, όπως γράφει, “διατηρώ πάντα την ελευθερία της επιλογής, άρα και τη δυνατότητα να αρνηθώ όπως και να υπακούσω” (σελ 11). 

Σχετικά με τον πρώτο λόγο επανέρχεται τονίζοντας ότι η σωτηρία για την Ορθόδοξη Εκκλησία δεν είναι ένα μεμονωμένο γεγονός που… συνέβη στο παρελθόν, αλλά μια αδιάκοπη διαδικασία” (σελ. 13).  Είναι ένα ταξίδι που δεν έχει φθάσει ακόμη στο τέλος του.  Στο ταξίδι αυτό ο Χριστός είναι “ο αχώριστος σύντροφος που βαδίζει στο πλευρό μου” (σελ. 13). Επειδή όμως το ταξίδι αυτό συνεχίζεται “δεν μπορώ να μιλώ λες και ο επιτυχής τερματισμός του είναι ήδη βέβαιος και εξασφαλισμένος” (σελ. 14).

Ο δεύτερος λόγος είναι η ελευθερία της βούλησης που σύμφωνα με τον Ware έχει ο άνθρωπος.  Γράφει χαρακτηριστικά, “Η Ορθόδοξη Εκκλησία πιστεύει ότι ακόμη και στην πεσμένη και αμαρτωλή του κατάσταση, ο άνθρωπος εξακολουθεί να έχει τη δυνατότητα της επιλογής.  Έτσι, λοιπόν, θεωρεί τη σωτηρία ως συνεργασία – συνέργεια είναι ο σωστός θεολογικός όρος – μεταξύ της θείας χάριτος και της ανθρώπινης ελευθερίας” (σελ. 39). Εξηγεί ότι αυτό που ο άνθρωπος ελεύθερα δίνει είναι “η εκούσια συμμετοχή μας στις σωστικές ενέργειες του Θεού” (σελ. 40).

Διάλογος

Το πιο σημαντικό που πρέπει εμείς οι Ευαγγελικοί να καταλάβουμε για τους Ορθοδόξους είναι το ότι δεν είναι Καθολικοί! Έτσι, είναι σημαντικό να δούμε ότι η έννοια της σωτηρίας δια των καλών έργων ή η ιδέα της αξιομισθίας είναι ξένη στη θεολογία τους. Γράφει ο Λόσκυ και τον παραθέτει ο Ware, “η έννοια της αξιομισθίας είναι ξένη προς την ορθόδοξη παράδοση.” Η σωτηρία δεν είναι κάτι που το κερδίζουμε ή το αξίζουμε αλλά παραμένει δωρεά του Θεού (σελ. 42 – 43). Πρέπει να σημειώσουμε ότι στην Ορθόδοξη θεολογία οι όροι του σωτηριολογικού ερωτήματος δεν είναι η σχέση πίστης και έργων αλλά η σχέση θείας χάριτος και ανθρώπινης ελευθερίας (σελ. 47). Η σωτηρία είναι καρπός της συνεργασίας ή ακριβέστερα της συνέργειας της θείας χάριτος με την ανθρώπινη ελευθερία. 

Με αυτήν την έννοια, σύμφωνα με τον Ware, είναι αδύνατον να σκεφτούμε την έννοια της συνέργειας με όρους ποσοτικούς, ότι δηλαδή, ο Θεός συνεισφέρει ένα ποσοστό και ο άνθρωπος ένα άλλο. Ο Ware επιμένει, και πρέπει να τον ακούσουμε, ότι “το έργο της σωτηρίας μας είναι πλήρως και τελείως έργο της χάριτος του Θεού και ότι στο έργο αυτό εμείς οι άνθρωποι παραμένουμε απόλυτα ελεύθεροι” (σελ. 44).

Μάλιστα, εξηγεί περαιτέρω ότι “αν δεν προηγηθεί η χάρις δεν μπορούμε να ασκούμε τη βούλησή μας σωστά” (σελ. 46). Στα Αγγλικά χρησιμοποιείται ο όρος “prevenient grace” (χάρη που προηγείται), ένας όρος που απαντά και σε πάρα πολλές Ευαγγελικές προσεγγίσεις σχετικά με το θέμα της σωτηρίας.

Μία άλλη επίσης σημαντική παράμετρος είναι η έμφαση σε έναν ορισμό της σωτηρίας που “σημαίνει πολύ περισσότερα από μια εξωτερική μεταβολή του νομικού μου ‘καθεστώτος’ απέναντι στον Θεό” αλλά αναφέρεται σε “μια ολοκληρωτική μεταμόρφωση της ανθρώπινης συνθήκης μας” (σελ. 68). Η σωτηρία δηλαδή αφορά σε μια ολιστική αναγέννηση και αλλαγή του ανθρώπου, στη μετοχή του στη ζωή του Θεού και όχι απλώς σε μια ομολογία ή σε μια στεγνή και στείρα προσευχή που κάποιος κάποτε έκανε για να δεχτεί τον Χριστό στη ζωή του.

Αντίλογος

Έχοντας καταγράψει διάφορα σημεία που πρέπει να λάβουμε υπόψη μας ώστε να μην αδικούμε τους Ορθοδόξους αλλά και κάποια άλλα που πρέπει να μας οδηγήσουν σε μια αυτοκριτική περνούμε τώρα στα σημεία στα οποία υπάρχουν διαφορές. 

Η φύση του έργου του Χριστού στον Σταυρό.

Σε σχέση με το θέμα του έργου του Χριστού η κεντρική έννοια για τους περισσότερους ορθόδοξους θεολόγους είναι η νίκη του Χριστού επί του θανάτου και της αμαρτίας. Η έννοια της εξιλέωσης, της αντικατάστασης, της συγχώρησης είναι δευτερεύουσες ή απούσες. Γράφει, “η Ορθόδοξη Εκκλησία ποτέ δεν υποστήριξε οποιαδήποτε θεωρία εξιλεώσεως” (σελ. 53). Αυτό έχει άμεση επίπτωση στην αντίληψη που έχουμε για τη σωτηρία που απορρέει από το έργο του Χριστού. Γράφει ο Ware, “από την πλευρά του Χριστού, η πράξη της σωτηρίας, η νίκη Του επί του θανάτου και της αμαρτίας δια του Σταυρού και της Αναστάσεώς Του, είναι πράγματι τετελεσμένη και οριστική… η δική μου προσωπική μετοχή σ’ αυτή την νίκη απέχει πολύ από του να είναι τέλεια” (σελ. 10 – 11). Δηλαδή, εάν η σωτηρία που μου προσφέρει ο Χριστός είναι η νίκη πάνω στην αμαρτία, τότε είναι φυσικό να μην μπορώ ποτέ να πω στη διάρκεια της επίγειας ζωής μου ότι δεν έχω σωθεί. Ποιος θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι έχει πλήρως νικήσει την αμαρτία και τον θάνατο στη ζωή του! Όμως, εάν προσεγγίσουμε το έργο του Χριστού τονίζοντας τη διάσταση της συγχώρησης ή της υιοθεσίας, τότε φυσικά αυτό θα μπορούσε να ειδωθεί ως ένα τελεσίδικο και απτό γεγονός που έχει συμβεί. 

Πού βρίσκουμε τη χάρη;

Μία άλλη πτυχή που αξίζει να αγγίξουμε είναι η διάσταση που δίνεται στη συμμετοχή στη μυστηριακή ζωή της εκκλησίας. Όπως γράφει ο Κάλλιστος “η σωτηρία ως γεγονός της κοινοτικής και εκκλησιαστικής πραγματικότητας είναι επίσης μυστηριακή”. Συγκεκριμένα αναφέρει τρία μυστήρια της εκκλησίας: το  Βάπτισμα, τη θεία Ευχαριστία και την Εξομολόγηση. Είναι μέσα από αυτές τις πρακτικές που ο άνθρωπος σώζεται. Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφέρουμε μερικές από τις θέσεις ενός άλλους σημαντικού σύγχρονου ορθόδοξου θεολόγου, του Ρουμάνου Δημητρίου Στανιλοάε. Στον πέμπτο τόμο της Δογματικής θεολογίας2 του γράφει: 

“Η άποψη της Ορθοδόξου Εκκλησίας δεν είναι ότι η απολύτρωση βρίσκει την εκπλήρωσή της στον θάνατο του Χριστού επί του Σταυρού, σαν αυτός ο θάνατος να τακτοποιούσε με κάποιον νομικό τρόπο το αδίκημα που το ανθρώπινο γένος διέπραξε κατά του Θεού, αλλά μάλλον το ότι η λύτρωση πραγματοποιείται μέσω της ένωσης του σταυρωμένου και αναστημένου Χριστού με αυτούς που πιστεύουν σε Αυτόν ώστε αυτοί να μπορούν να πεθάνουν προς την αμαρτία και να αναστηθούν σε μία νέα ζωή. Συνεπής με αυτό, η Ορθόδοξη Εκκλησία δίνει στα μυστήρια μία θέση ιδιαίτερης σημασίας στην οικονομία της απολύτρωσης ως αυτά καθαυτά τα μέσα δια των οποίων πραγματοποιείται αυτή η ένωση των ανθρώπων με τον Χριστό… Στην βάση της αντίληψης της Ορθοδόξου Εκκλησίας για τα μυστήρια υπάρχει η εμπιστοσύνη στην δύναμη του θείου Πνεύματος του Χριστού να εργαστεί μέσω ενός ανθρώπου στη ζωή ενός άλλου, μέσω της μεσολάβησης των σωμάτων τους και των υλικών στοιχείων που μοιράζονται μεταξύ τους όλα μέσα στο πλαίσιο της Εκκλησίας ως του μυστικού σώματος του Χριστού”

Βλέπουμε εδώ ότι η έννοια της πίστης στον Χριστό μετατοπίζεται στην πίστη στην αποτελεσματικότητα των μυστηρίων να διενεργήσουν το μυστήριο της ένωσης μας με τον Χριστό.  Και επίσης ότι η ένωσή μας με τον Χριστό έχει μια σαφή σακραμενταλιστική υπόσταση. Φυσικά το θέμα της μελέτης μας δεν είναι μια συζήτηση περί της θεολογίας των μυστηρίων. Αξίζει όμως να σημειώσουμε ότι για έναν Ορθόδοξο χριστιανό όταν γίνεται λόγος για ένωση με τον Χριστό αυτό σημαίνει συμμετοχή στη μυστηριακή ζωή της εκκλησίας. Εκεί συναντούμε και λαμβάνουμε τον Χριστό. 

Μια ερώτηση που πρέπει να θέσουμε είναι εάν και κατά πόσο η πίστη μπορεί να μας φέρει σε ένωση με τον Χριστό πέρα και έξω από τα μυστήρια. Διαβάζουμε για παράδειγμα στην Εφεσίους 3:17, o απ. Παύλος να προσεύχεται:

“κατοικῆσαι τὸν Χριστὸν διὰ τῆς πίστεως ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν”.

Επίσης στην

Α’ Κορινθίους 15:1 -2 “ Γνωρίζω δὲ ὑμῖν, ἀδελφοί, τὸ εὐαγγέλιον ὃ εὐηγγελισάμην ὑμῖν, ὃ καὶ παρελάβετε, ἐν ᾧ καὶ ἑστήκατε,  διʼ οὗ καὶ σῴζεσθε, τίνι λόγῳ εὐηγγελισάμην ὑμῖν εἰ κατέχετε, ἐκτὸς εἰ μὴ εἰκῇ ἐπιστεύσατε”

βλέπουμε τη σωτηρία να οφείλεται στην πίστη η οποία συνδέεται με την ανταπόκριση στο κήρυγμα του Λόγου του Ευαγγελίου. 

Ο Χριστός, συνοδοιπόρος ή αρχηγός;

Ένα άλλο σημείο που αξίζει να σημειώσουμε είναι η περιγραφή του Ιησού Χριστού ως Σωτήρα που σε ό,τι αφορά την υποκειμενική εφαρμογή της σωτηρίας ως βιώματος στη ζωή μου είναι απλώς και μόνο “ο αχώριστος σύντροφος που βαδίζει στο πλευρό μου σε κάθε βήμα της πορείας μου.” (σελ. 13). Είναι όμως μόνο αυτό που ο Χριστός προσφέρει;  Ένας συνοδός στο ταξίδι μας; Διαβάζουμε στην προς Εβραίους 12:1-2:

“κι ας τρέχουμε με υπομονή το αγώνισμα του δύσκολου δρόμου, που έχουμε μπροστά μας. Ας έχουμε τα μάτια μας προσηλωμένα στον Ιησού, που μας έδωσε την πίστη, την οποία και τελειοποιεί”.

Η σωτηρία είναι ένα “αγώνισμα”, ένας “δρόμος” στον οποίο τρέχουμε χωρίς να έχουμε ακόμη φτάσει στο τέρμα. Είναι η πίστη που μας κρατά σε αυτόν. Ο Χριστός όμως είναι ο “αρχηγός και τελειωτής” αυτής της πίστης. Φυσικά και δεν μπορώ να εμπιστευθώ στο ταξίδι αυτό τη δική μου πιστότητα αλλά νιώθω βεβαιότητα και πεποίθηση στη δική Του πιστότητα. Γι΄ αυτό ο απ. Παύλος μπορεί να γράψει αλλού:

“έχω την πεποίθηση πως ο Θεός που άρχισε αυτό το αγαθό έργο σ’ εσάς, θα το ολοκληρώσει ως την ημέρα του ερχομού του Ιησού Χριστού” (Φιλ. 1:6).

Δικαίωση και Αγιασμός

Η πιο ουσιώδης διαφορά μεταξύ των ευαγγελικών κάθε απόχρωσης με την προσέγγιση της Ορθόδοξης Εκκλησίας είναι ότι σε αυτήν, σύμφωνα με τον Διοκλείας, “δεν διαφοροποιούνται ιδιαίτερα οι έννοιες της δικαιώσεως και του αγιασμού” (σελ. 69). Υποστηρίζει ο Ware ότι, “η σωτηρία… δεν είναι ένα μεμονωμένο γεγονός της περασμένης ζωής μας αλλά η διαρκής διαδικασία της εν Χριστώ αύξησής μας” (σελ. 70). 

Ως Ευαγγελικοί φυσικά και αποδεχόμαστε την αλήθεια αυτής της δήλωσης. Για μας όμως αυτή περιγράφει αυτό που ονομάζουμε “αγιασμό”. Ταυτόχρονα όμως δεχόμαστε και μια άλλη εμπειρία, αυτήν της “δικαίωσης”. Κάθε Ευαγγελικός θα δεχτεί τον ενεστώτα διαρκείας – δηλαδή το ότι “σωζόμαστε”.  Σωζόμαστε από την δύναμη και τη φθορά της αμαρτίας. Ταυτόχρονα όμως θα τονίσει και τον “παρακείμενο”, ότι δηλαδή “έχουμε σωθεί”. Μια εμπειρία που έγινε στο παρελθόν αλλά συνεχίζει να ισχύει και να αφορά στο παρόν. Αυτό λοιπόν που έγινε είναι η εμπειρία της δικαίωσης. 

Γράφει ο Καλβίνος στους Θεσμούς του (Βιβλίο ΙΙΙ.xi.1), “Με τη συμμετοχή μας σ’ Αυτόν, παίρνουμε ιδιαίτερα δύο οφέλη. Πρώτον, ότι καθώς συμφιλιωνόμαστε με τον Θεό δια της αθωότητος του Χριστού, έχουμε στον ουρανό ένα οικτίρμονα Πατέρα αντί για έναν Κριτή και δεύτερον καθώς αγιαζόμαστε δια του Πνεύματος Του, αφιερώνουμε τους εαυτούς μας σε αθωότητα και καθαρότητα ζωής”. Αξίζει να σημειώσουμε εδώ τη γλώσσα του Καλβίνου καθώς μιλά για “συμμετοχή στον Χριστό” και όχι για έναν δικανικό διακανονισμό όπως πολλοί Ορθόδοξοι- κι ανάμεσά τους κι ο Ware – άδικα αντιλαμβάνονται την Προτεσταντική αντίληψη περί σωτηρίας και δικαίωσης. Τονίζει, λοιπόν, ο Καλβίνος ότι η μετοχή μας στον Χριστό έχει δύο οφέλη. Το πρώτο είναι η συμφιλίωσή μας με τον Θεό – θα συμπλήρωνα χρησιμοποιώντας άλλες Καινοδιαθηκικές εικόνες και όρους, η υιοθεσία μας, η αναγέννησή μας, η μετάβασή μας από το σκότος στο φως. Αυτό είναι μια εμπειρία πλήρης και ολοκληρωμένη. Υπάρχει όμως και ένα δεύτερο όφελος που αφορά στον αγιασμό μας. Αυτά τα δύο δεν χωρίζονται αλλά διακρίνονται. Έτσι μπορώ να πω ότι σώζομαι (από τη δύναμη και τις συνέπειες της αμαρτίας) αλλά και ότι έχω σωθεί (από το βάρος, την κατάρα και ενοχή της αμαρτίας). 

Τα “καλά έργα” από την πίσω πόρτα

Στο βιβλίο του αυτό ο Κάλλιστος είναι πολύ προσεκτικός όταν μιλά για συνέργεια ώστε να την περιορίσει στην ανθρώπινη ‘συγκατάβαση’. Είδαμε ήδη βέβαια ότι αυτό μεταφράζεται σε συμμετοχή στη μυστηριακή ζωή. Στο βιβλίο του “η Ορθόδοξη Εκκλησία3” από την άλλη διαβάζουμε, “αν κάποιος ρωτήσει ‘πώς μπορώ να γίνω θεός;’, η απάντηση είναι πολύ απλή: πήγαινε στην εκκλησία, λάμβανε τα μυστήρια κανονικά, προσεύχου στον Θεό εν ‘πνεύματι και αληθεία’, διάβαζε τα Ευαγγέλια, ακολούθα τις εντολές” (σελ. 375).  Ή, όπως γράφει ο Μάγιεντορφ4, “έπειτα από το βάπτισμα, η οδός προς τον θεό είναι μια ‘συνέργεια’ της δύναμης του Θεού και της ελεύθερης ανθρώπινης προσπάθειας” (Βυζαντινή Θεολογία, 419).

Από τη μια, λοιπόν, έχουμε την εμφατική απόρριψη κάθε έννοιας αξιομισθίας ή του δίπολου “πίστης – έργων”. Από την άλλη, όμως, τι άλλο παρά έργα είναι η ανθρώπινη προσπάθεια, ο εκκλησιασμός, η προσευχή, η μελέτη των Ευαγγελίων και η τήρηση των εντολών; Από τη στιγμή μάλιστα που δεν γίνεται καμία διάκριση μεταξύ δικαίωσης και αγιασμού είναι αναπόφευκτο να μπουν τα έργα από την πίσω πόρτα στην επιδίωξη της σωτηρίας. Αξίζει να δώσουμε εδώ ένα ακόμη παράδειγμα.

Μία από τις αμφιλεγόμενες αλλά συνάμα και σε ένα βαθμό δημοφιλής αντίληψη, τουλάχιστον στο επίπεδο της λαϊκής πίστης, είναι αυτή που αφορά τα “τελώνια” και συνδέεται με την προσευχή για τους νεκρούς, δηλαδή τα γνωστά μνημόσυνα. Αναφέρω εδώ τουλάχιστον δύο αρκετά γνωστούς συγγραφείς, τον όσιο Σεραφείμ του Σαρώφ και το βιβλίο του Η Ψυχή μετά το Θάνατο5 και τον σεβ. Ιερόθεο Βλάχο (Μητροπολίτη Ναυπάκτου) και το βιβλίο Η Ζωή μετά τον Θάνατο6. Ο όσιος Σεραφείμ αν και δέχεται ότι η διδασκαλία περί τελωνίων δεν έχει ποτέ ορισθεί ως “δόγμα” και ότι απλώς ανήκει στην “παράδοση της Ορθόδοξης ευσέβειας”, ωστόσο την υπεραμύνεται (σελ 287). Τι είναι όμως τα τελώνια; Η βασική ιδέα είναι η δοξασία ότι την τρίτη μέρα μετά τον θάνατο η ψυχή περνάει από 20 δαίμονες που την κατηγορούν για διάφορες αμαρτίες στις οποίες αυτοί οι ίδιοι την είχαν παρασύρει. Είναι 20 τελώνια που ο πιστός τα περνάει μόνο αντικρούοντας τις κατηγορίες αντιπαραβάλλοντας τις κατηγορίες με αντίστοιχα καλά έργα που έχει κάνει. Ο λόγος που υπάρχει η επιμνημόσυνη προσευχή την τρίτη ημέρα είναι ώστε οι προσευχές των πιστών να βοηθήσουν την ψυχή σε αυτήν την τρομερή δοκιμασία. Βέβαια, πρέπει να πούμε ότι υπάρχουν κι άλλες εναλλακτικές ερμηνείες όπως ότι η τρίτη ημέρα συσχετίζεται με την Αγία Τριάδα ή με την ανάσταση του Κυρίου την τρίτη ημέρα. Επίσης έχει ασκηθεί οξεία κριτική στη δοξασία αυτή από διαφόρους Ορθοδόξους θεολόγους7.

Η ψυχολογία του χριστιανικού βιώματος

Σε ένα σημείο της ανάλυσής του ο Διοκλείας εξηγεί ότι ενώ έχουμε εμπιστοσύνη στο έργο του Χριστού δεν έχουμε στη δική μας πιστότητα. Γι΄ αυτό, εξηγεί παρακάτω, “επειδή έχω επίγνωση της ανθρώπινης αδυναμίας μου, παραμένω μεταξύ ελπίδας και φόβου μέχρι την ύστατη στιγμή του θανάτου” (σελ. 12). Στον Προτεσταντισμό ισχύουν αυτές οι δύο δηλώσεις αλλά με την ακριβώς αντίστροφη φορά και δυναμική. Δηλαδή δεν έχω εμπιστοσύνη στη δική μου πιστότητα αλλά έχω στην πιστότητα του Χριστού. Αν όμως αντιστρέψεις τη σειρά, τότε φυσικά πάντα ζεις σε μια κατάσταση “εκκρεμότητας” ισορροπώντας μεταξύ ελπίδας (όχι βεβαιότητας) και φόβου. Με άλλα λόγια, ποτέ δεν ξέρεις και ποτέ δεν είσαι σίγουρος και βέβαιος. Πολύς λόγος γίνεται για την “προσευχή του Ιησού”. Αξίζει να σκεφτούμε το περιεχόμενό της, “Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ Θεού, ελέησον με, τον αμαρτωλό”. Η προσευχή αυτή συμπυκνώνει μέσα της μια πτυχή της χριστιανικής εμπειρίας που αφορά τον καθημερινό και αδιάκοπο αγώνα κατά της αμαρτίας.  Το “ελέησον” πρέπει να συμπληρωθεί και ειδωθεί μέσα στο πλαίσιο του “ηλεήθην”. Τότε θα μπορέσουμε να προσευχηθούμε όπως ο απ. Παύλος,

“Ευγνωμονώ Αυτόν που μου έδωσε τη δύναμη να Τον υπηρετήσω, τον Ιησού Χριστό τον Κύριό μας· μου έδειξε εμπιστοσύνη και με όρισε στην υπηρεσία Του, εμένα που πρωτύτερα ήμουν περιφρονητής, διώκτης και υβριστής του. Κι όμως Εκείνος με ελέησε, γιατί ό,τι έκανα το έκανα από άγνοια, όταν ήμουν ακόμη άπιστος. Η χάρη όμως του Κυρίου μας με καταπλημμύρισε μαζί με την πίστη και την αγάπη, που χορηγεί ο Ιησούς Χριστός. Σ’ αυτά τα λόγια που θα πω μπορεί να στηριχτεί κανείς και πρέπει όλοι να τα δεχτούν: Ο Ιησούς Χριστός ήρθε στον κόσμο για να σώσει τους αμαρτωλούς· και πρώτος ανάμεσά τους είμαι εγώ. Ακριβώς όμως γι’ αυτό με ελέησε” (Α’ προς Τιμόθεον 1:12 – 16).

  1. Κάλλιστος Ware, Πώς σωζόμαστε, μετάφραση Πολυξένη Τσαλίκη-Κιοσόγλου, (Αθήνα: Εν Πλώ, 2017). 
  2. Dumitru Staniloae, The Experience of God: Orthodox Dogmatic Theology, Volume 5: The Santifying Mysteries, μετ. Ioan Ionita and Robert Barringer (Brookline, Massachusetts: Holy Cross Orthodox Press, 2012)
  3. Κάλλιστος Ware, H Oρθόδοξη Εκκλησία, μετ. Ιωσήφ Ροηλίδης (Ακρίτας, 2007).
  4. Ιωάννης Μάγιεντορφ, Η Βυζαντινή Θεολογία, μετ. Παύλος Κουμαριανός, Βασίλης Τσάγκαλος (Ίνδικτος, 2010).
  5. Σεραφείμ του Σαρώφ, Η Ψυχή μετά τον Θάνατο μετ. Παναγιώτα Τσουρουπλή, (Πλάκα, Αθήνα: Εκδόσεις Μυριόβιβλος, ε’ έκδοση 2004). Δες ιδιαίτερα το Παράρτημα ΙΙΙ του βιβλίου, σελ. 351
  6. Ιερόθεος Μητροπολίτης Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου, Η Ζωή μετά τον Θάνατο, (εκδ. Ιερά Μονή Γενεθλίου της Θεοτόκου (Πελαγίας), 2009).
  7. Δες την πρόσφατη ανάρτηση στο site Public Orthodoxy του Αμερικανού Ορθόδοξου θεολόγου David Bentley Hart (https://publicorthodoxy.org/tag/david-bentley-hart/)

Tα νεα άρθρα σε email

Εγγραφείτε στο newsletter μας για να λαμβάνετε τα νέα άρθρα όταν δημοσιεύονται.

Scroll to top