Η σημασία της ενανθρώπησης του Θεού για τον άνθρωπο

3 men sitting on ground

Η ιστορική πραγματικότητα της ενανθρώπησης του Θεού αποτελεί ένα ανεπανάληπτο γεγονός και ένα ασύλληπτο μυστήριο και αυτό γιατί κατά την ενανθρώπηση, το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδας προσέλαβε τη φύση των δημιουργημάτων Του χωρίς να σταματήσει να είναι Θεός. Αυτά είναι τα υπέροχα νέα του Ευαγγελίου, ότι ο Χριστός είναι απόλυτα Θεός και έγινε απόλυτα άνθρωπος, για να μας λυτρώσει και να μας συμφιλιώσει με τον Θεό-Πατέρα. Ο Κύριλλος Αλεξανδρείας τον 5ο αιώνα αναφέρθηκε στην υπέροχη πραγματικότητα της ενανθρώπησης με τα ακόλουθα λόγια: «Πράγματι, το μήνυμα της ενανθρώπησης του Θεού δυστυχώς διατρέχει τον κίνδυνο της απόρριψης από την ανθρωπότητα, ακριβώς επειδή είναι τα πιο όμορφα νέα, τα πιο απροσδόκητα νέα που η ανθρωπότητα περίμενε ότι θα ακούσει. Ποιος αλήθεια προσδοκούσε ότι ο Θεός θα επισκεφθεί την ανθρωπότητα; Ποιος πίστευε ότι ο Θεός θα προσλάβει την ανθρώπινη φύση; Ποιος περίμενε το αόρατο να γίνει ορατό και το άυλο να γίνει χειροπιαστό;»

Τα νέα της ενανθρώπησης του Θεού είναι όντως τα πιο όμορφα νέα και αυτό όχι μόνο γιατί ο Θεός-Υιός προσέλαβε την ανθρώπινη σάρκα για να την λυτρώσει από την αμαρτία, αλλά και γιατί με την ενανθρώπηση η ανθρωπότητα απέκτησε τη δυνατότητα της γνώσης του Θεού. Συνήθως στην Διαμαρτυρόμενη θεολογία, όταν αναφερόμαστε στην ενανθρώπηση, τη συνδέουμε αποκλειστικά με την έννοια της λύτρωσης της ανθρωπότητας από την αμαρτία. Όμως είναι απαραίτητο ως Διαμαρτυρόμενοι να επεκταθούμε και σε μια ακόμη περιοχή που σχετίζεται με τη γνώση περί Θεού. Δηλαδή η ενανθρώπηση εκτός της περιοχής της λύτρωσης, της σταύρωσης και της ανάστασης του Χριστού θα πρέπει να συνδέεται και με την αποκατάσταση της διεφθαρμένης (από την αμαρτία) ανθρώπινης συλλογιστικής για τη γνώση του προσώπου και του χαρακτήρα του Θεού.

Μέσα στα κείμενα του Ευαγγελίου γίνεται προφανές ότι ο Χριστός ήρθε να γεφυρώσει το χάσμα ανάμεσα σε αυτά που θεωρούμε και νομίζουμε ότι γνωρίζουμε για τον Θεό και σε αυτά που πράγματι ισχύουν για το πρόσωπο και τον χαρακτήρα του Θεού. Ο Ιωάννης Καλβίνος επιβεβαίωσε αυτήν τη δυναμική, όταν είπε ότι η ενανθρώπηση του Θεού προκαλεί επιστημολογική αναταραχή στην αμαρτωλή ανθρωπότητα, καθώς αμφισβητεί τη φύση της ανθρώπινης γνώσης αλλά και τους μηχανισμούς με τους οποίους αυτή η γνώση παράγεται. Η ενανθρώπηση του Θεού γκρεμίζει τα στεγανά της ανθρώπινης επιστημολογίας και είναι ένας ισχυρός δυναμίτης για δύο λόγους. Αφενός γιατί εκθέτει τους επαναστατικούς συλλογισμούς της αμαρτωλής ανθρωπότητας προς τον Θεό. Αφετέρου γιατί φανερώνει στην ανθρωπότητα τη σωστή γνώση για το ποιος είναι πράγματι ο Θεός.

Ο άνθρωπος έχει βαθιά μέσα στην ψυχή του τη δίψα και την επιθυμία να γνωρίσει την αλήθεια που υπερβαίνει την ίδια του την ύπαρξη, ακριβώς γιατί είναι δημιουργημένος «κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν» του Θεού. Αυτή η γνώση όμως καθίσταται αδύνατη και ανέφικτη, ακριβώς γιατί η ανθρώπινη γνώση και συλλογιστική χρειάζεται να απολυτρωθεί. Κανείς άνθρωπος τελικά δεν μπορεί να γνωρίσει τον Θεό χωρίς τον Θεό. Ο πατέρας της Εκκλησίας Ειρηναίος θα επισημάνει: «Άνευ Θεού μη γινώσκεσθαι Θεόν» (δηλαδή, χωρίς τον Θεό δεν γνωρίζεται ο Θεός).

Αυτό είναι ένα από τα βασικά μηνύματα της ενανθρώπησης, ότι δηλαδή ανάμεσά μας ήρθε Εκείνος που γνωρίζει τον Θεό με τον τρόπο που ο Θεός γνωρίζει τον εαυτό Του. Αυτά είναι όντως τα πιο όμορφα νέα για τους αμαρτωλούς ανθρώπους. Ο Χριστός είναι πλήρως Θεός και πλήρως άνθρωπος και προσφέρει στην ανθρωπότητα το δώρο της Θείας αυτογνωσίας. Ο Υιός του Θεού με την ενανθρώπησή Του λύτρωσε την κίβδηλη γνώση της ανθρωπότητας για το ποιος είναι ο Θεός, καθώς την συνέδεσε με τη δική Του αληθινή γνώση. Η ενανθρώπηση λοιπόν αποτελεί εξ ορισμού την χριστιανική επιστημολογία, καθώς εισηγείται μια διαφορετική πηγή γνώσης για το πρόσωπο και την ύπαρξη του Θεού.

Αυτή η γνώση είναι η γνώση που ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ είχε για τον Θεό και αυτή ήταν ταυτόχρονα σκάνδαλο και ευλογία για τους ανθρώπους της εποχής του Χριστού αλλά και για τους ανθρώπους κάθε εποχής. Ήταν σκάνδαλο, γιατί ο Χριστός αποκάλυψε ότι υπάρχει μια όμορφη πολυπλοκότητα στον Θεό. Η έλευση του Χριστού αποκάλυψε ότι ο ένας Θεός, ο Δημιουργός του κόσμου, που έφερε τα πάντα στην ύπαρξη, στην πραγματικότητα είναι μια ενότητα και μια κοινωνία προσώπων. Ο Θεός είναι ο Θεός-Πατέρας, ο Θεός-Υιός και ο Θεός-Άγιο Πνεύμα. Ο Χριστός με αυτήν την αποκάλυψη του Θεού προκάλεσε έναν εκνευρισμό στους ακροατές της εποχής Του και πολύ περισσότερο προκάλεσε την οργή, καθώς εισηγήθηκε ότι αυτός ο τριαδικός Θεός μπορεί να γίνει γνωστός μόνο διά του Υιού-Θεού. Διαβάζουμε στο Ευαγγέλιο του Ματθαίου 11:27: «Κανένας δε γνωρίζει πραγματικά τον Υιό, παρά μόνον ο Πατέρας· ούτε τον Πατέρα τον ξέρει κανείς πραγματικά, παρά μόνο ο Υιός, καθώς κι εκείνος στον οποίο θέλει ο Υιός να τον φανερώσει».

Ήταν όμως αυτοί οι ισχυρισμοί του ενανθρωπήσαντα Θεού που, όπως είπαμε, εξόργισαν τους ανθρώπους και οδήγησαν τον Χριστό τελικά στον σταυρό. Ο θάνατός Του πάνω στον σταυρό του Γολγοθά απέδειξε κάτι συγκλονιστικό. Απέδειξε ότι όχι μόνο δεν γνωρίζουμε τον Θεό, αλλά επίσης και ότι δεν θέλουμε να Τον γνωρίζουμε. Και αυτό, γιατί η γνώση που πρόσφερε ο Χριστός για το ποιος είναι ο Θεός, ήταν ένα σκάνδαλο για την ανθρωπότητα. Ταυτόχρονα όμως, η γνώση που πρόσφερε ο Χριστός για το ποιος είναι ο Θεός ήταν και μια μεγάλη ευλογία.

Πριν αναφερθούμε σε αυτή την ευλογία με βάση τα κείμενα της Αγίας Γραφής, ίσως θα πρέπει να αναφερθούμε στον τρόπο με τον οποίο εμείς οι απόγονοι της εποχής του Διαφωτισμού προσπαθούμε να αναφερθούμε στην έννοια της γνώσης ως ένα ζήτημα συλλογής κάποιων δεδομένων, που θα συντελέσουν στο να έχουμε μια καλύτερη ποιότητα ζωής. Η γνώση όμως στην Αγία Γραφή έχει ένα πολύ διαφορετικό προσανατολισμό και σημαίνει πολύ περισσότερα από απλή μετάδοση πληροφοριών. Όταν λοιπόν η Αγία Γραφή αναφέρει ότι ο Υιός του Θεού ήρθε να μοιραστεί μαζί μας τη γνώση Του για τον Θεό τον Πατέρα Του, αυτό που εννοούμε είναι ότι ήρθε να μας συμπεριλάβει στη βιωματική, σχεσιακή γνώση του Πατέρα μέσω του Αγίου Πνεύματος. Η γνώση για την οποία μιλά ο Ιησούς, δεν είναι κερδοσκοπική, θεωρητική ή φιλοσοφική γνώση, αλλά είναι η γνώση της οικείας συντροφιάς που έχει απολαύσει αιώνια σε σχέση με τον Πατέρα και το Πνεύμα. Το να γνωρίζεις τον Θεό είναι να συμμετέχεις στην ίδια τη ζωή και την αγάπη που έχει ο Πατέρας για τον Υιό, με τη δύναμη και την παρουσία του Αγίου Πνεύματος. Αυτήν την αλήθεια παρατηρούμε στο Ευαγγέλιο του Ιωάννη 14:20 «Όταν έρθει εκείνη η μέρα, θα το καταλάβετε ότι εγώ είμαι αχώριστος από τον Πατέρα, κι εσείς από μένα, κι εγώ από σας. Εκείνος που κρατάει τις εντολές μου και τις εκτελεί, αυτός με αγαπάει· κι αυτός που με αγαπάει θ’ αγαπηθεί από τον Πατέρα μου, κι εγώ θα τον αγαπήσω και θα του φανερώσω τον εαυτό μου».

Η εναθρώπηση του Θεού μάς διαβεβαιώνει ότι το να γνωρίζουμε τον Θεό εν Χριστώ δεν σημαίνει τίποτα λιγότερο από το να έχουμε τη γνώση του ίδιου του Υιού προς τον Πατέρα, που γίνεται αιώνια ζωή για εμάς. Υπάρχει εδώ μια αξιωματική θεολογική αρχή, που πρέπει να τονιστεί ιδιαίτερα μεταξύ των σύγχρονων Ευαγγελικών, και αυτή είναι η εξής: Μόνο ο Θεός γνωρίζει τον Θεό και μόνο ο Θεός μπορεί να κάνει γνωστό τον εαυτό Του. Για να το πούμε με άλλον τρόπο, οτιδήποτε ή οποιοσδήποτε δεν είναι Θεός δεν μπορεί να κάνει γνωστό τον Θεό. Αυτό ακούμε από τα χείλη του Ιησού: «Ούτε τον Πατέρα τον ξέρει κανείς πραγματικά, παρά μόνο ο Υιός».

Η προηγούμενη θεολογική παραδοχή θα πρέπει να μας οδηγήσει σε μετάνοια, καθώς πολλές φορές, αν και εστιάζουμε στον Χριστό ως τον μοναδικό διαμεσολαβητή σωτηρίας μεταξύ Θεού και ανθρώπων, την ίδια στιγμή επιδεικνύουμε μια περίεργη αμφιβολία για το αν ο Χριστός είναι ο μοναδικός μεσολαβητής της γνώσης μεταξύ Θεού και ανθρώπων. Ο Θεός όμως δεν μπορεί να γίνει γνωστός έξω από την αποκάλυψή Του στον Χριστό. Επίσης κανείς δεν μπορεί να φτάσει σε μια πραγματική γνώση του Θεού με μια αλύτρωτη ανθρώπινη λογική, που χρειάζεται μόνο την «βοηθούσα» αποκάλυψη του Χριστού για να την καταστήσει ολοκληρωμένη. Ο Μαρτίνος Λούθηρος θα αναφέρει: «Όταν η θεολογία, αποσυνδέεται από τον Χριστό, δεν είναι μόνο μάταιη και μπερδεμένη, αλλά είναι επίσης τρελή, απατηλή και κίβδηλη».

Επομένως, μια πραγματικά χριστιανική γνωσιολογία εμμένει στον ισχυρισμό, ότι έξω από τον Χριστό η αληθινή γνώση του Θεού παραμένει απρόσιτη.

Το δόγμα της ενανθρώπησης, συνεπώς, γίνεται για εμάς τόσο συγκινητικό και βαθύ! Ο Υιός ήρθε για να κάνει τον Πατέρα Του γνωστό μέσω του Αγίου Πνεύματος και τίποτα δεν θα εμπόδιζε τον δρόμο Του – ούτε η ταπείνωση ούτε η γυμνότητα ούτε η θλίψη ούτε ο θάνατος. Η ενανθρώπηση του Θεού είναι πράγματι το μυστήριο της σωτηρίας μας.
Εύχομαι αυτά τα Χριστούγεννα να στραφούμε στον Χριστό για να λάβουμε την αληθινή γνώση του Θεού.

  1. Επιστημονικός Πελαγιανισμός – Alister McGrath

Tα νεα άρθρα σε email

Εγγραφείτε στο newsletter μας για να λαμβάνετε τα νέα άρθρα όταν δημοσιεύονται.

Scroll to top