Η Βίβλος που διάβαζε ο Χριστός και οι απόστολοι

text

Τα ερωτήματα

Είναι η Παλαιά Διαθήκη ισόκυρη με την Καινή; Ανήκει στην Βίβλο της Εκκλησίας, ή μήπως είναι το βιβλίο που έγραψαν οι Εβραίοι για τις δικές τους θρησκευτικές ανάγκες, σε μια άλλη εποχή, και τώρα έχει επιβληθεί σε εμάς τους Χριστιανούς; Είναι η Παλαιά Διαθήκη χριστιανική; Μήπως θα έπρεπε εμείς οι νεοέλληνες χριστιανοί να απορρίψουμε την Παλαιά Διαθήκη χάριν της Καινής;

Πολλές τέτοιες ερωτήσεις ακούγονται στις μέρες. Στην πραγματικότητα βέβαια πάντα ακούγονταν, σήμερα όμως, έχουν αναζωπυρωθεί ιδιαίτερα. 

Ένας τρόπος να απαντηθούν τα ερώτηματα αυτά είναι να διαβάσει κάποιος με προσοχή τι λέει η Καινή Διαθήκη για την Παλαιά. Κάνοντας το αυτό, στην πραγματικότητα θα δούμε τι πίστευε ο Χριστός για την Παλαιά Διαθήκη καθώς και οι Απόστολοι.

Αριθμητικά δεδομένα

Πριν ξεκινήσουμε για να δούμε συγκεκριμένα χωρία της Καινής Διαθήκης, αξίζει να έχουμε υπόψη μας ορισμένα «αριθμητικά» δεδομένα. Υπάρχουν 224 άμεσες αναφορές της Παλαιάς Διαθήκης στην Καινή. Σε αυτές τις περιπτώσεις ο συγγραφέας της Καινής Διαθήκης εξηγεί ότι πρόκειται να χρησιμοποιήσει χωρίο της Παλαιάς Διαθήκης χρησιμοποιώντας μια εισαγωγική φόρμουλα, π.χ. «δια να πληρωθή η Γραφή» ή «διότι είναι γεγραμμένον», «δεν ανεγνώσατε» κλπ… (Ματθαίος 2:5-6, 3:2-3, 4:14-16 κ.ο.κ.)  Σε αυτές τις αναφορές πρέπει να προστεθούν 7 επιπλέον κατά τις οποίες στο ίδιο εδάφιο της Καινής Διαθήκης γίνεται αναφορά σε δύο ξεχωριστά εδάφια της Παλαιάς και αυτή η διπλή αναφορά συνδέεται με το «και».

Υπάρχουν επίσης 45 έμμεσες αναφορές της Καινής στην Παλαιά, δηλαδή 45 φορές κατά τις οποίες η ομοιότητα με κάποιο χωρίο της Παλαιάς Διαθήκης είναι πολύ προφανής λόγω του μήκους της αναφοράς (Α΄ Πέτρου 3:10-12) ή επειδή η αναφορά είναι συγκεκριμένη (Ματθαίος 27:46) παρόλο που δεν υπάρχει κάποια εισαγωγική φόρμουλα του τύπου «είναι γεγραμμένον» ή κάποια παρόμοια.

Υπάρχουν ακόμη 19 περιπτώσεις όπου λόγος γίνεται για κάποιο χωρίο της Παλαιάς Διαθήκης παραφράζοντας το χωρίο ή κάνοντας περίληψη του χωρίου (π.χ. Ματθαίος 2:23, Α΄ Κορινθίους 10:1-3).

Αυτή η καταμέτρηση, που είναι πολύ συντηρητική, αποκαλύπτει πως υπάρχουν 295 αναφορές της Καινής στην Παλαιά Διαθήκη. Αυτές οι αναφορές καταλαμβάνουν 352 εδάφια στην Καινή Διαθήκη δηλαδή περίπου 4.4% της Καινής. Αυτό σημαίνει πως ένα εδάφιο κάθε 22.5 εδάφια είναι αναφορά της Καινής στην Παλαιά.

Τέλος αν περιοριστεί κάποιος μόνο στις περιπτώσεις που συγκεκριμένα και άμεσα γίνεται αναφορά εδαφίου της Παλαιάς Διαθήκης στην Καινή, τότε προκύπτει πως από όλη την Παλαιά Διαθήκη 278 εδάφια επαναλαμβάνονται στην Καινή. Συγκεκριμένα, 94 εδάφια από την Πεντάτευχο, 99 από τους Προφήτες, και 85 από τα Αγιόγραφα.

Αυτή η πολύ σύντομη αναφορά δείχνει την έκταση στην οποία η Παλαιά Διαθήκη υπάρχει στην Καινή. Δείχνει, επίσης, και τον βαθμό στον οποίο η Καινή Διαθήκη είναι «οικοδομημένη» πάνω στην Παλαιά. 

Η εξουσία της Παλαιάς Διαθήκης

Το δεύτερο σημείο στο οποίο αξίζει να σταθούμε είναι το ότι οι συγγραφείς της Καινής Διαθήκης θεωρούν πως η Παλαιά Διαθήκη έχει πνευματική, έχει θεϊκή προέλευση, και ως εκ τούτου έχει ηθική εξουσία για την ζωή των ανθρώπων. Πουθενά δεν υπάρχει στην Καινή Διαθήκη έστω ένα ίχνος υποτίμησης ή αμφισβήτησης της Παλαιάς Διαθήκης.

Οι περικοπές οι οποίες υποτίθεται αποδεικνύουν πως ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός και οι Απόστολοι αμφισβήτησαν την εξουσία και αυθεντία της Παλαιάς Διαθήκης, όταν εξεταστούν προσεκτικά δείχνουν ακριβώς το αντίθετο.  Στην επί του Όρους ομιλία, για παράδειγμα, στο ευαγγέλιο του Ματθαίου 5:21-43, ο Χριστός αντιστέκεται στην ανθρώπινη και παραδοσιακή ερμηνεία της Παλαιάς Διαθήκης από τους Φαρισαίους, όχι στην ίδια την Παλαιά Διαθήκη. Επίσης, σε άλλες περικοπές όπου συγκρίνεται η αποκάλυψη της Καινής με την αποκάλυψη που είχε δοθεί στην Παλαιά Διαθήκη, η ανωτερότητα της Καινής δεν παρουσιάζεται ως συγκρουόμενη με την Παλαιά, αλλά ως τέλεια «εκπλήρωση» της αποκάλυψης που είχε δοθεί στην Παλαιά. Ο Κύριός μας ο Ιησούς Χριστός στην Επί του Όρους ομιλία Του (Ματθαίος 5) είπε πως δεν ήρθε να καταργήσει τον νόμο αλλά να τον «πληρώσει», δηλαδή να τον «εκπληρώσει» (Ματθαίος 5:17).

Σε πολλές περιπτώσεις οι συγγραφείς της Καινής Διαθήκης δε διστάζουν να βασίσουν ολόκληρο το επιχείρημά τους πάνω σε μια λέξη ή μια φράση της Παλαιάς (Ματθαίος 2:15, 4:10, 13:35, Μάρκος 12:36, Λουκάς 4:8, 20:42-43, Ιωάννης 8:17, 10:34, 19:37, Πράξεις των Αποστόλων 23:5, Ρωμαίους 4:3, 9, 23, 15:9-12, Α΄ Κορινθίους 6:16, Γαλάτες 3:8, 10, 13, Εβραίους 1:7, 2:12, 3:13, 4:7, 12:26). 

Για παράδειγμα στον Ματθαίο 22:41-46 ο Χριστός ρωτάει τους Φαρισαίους,

Τι σας φαίνεται περί του Χριστού; Τίνος υιός είναι; Λέγουσι προς αυτόν, Του Δαβίδ. Λέγει προς αυτούς, Πως λοιπόν, ο Δαβίδ δια Πνεύματος ονομάζει αυτόν Κύριον λέγων, ‘Είπεν ο Κύριος προς τον Κύριόν μου, Κάθου εκ δεξιών μου εωσού θέσω τους εχθρούς σου υποπόδιον των ποδών σου;’ Εάν λοιπόν ο Δαβίδ ονομάζει αυτόν Κύριον, πως είναι υιός αυτού; Και ουδείς ηδύνατο ν’ αποκριθή προς αυτόν λόγον, ούδ’ ετόλμησε τις απ’ εκείνης της ημέρας να ερωτήση πλέον αυτόν.

Ο Κύριός μας στην περίπτωση αυτή στηρίχθηκε σε μια λέξη, την λέξη «Κύριος» και βάσισε σε αυτήν το επιχείρημά του.  

Ο δε απόστολος Παύλος, στην επιστολή προς Γαλάτες 3:16 στηρίζει όλη τη συλλογιστική όχι απλά σε μια λέξη, αλλά σε μια συγκεκριμένη γραμματική μορφή της λέξης:

Πρός δέ τόν Αβραάμ ελαλήθησαν αι επαγγελίαι καί πρός τό σπέρμα αυτού· δέν λέγει, Καί πρός τά σπέρματα, ως περί πολλών, αλλ’ ως περί ενός, Καί πρός τό σπέρμα σου, όστις είναι ο Χριστός.

Εξηγεί λοιπόν, πως το σπέρμα το οποίο υποσχέθηκε ο Θεός στον Αβραάμ ήταν στην πραγματικότητα ο Χριστός!

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχουν τα εδάφια εκείνα τα οποία παραθέτουν κάποιο χωρίο της Παλαιάς Διαθήκης με μια εισαγωγική φόρμουλα, π.χ. ‘είναι γεγραμμένον’. Αυτές οι περιπτώσεις (τουλάχιστον 56) δείχνουν την θεϊκή προέλευση της Παλαιάς Διαθήκης, δηλαδή το γεγονός ότι ο συγγραφέας είναι τελικά ο ίδιος ο Θεός, ο οποίος χρησιμοποίησε βέβαια ανθρώπους. 

Στις παρακάτω περιπτώσεις οι συγγραφείς της Καινής Διαθήκης αποδίδουν στο Θεό κατευθείαν λόγια που δεν είπε ο ίδιος ο Θεός, αλλά κάποιος άνθρωπος. Στις Πράξεις 4:24-25 διαβάζουμε,

Οι δέ ακούσαντες, ομοθυμαδόν ύψωσαν τήν φωνήν πρός τόν Θεόν καί είπον· Δέσποτα, σύ είσαι ο Θεός, όστις έκαμες τόν ουρανόν καί τήν γήν καί τήν θάλασσαν καί πάντα τά εν αυτοίς, όστις είπας διά στόματος Δαβίδ τού δούλου σου· Διά τί εφρύαξαν τά έθνη καί οι λαοί εμελέτησαν μάταια;

Πράξεις 4:24-25

Ο ευαγγελιστής Λουκάς λοιπόν, γράφει πως ο Θεός είπε δια στόματος Δαβίδ, Διά τί εφρύαξαν τά έθνη καί οι λαοί εμελέτησαν μάταια;  Τα λόγια του Δαβίδ ήταν τα λόγια του Θεού. Η αναφορά αυτή είναι από τον Ψαλμό 2:1-2. Παρόμοιες αναφορές βρίσκουμε στις Πράξεις 1:16 (Ψαλμοί 69, 109), 13:34 (Ησαΐας 55:3), Πράξεις 13:35 (Ψαλμός 16:10), Εβραίους 1:6-7 (Δευτερονόμιο 32:43).

Μια άλλη περίπτωση είναι τα λόγια που είπε ο Μωυσής στη Γένεση 2:24. Τα ίδια λόγια αναφέρει ο Χριστός στον Ματθαίο 19:4-5 ως λόγια του Θεού:

Ο δέ αποκριθείς είπε πρός αυτούς· Δέν ανεγνώσατε ότι ο πλάσας απ’ αρχής άρσεν καί θήλυ έπλασεν αυτούς καί είπεν, Ένεκεν τούτου θέλει αφήσει άνθρωπος τόν πατέρα καί τήν μητέρα καί θέλει προσκολληθή εις τήν γυναίκα αυτού, καί θέλουσιν είσθαι οι δύο εις σάρκα μίαν;

Στον Μάρκο 7:9, 10, 13 επίσης ο Χριστός αναφέρεται στα λόγια του Μωυσή, ως λόγια Θεού, λέγοντας μάλιστα πως ο νόμος του Μωυσή είναι ο Λόγος του Θεού, τον οποίο ακύρωναν χάριν της παράδοσης τους!

Επίσης στα παρακάτω εδάφια αυτό που είπε ο Θεός, μας λέγεται ό,τι το είπε «η Γραφή»: Στην επιστολή προς Γαλάτες 3:8 γράφει,

Προϊδούσα δέ η γραφή ότι εκ πίστεως δικαιόνει τά έθνη ο Θεός, προήγγειλεν εις τόν Αβραάμ ότι θέλουσιν ευλογηθή εν σοί πάντα τά έθνη.

Τα λόγια αυτά όμως τα είπε ο Θεός στον Αβραάμ (Γένεση 12:3). Το ίδιο συμβαίνει και στην Ρωμαίους 9:17, 

Διότι η γραφή λέγει πρός τόν Φαραώ ότι δι’ αυτό τούτο σέ εξήγειρα, διά νά δείξω εν σοί τήν δύναμίν μου, καί διά νά διαγγελθή τό όνομά μου εν πάση τή γή.

Τα λόγια αυτά ήταν του Θεού και βρίσκονται στην Έξοδο 9:6. Στις περιπτώσεις αυτές η Γραφή είναι «προσωποποιημένη» (δες επίσης Ιωάννης 7:38, 42, 15:25, 19:37, Ρωμαίους 4:3, 7:7, 9:17, 10:11, 11:2, Α΄ Κορινθίους 14:24, Β΄ Κορινθίους 6:2, Α΄ Τιμόθεο 5:18, Ιάκωβος 2:23, 4:5).

Ο Χριστός και οι Απόστολοι θεωρούσαν πως η Παλαιά Διαθήκη είναι θεόπνευστη και αλάθητη και ως εκ τούτου ήταν ο αποκαλυμένος νόμος του Θεού για την ζωή των ανθρώπων. Στην Β΄ Επιστολή προς Τιμόθεο 3:16-17 διαβάζουμε,

Όλη η γραφή είναι θεόπνευστος καί ωφέλιμος πρός διδασκαλίαν, πρός έλεγχον, πρός επανόρθωσιν, πρός εκπαίδευσιν τήν μετά τής δικαιοσύνης, διά νά ήναι τέλειος ο άνθρωπος τού Θεού, ητοιμασμένος εις πάν έργον αγαθόν.

Ο όρος «γραφή» απαντάται 51 φορές στην Καινή Διαθήκη και παντού αναφέρεται στην Παλαιά Διαθήκη. Η αναφορά αυτή λοιπόν περιλαμβάνει την Παλαιά Διαθήκη. 

Ο απόστολος Πέτρος στην Β΄ καθολική Επιστολή 2:19-21 γράφει,

Καί έχομεν βεβαιότερον τόν προφητικόν λόγον, εις τόν οποίον κάμνετε καλά νά προσέχητε ως εις λύχνον φέγγοντα εν σκοτεινώ τόπω, εωσού έλθη η αυγή τής ημέρας καί ο φωσφόρος ανατείλη εν ταίς καρδίαις υμών· τούτο πρώτον εξεύροντες, ότι ουδεμία προφητεία τής γραφής γίνεται εξ ιδίας τού προφητεύοντος διασαφήσεως· διότι δέν ήλθέ ποτε προφητεία εκ θελήματος ανθρώπου, αλλ’ υπό τού Πνεύματος τού Αγίου κινούμενοι ελάλησαν οι άγιοι άνθρωποι τού Θεού.

Σύμφωνα με την περικοπή αυτή καμιά προφητεία της Παλαιάς Διαθήκης δεν γράφτηκε από άνθρωπο. Το Άγιο Πνεύμα του Θεού ενέπνευσε, καθοδήγησε, κατεύθυνε τους συγγραφείς της Παλαιάς Διαθήκης. 

Ο Κύριός μας το πρωϊνό της ανάστασής Του έλεγε στους δύο μαθητές που συνάντησε στον δρόμο για τους Εμμαούς στον Λουκά 24:25-27,

Καί αυτός είπε πρός αυτούς· Ω ανόητοι καί βραδείς τήν καρδίαν εις τό νά πιστεύητε εις πάντα όσα ελάλησαν οι προφήται· δέν έπρεπε νά πάθη ταύτα ο Χριστός καί νά εισέλθη εις τήν δόξαν αυτού;
Καί αρχίσας από Μωϋσέως καί από πάντων τών προφητών, διηρμήνευεν εις αυτούς τά περί εαυτού γεγραμμένα εν πάσαις ταίς γραφαίς.

Και πιο κάτω στο εδάφιο 44 καθώς αποκαλύφθηκε σε όλους τους μαθητές είπε,

Είπε δέ πρός αυτούς· Ούτοι είναι οι λόγοι, τούς οποίους ελάλησα πρός υμάς ότε ήμην έτι μεθ’ υμών, ότι πρέπει νά πληρωθώσι πάντα τά γεγραμμένα εν τώ νόμω τού Μωϋσέως καί προφήταις καί ψαλμοίς περί εμού.

Σύμφωνα με αυτά τα εδάφια, όλη η Παλαιά Διαθήκη είναι εμπνευσμένη από τον Θεό και προετοίμαζε την ανθρωπότητα για τον ερχομό του Χριστού!

Ιστορική αξιοπιστία

Ίσως όμως πει κάποιος πως όλα αυτά είναι θέματα «πίστης» και σε αυτά θα μπορούσαμε να δεχτούμε την εγκυρότητα της Παλαιάς Διαθήκης. Τι γίνεται όμως με τις ιστορικές αναφορές; 

Αν δει κάποιος τον τρόπο με τον οποίοι οι συγγραφείς της Καινής Διαθήκης εμπιστεύονται τις αφηγήσεις της Παλαιάς, ακόμη και σε ασήμαντες λεπτομέρειες, φαίνεται καθαρά ότι δεν διαχωρίζουν θέματα «πίστης» από όλα τα υπόλοιπα. Αντίθετα δέχονται όλο το περιεχόμενο της Παλαιάς Διαθήκης ως αληθινό. Επίσης, είναι ενδιαφέρον να προσέξει κάποιος πως όλες οι «ιστορικές» αναφορές στην Καινή Διαθήκη, γίνονται επειδή αγγίζουν θέματα πίστης. Όλη λοιπόν, η Παλαιά Διαθήκη αφορά την πίστη μας, τόσο τα γεγονότα με τα οποία ο Θεός αποκαλύπτεται, όσο και η διδασκαλία.

Ακολουθεί ένα μικρό δείγμα από ιστορικές, γεωγραφικές, χρονολογικές, κλπ… αναφορές της Καινής Διαθήκης στην Παλαιά, που δείχνει ότι ο Χριστός και οι Απόστολοι δεν διαχώριζαν στο νου τους τα θέματα πίστης από τα άλλα και δέχονταν τις ιστορικές αναφορές της Παλαιάς Διαθήκης ως ακριβείς και αληθινές 

  1. Ο Δαβίδ έφαγε τους άρτους της προθέσεως (Ματθαίος 12:3-4)
  2. Ο Ιωνάς ήταν  μέσα στο κήτος (Ματθαίος 12:40)
  3. Οι άνθρωποι της Νινευή τελικά μετανόησαν (Ματθαίος 12:41)
  4. Η βασίλισσα του Νότου ήρθε να ακούσει την σοφία του Σολομώντα (Ματθαίος 12:42)
  5. Ο προφήτης Ηλίας πήγε στην χήρα στα Σάρεπτα της Σιδώνας (Λουκάς 4:25-26)
  6. Ο Νεεμάν ο Σύρος καθαρίστηκε από την λέπρα (Λουκάς 4:27)
  7. Την ημέρα που ο Λώτ έφυγε από τα Σόδομμα έβρεξε θειάφι και φωτιά από τον ουρανό (Λουκάς 17:29)
  8. Η γυναίκα του Λώτ (Λουκάς 17:32)
  9. Ο Μωυσής ύψωσε το φίδι στην έρημο (Ιωάννης 3:14)
  10. Ο Ιακώβ έδωσε αγρό στον Ιωσήφ (Ιωάννης 4:5)
  11. Διάφορες λεπτομέρειες από την ιστορία του λαού Ισραήλ (Πράξεις 7:1-53, 13:17-23)
  12. Ο Αβραάμ πίστεψε και έλαβε τις υποσχέσεις του Θεού πριν την περιτομή (Ρωμαίους 4:10)
  13. Ο Αβραάμ ήταν περίπου εκατό ετών όταν γεννήθηκε ο Ισαάκ (Ρωμαίους 4:19)
  14. Ο Θεός είπε στην Ρεβέκκα πριν τα παιδιά της γεννηθούν ότι ο πρεσβύτερος θα υπηρετήσει τον νεώτερο (Ρωμαίους 9:10-12) 
  15. Ο λαός Ισραήλ πέρασε την Ερυθρά Θάλασσα, έφαγαν, ήπιαν πνευματικό ποτό και φαγητό, επιθύμησαν την αμαρτία έκατσαν και έφαγαν, σηκώθηκαν και χόρευαν, ενέδωσαν στην ανηθικότητα, γόγγυσαν και καταστράφηκαν (Α΄ Κορινθίους 10:11)
  16. Ο Αβραάμ έδωσε το δέκατό του στον Μελχισεδέκ (Εβραίους 7:1-2)
  17. Η Σκηνή στην Παλαιά Διαθήκη είχε συγκεκριμένο σχέδιο (Εβραίους 9:1-5)
  18. Ο Μωυσής είχε ραντίσει τους ανθρώπους και τα σκεύη του ναού με αίμα και νερό και χρησιμοποίησε κόκκινο μαλλί και ύσσωπο (Εβραίους 9:19-21)
  19. Ο κόσμος δημιουργήθηκε με τον Λόγο του Θεού (Εβραίους 11:3)
  20. Λεπτομέρειες από τις ζωές ηρώων της πίστης, Άβελ, Ενώχ, Νώε, κλπ… (Εβραίους 11)
  21. Ο Ησαύ πούλησε τα πρωτοτόκια για ένα πιάτο φαγητό και μετά τα ζήτησε πίσω με δάκρυα (Εβραίους 12:16-17)
  22. Η Ραάβ η πόρνη δέχτηκε τους κατασκόπους και τους έστειλε πίσω από άλλο δρόμο (Ιάκωβος 2:25)
  23. Οκτώ ψυχές σώθηκαν στην κιβωτό (Α΄ Πέτρου 3:20, Β΄ Πέτρου 2:5)
  24. Ο Θεός μετέτρεψε τα Σόδομμα και Γόμορρα σε στάχτες, αλλά έσωσε τον Λώτ (Β΄ Πέτρου 2:6-7)
  25. Το γαϊδούρι του Βαλαάμ μίλησε (Β΄ Πέτρου 2:16)

Ο Χριστός λοιπόν, και οι Απόστολοι δέχονταν την ιστορική αξιοπιστία της Παλαιάς Διαθήκης. Δέχονταν πως αυτά που λέει πως έγιναν, ήταν ιστορικές πραγματικότητες, και όχι η μυθολογία του λαού τους. 

Συμπεράσματα

Η Καινή Διαθήκη είναι «οικοδομημένη» πάνω στην Παλαιά. Ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός και οι Απόστολοι δέχονταν πως η Παλαιά Διαθήκη είναι ο αυθεντικός και αποκαλυμένος Λόγος Θεού στον άνθρωπο. Ποτέ δεν αμφισβήτησαν την αξιοπιστία και την εξουσία της. Αντίθετα βασίστηκαν επάνω στην Καινή Διαθήκη για την διδασκαλία τους. 

Αυτό σημαίνει πως ως χριστιανοί έχουμε «ένα» ιερό βιβλίο, την Αγία Γραφή. Όλη η Αγία Γραφή, Παλαιά και Καινή Διαθήκη είναι ο Λόγος του Θεού σε μας.

Αν λοιπόν, δεχόμαστε πως η Καινή Διαθήκη είναι χριστιανική, πως ο Χριστός ήταν ο Υιός του Θεού, το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδας, και πως οι Απόστολοι έγραψαν κάτω από την οδηγία του Αγίου Πνεύματος, τότε αυτό μας οδηγεί να δεχτούμε την μαρτυρία τους για την Παλαιά Διαθήκη ως αληθινή. 

Αν ο Χριστός δεχόταν την Παλαιά Διαθήκη είτε έκανε λάθος (και ποιος θα μπορούσε να πει ότι ο Ενσαρκωμένος Θεός, το Δεύτερο Πρόσωπο της Αγίας Τριάδας, έκανε λάθος;) είτε όχι. Αν όμως δεν έκανε λάθος, τότε και εμείς πρέπει να δεχτούμε την δική Του μαρτυρία, όπως και των Αποστόλων. Στην πραγματικότητα αν αφαιρέσει κάποιος από την Καινή Διαθήκη όλες τις αναφορές της Παλαιάς, ο Χριστός μειώνεται σε κάποιον περιπλανώμενο θαυματοποιό ή ενός δασκάλου φιλοσοφικών αληθειών ο οποίος καταφέρνει να ανατρέπει με ετοιμότητα τα επίσης φιλοσοφικά ερωτήματα των συνομιλητών του. Δεν είναι ο Χριστός της Χριστιανικής πίστης της Εκκλησίας. 

Η μαρτυρία του Χριστού και των Αποστόλων είναι πως η Αγία Γραφή, Παλαιά και Καινή Διαθήκη είναι θεόπνευστη και ως εκ τούτου αλάθητη. Η δική τους Αγία Γραφή πρέπει να είναι και δική μας.

Tα νεα άρθρα σε email

Εγγραφείτε στο newsletter μας για να λαμβάνετε τα νέα άρθρα όταν δημοσιεύονται.

Scroll to top