Πρόλογος
Το βιβλίο του Ιώβ, ένα αριστούργημα ποίησης και σκέψης, ξεκινά με την περιγραφή ενός σπάνιου ακέραιου ανθρώπου από την Ουζ, ο οποίος είχε εφτά γιους, τρεις κόρες και πολλά πλούτη. Ο Θεός ρωτάει τον Κατήγορο (χασατάν) γι αυτόν: «Πρόσεξες το δούλο μου, τον Ιώβ; Δεν υπάρχει άλλος σαν αυτόν πάνω στη γη· είναι άνθρωπος ακέραιος κι ευθύς· με σέβεται κι αποστρέφεται το κακό» (1:8). Ο Κατήγορος, λοιπόν, εισηγείται ότι ο Ιώβ είναι ακέραιος μόνο και μόνο επειδή ο Θεός του παρέχει όλη αυτήν την ευημερία και ότι αν του αφαιρεθεί, ο Ιώβ θα καταραστεί τον Θεό. Ο Θεός δέχεται την πρόκληση και ξεκινούν οι συμφορές στη ζωή του Ιώβ, η μια μετά την άλλη. Εφτά μερόνυχτα κάθεται σε απόλυτη σιωπή πένθους με τους τρεις φίλους του μέχρι που ξεκινάει η αγανάκτησή του να εκφράζεται σε συζήτηση για τον Θεό και αυτά που του συμβαίνουν.
Το βιβλίο αποτελείται από 42 κεφάλαια και είναι απ’ τα δυσκολότερα βιβλία στην εβραϊκή γλώσσα αλλά και στην ερμηνεία.1 Απασχόλησε πάμπολους ερμηνευτές μέσα στους αιώνες και προκάλεσε διαμετρικά αντίθετες αντιδράσεις κάποιες φορές. Δεν ισχυρίζομαι ότι έχω την τελεσίδικη / καθοριστική ερμηνεία αυτού του βιβλίου ούτε θεωρώ ότι υπάρχει μια καθοριστική ερμηνεία γι αυτό το κείμενο, ειδικά λόγω της ποιητικής του μορφής η οποία απαιτεί την ενεργή συμμετοχή του αναγνώστη στη δημιουργία νοήματος.
Αρχαία Εγγύς Ανατολή
Ο Ιώβ δεν ήταν ο πρώτος άνθρωπος που παραπονιέται ότι αδικείται από τον Θεό του. Παρόμοια κείμενα έχουν βρεθεί στην αρχαία εγγύς Ανατολή από τη 2η χιλιετία π.Χ. και μετά.
Το κυριότερο ερώτημα σ’ αυτά τα λογοτεχνικά έργα είναι «γιατί να υποφέρουν αυτοί που τηρούν κάθε γνωστή θρησκευτική υποχρέωση»; Συνήθως, η απάντηση που προσφέρουν αυτά τα κείμενα είναι είτε ότι υπήρξε κάποια παράβαση για την οποία οι παραβάτες βρίσκονταν σε άγνοια, ή ότι η θεότητα απλά δεν κατανοείται.2
Εδώ ο ρόλος της μαντικής ήταν ιδιαίτερα χρήσιμος για την αποτροπή του κακού. Πληθώρα ξορκιών έχουν βρεθεί που σκοπό είχαν να διώξουν το κακό απ’ τη ζωή κάποιου, όπως και λίστες παραπτωμάτων οι οποίες χρησιμοποιούνταν για εξομολόγηση έτσι ώστε να μπορέσει κανείς να καλύψει κάθε ενδεχόμενο αμάρτημα που πιθανώς να διέπραξε. Φυσικά, σ’ ένα πολυθεϊστικό περιβάλλον δεν μπορούμε να έχουμε κάποια θεοδικία που μπορεί να συγκριθεί απόλυτα με μια μονοθεϊστική θεοδικία για τον απλούστατο λόγο ότι το κακό θα μπορούσε να προέλθει από οποιαδήποτε θεότητα, ίσως δυνατότερη από τον θεό προστάτη του συγκεκριμένου λατρευτή, και, πράγματι, υπάρχουν περιπτώσεις που οι λατρευτές δεν γνωρίζουν ποια θεότητα είναι ο/η πρόξενος του κακού.
Το βιβλίο του Ιώβ προϋποθέτει μια μονοθεϊστική θεώρηση του σύμπαντος. Προϋποθέτει την απόλυτη κυριαρχία του Θεού (συγκεκριμένα του Γιαχβέ, του Θεού του Ισραήλ, το όνομα του οποίου χρησιμοποιείται σε πολλά σημεία στο βιβλίο).
Τα ερωτήματα του Βιβλίου
Το βιβλίο ασχολείται με δύο κύρια ερωτήματα. Ένα απ’ την ουράνια πλευρά και ένα απ’ την ανθρώπινη πλευρά.
Το πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου ανοίγει την αυλαία στην ουράνια σφαίρα, σ’ ένα σκηνικό μη προσβάσιμο στους ήρωες του έργου αλλά γνωστό μόνο στους αναγνώστες (η λεγόμενη τραγική ειρωνεία). Στον διάλογο μεταξύ του Θεού και του Κατήγορου (χασατάν) το ερώτημα που προκύπτει είναι εάν μπορεί κανείς να φοβάται τον Θεό χωρίς αντάλλαγμα (1:9). Εφόσον, δηλαδή, η δικαιοσύνη και η αγαθοσύνη πάντα ανταμοίβονται με γήινες ευλογίες, πώς μπορεί κανείς να ξεχωρίσει αυτόν που είναι πραγματικά δίκαιος, που θα συνεχίσει να είναι ακέραιος με οποιοδήποτε κόστος, κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες; Μπορεί ο άνθρωπος να είναι δίκαιος μόνο και μόνο για χάρη της δικαιοσύνης; Το ερώτημα αυτό είναι εξάλλου κοινό και στην Πολιτεία του Πλάτωνα.
Από την ανθρώπινη πλευρά, το ερώτημα που προκύπτει στον Ιώβ, βασισμένο στην εμπειρία της τραγωδίας που βιώνει και της βεβαιότητας της αθωότητάς του, είναι «γιατί ο Θεός επιτρέπει να υπάρχει αδικία στον κόσμο;»
Με άλλα λόγια, στην ανθρώπινη σφαίρα κανείς δεν αποδέχεται (ούτε ο Ιώβ ούτε οι φίλοι του) ότι είναι θεμιτό ο Θεός να φέρνει πόνο στη ζωή αθώων ανθρώπων, ενώ ταυτόχρονα ο Κατήγορος υπονοεί ότι το ακριβώς αντίστροφο είναι το προβληματικό. Δηλαδή, το να ευλογεί ο Θεός τη δικαιοσύνη του ανθρώπου στην πραγματικότητα επισκιάζει ή αλλοιώνει την αληθινή δικαιοσύνη, φέρνει τα αντίθετα αποτελέσματα.3
Η θεολογία των φίλων
Ο ρόλος των φίλων του Ιώβ στο βιβλίο είναι αντιπροσωπευτικός του παραδοσιακού δόγματος της σοφιολογίας στην αρχαία Εγγύς Ανατολή, αλλά και στον Ισραήλ συγκεκριμένα, σε κείμενα όπως οι Παροιμίες, το Δευτερονόμιο και οι Προφήτες, δόγμα που ο Ιώβ προκαλεί ως ανεπαρκές για την εξήγηση του κόσμου.
Το κλασσικό δόγμα της σοφιολογίας είναι η Δικαιοσύνη της Ανταπόδοσης (retributive justice)/ ή ανταποδοτική δικαιοσύνη η οποία διδάσκει ότι στον κόσμο υπάρχει μια ξεκάθαρη τυπική ηθική: ο πόνος είναι πάντοτε αποτέλεσμα αμαρτίας. Αν και οι φίλοι του Ιώβ δεν αναγνωρίζουν κάποιο συγκεκριμένο αμάρτημα σ’ αυτόν, ωστόσο επιμένουν στον δογματισμό τους απορρίπτοντας την ανθρώπινη εμπειρία. Το λάθος τους είναι η άρνηση τους να αλλάξουν στάση υπό το φως νέων δεδομένων. Αυτό που τους ενδιαφέρει δεν είναι μια βαθύτερη κατανόηση του Θεού και της αλήθειας του κόσμου, μια συνεχής αναζήτηση, αλλά είναι κλειστοί σε οποιαδήποτε ανάπτυξη ή αναθεώρηση της θεολογίας τους. Το ζητούμενο γι αυτούς, αυτό που εκφράζουν ως στόχο, είναι ο Ιώβ να ανακτήσει τη χαμένη του ευλογία και ευμάρεια, να παραδεχτεί την αμαρτία του και να εξευμενίσει τον Θεό του:
5 Αλλά αν εσύ προσφύγεις στο Θεό
και δεηθείς στον Παντοδύναμο,
6 αν είσαι καθαρός και τίμιος,
σίγουρα τότε θα νοιαστεί για σένα
και θ’ αποκαταστήσει αντάξια
το σπίτι σου.
7 Η αρχική σου ευημερία
θα σου φανεί πολύ μικρή
μπρος στην πολύ μεγάλη που σου
μέλλεται. (8:5-7 [NMB], βλ. επίσης 11:14-20, 22:21-30)
Κατά κάποιον τρόπο οι φίλοι του Ιώβ τον προκαλούν στη θέση που ο Κατήγορος ισχυρίστηκε ότι ισχύει για τους δίκαιους. Τα βάσανα δεν έχουν θέση στη ζωή του δίκαιου και αν έρθουν πρέπει να παρθούν τα κατάλληλα βήματα για την απομάκρυνσή τους. Αυτή φαίνεται να είναι, σε μια πιο ωμή εκδοχή, και η αντίληψη της γυναίκας του Ιώβ η οποία εισηγείται την απόρριψη του Θεού από τη στιγμή που δεν λειτουργεί η αρχή της ανταπόδοσης. Εάν ο Ιώβ συμμορφωνόταν είτε με τη γυναίκα του είτε με τους φίλους του θα δικαίωνε τον Κατήγορο και θα αποδείκνυε ότι μια αγνή και αφιλοκερδής/ανιδιοτελής αφοσίωση στη δικαιοσύνη δεν υφίσταται.
Αφιλοκερδής δικαιοσύνη (Disinterested Righteousness)
Αντιθέτως, ο Ιώβ προκαλεί τον δογματισμό των φίλων του και αυτό που τον ενδιαφέρει δεν είναι η ανάκτηση της ευημερίας του αλλά η αναγνώριση ότι υποφέρει άδικα, η αποκατάσταση της φήμης του ενώπιον του Θεού. Επιδιώκει να καταλάβει τον Θεό βαθύτερα, να φτάσει σε μια θεολογία ικανή να εξηγήσει το παράλογο της εμπειρίας του, το παράλογο ενός κόσμου όπου οι κακοί ευημερούν και οι αθώοι υποφέρουν.
Παρόλο που φτάνει στο σημείο να αμφισβητήσει τα πάντα, να πιστέψει ότι μπορεί να μη βρει ποτέ το δίκιο του ή ότι ο Θεός είναι ανώτερός του και δεν θα μπορέσει να τα βάλει ποτέ μαζί του, ο Ιώβ διατηρεί μέχρι τέλους την ακεραιότητά του, την πεποίθηση ότι η δικαιοσύνη είναι σημαντικότερη της ανταμοιβής. Μέσα σε όλο αυτό το σκοτάδι, ο Ιώβ συνεχίζει να πιστεύει ότι η δικαιοσύνη είναι από μόνη της αρετή, κι ακόμα κι αν δεν φέρνει ανταμοιβή αυτή η δικαιοσύνη, ο Ιώβ συνεχίζει να την κρατάει. Δεν παρατάει την ηθική και αρνείται να καταλήξει στο μηδενισμό:
Μα τον αληθινό Θεό, τον Παντοδύναμο,
που αρνείται να μου δώσει δίκιο
και μου πικραίνει τη ζωή!
3 ΄Οσο μου δίνει ο Θεός λίγη ζωή
και τη δική του την πνοή
για ν’ ανασαίνω,
4 τα χείλη μου δε θα προφέρουν
τίποτε άδικο
κι η γλώσσα μου ποτέ
δε θα πει ψέμα.
5 Ποτέ μου εγώ δε θα σας δώσω δίκιο·
κι ως του θανάτου μου τη μέρα
θα επιμένω
πως είμαι αθώος.
6 Το δίκιο μου υποστηρίζω και δε σκοπεύω
να παραιτηθώ·
μες στη ζωή μου ολάκερη για τίποτα
δε με κατηγορεί η συνείδησή μου. (27:2-6)
Εδώ θυμόμαστε τα λόγια του Κατήγορου που αναρωτιέται κατά πόσο ο Ιώβ θα μείνει πιστός στη δικαιοσύνη του ακόμα κι αν αφαιρεθεί κάθε ελπίδα ανταμοιβής της ηθικής του. Είναι σ’ αυτό ακριβώς το σημείο όπου η ελπίδα της ανταμοιβής έχει χαθεί τελείως που επιτέλους βλέπουμε ότι η δικαιοσύνη είναι από μόνη της αρετή, και όχι επειδή φέρνει κάποια ανταμοιβή στον άνθρωπο, ακόμα κι αν ο ίδιος ο Θεός φαίνεται να έχει παραιτηθεί απ’ αυτήν!
Ο Ιώβ φτάνει στο σημείο μέσα στο απόλυτο σκοτάδι να μπορεί τώρα από μόνος του χωρίς καμία εξωτερική επιρροή να διακρίνει τι είναι καλό και τι είναι κακό. Αναγνωρίζει την αγαθότητα από μόνος του και τι είναι αυτό που έχει αξία. Είναι έτοιμος να κρίνει τον κόσμο (Α΄ Κορ 6:2)! Γι αυτόν τον λόγο ο Ιώβ κατανοείται στη χριστιανική παράδοση ως τύπος Χριστού που υπέφερε σταυρό παρά τη φαινομενική εγκατάλειψη του Πατέρα Θεού.4
Σ’ αυτό το σημείο ο Ιώβ ενσαρκώνει την αληθινή δικαιοσύνη. Δεν καταριέται τον Θεό, δεν τον εγκαταλείπει κατά την προτροπή της γυναίκας του, αλλά παραμένει αγαθός και ακέραιος ακόμα και απέναντι σ’ έναν φαινομενικά «ανάξιο» Θεό, σχεδόν αντικατοπτρίζοντας μια στάση ανάλογη με τη θεία στάση που ο ίδιος ο Θεός κρατά απέναντι στον αμαρτωλό άνθρωπο της πτώσης στην Εδέμ. Κατά κάποιο τρόπο ενεργεί ως εικόνα του Θεού του ο οποίος μπροστά στην προδοσία του Αδάμ και της Εύας δεν καταριέται τον άνθρωπο για την εγκατάλειψή του. Καταριέται το φίδι και τη γη που καλλιεργεί ο άνθρωπος, αλλά όχι τον ίδιο τον άνθρωπο με τον οποίο παραμένει σε μια παράδοξη σχέση (Γεν 3:14-24). Παρομοίως, ο Ιώβ δεν καταριέται τον ίδιο τον Θεό, όπως ο Κατήγορος θα περίμενε (1:11) κι όπως η γυναίκα του προτείνει (2:9), αλλά καταριέται τη μέρα της γέννησής του (3:1). Παραμένουν, παραδόξως, Θεός και Ιώβ, πιστοί ο ένας στον άλλο.
Το ουράνιο ερώτημα έχει λυθεί. Ο Θεός δικαιώνεται απέναντι στον Κατήγορο. Η απάντηση είναι: Ναι! Μπορεί να υπάρξει αφιλοκερδής/ανιδιοτελής δικαιοσύνη μέχρι τέλους.
Πώς απαντάει, όμως, ο συγγραφέας το δεύτερο ερώτημα, από τη γήινη μεριά, το ερώτημα του Ιώβ: «Γιατί ο Θεός επιτρέπει αδικία στον κόσμο;» Παρόλο που η απάντηση στο πρώτο ερώτημα θα μπορούσε να δοθεί και για το δεύτερο, ότι δηλαδή ο λόγος που ο Θεός επιτρέπει την αδικία στον κόσμο είναι για να δοκιμάσει τον δίκαιο (όπως κάνει και με τον Αβραάμ π.χ.), μια τέτοια απάντηση δεν επαρκεί. Τα ερωτήματα του Ιώβ αφορούν και τον άδικο. Γιατί ο άδικος να ευημερεί, ή γιατί να έχει ακριβώς την ίδια μοίρα με τον δίκαιο; Αυτό είναι το πρόβλημα του Ιωνά, κατά κάποιο τρόπο, το πρόβλημα του Καλού.5 Η αποκατάσταση της βάρβαρης Νινευή του φαίνεται αυθαίρετη. Είναι και ο Ιωνάς ένας χαρακτήρας που τολμά να προκαλέσει τον Θεό. Γιατί δεν παίρνουν οι άδικοι αυτό που τους αξίζει;
Η Θεοφάνεια
Ο Θεός εμφανίζεται τελικά στον Ιώβ μέσα απ’ τον ανεμοστρόβιλο και τον προκαλεί με μια σειρά ερωτήσεων για τη δημιουργία του κόσμου (38:4-11), τα θαυμαστά των ουρανών (38:12-21), τα καιρικά φαινόμενα (38:22-38) και τ’ άγρια ζώα (38:39-39:30).
Πού ήσουν εσύ, όταν εγώ θεμέλιωνα
τη γη;
Πες μου το αν το γνωρίζεις.
5 Ξέρεις ποιος όρισε τις διαστάσεις της;
Ποιος τέντωσε σκοινί
να τη μετρήσει;
6 Πάνω σε τι στηρίγματα
μπήκαν τα θέμελιά της
ή ποιος της τοποθέτησε το γωνιακό
λιθάρι; (Ιώβ 38:4-6)
Δεν απαντάει όμως στα ερωτήματα του Ιώβ. Δεν Τον ενδιαφέρει η υπεράσπιση Του, δεν προσπαθεί να δικαιωθεί μπροστά στον άνθρωπο, με τον τρόπο που ο Ιώβ ζητά να αποδείξει τον Θεό λάθος για να δικαιωθεί ο ίδιος. Λέει ο Γιαχβέ στον Ιώβ στο 40:8:
Θέλεις στ’ αλήθεια ν’ αποδείξεις
πως είμαι άδικος,
πως εγώ κάνω λάθος κι εσύ λες
το σωστό;
Βαθύτερη γνώση του Θεού
Τα ερωτήματα παραμένουν αναπάντητα, και αναρωτιέμαι μήπως θα ήταν ακατάλληλο εκ μέρους του Θεού να εξηγήσει στον άνθρωπο τους λόγους του ανεξήγητου κακού που βιώνει. Ίσως η κατανόηση του κακού προϋποθέτει την παραδοχή ότι το κακό είναι αναπόσπαστο μέρος της δημιουργίας και άρα μπορεί να ερευνηθεί και να εξηγηθεί. Μήπως, όμως, πρέπει να παραμείνει στο μυαλό μας ως κάτι παρείσακτο, κάτι που δεν έχει θέση στον κόσμο άρα ούτε στην ανθρώπινη λογική;
Παρόλο, όμως, που ο Θεός δεν απαντάει στα συγκεκριμένα ερωτήματα του Ιώβ, υπάρχει κάτι στη θεοφάνεια αυτή που τον καθησυχάζει, σαν μια ειρήνη «ὑπερέχουσα πάντα νοῦν» όπως την χαρακτηρίζει ο Απόστολος Παύλος στην Προς Φιλιππησίους Επιστολή 4:7.
Μέσα απ’ τη θεοφάνεια ο Ιώβ κερδίζει κάτι, εμπλουτίζεται.
Όμως, το γεγονός ότι προκύπτει ο εσωτερικός εμπλουτισμός του Ιώβ μέσα απ’ τις θλίψεις του, όπως λέει στο 42:5 («Τότε σε γνώριζα μονάχα απ’ όσα είχα για σένα ακουστά· μα τώρα με τα μάτια μου σε είδα»), δεν σημαίνει ότι αυτή η συνέπεια ήταν και ο αρχικός σκοπός των συμφορών. Δεν υπάρχει συμφιλίωση με το κακό.
Ο Ιώβ δεν μετανοεί στο τέλος όπως οι φίλοι του τον προέτρεπαν, αλλά παραδέχεται την ανεπάρκεια της νόησής του. Το αποτέλεσμα της θεοφάνειας, των τεράστιων ερωτημάτων που θέτει ο Θεός, είναι ακριβώς αυτό: φανερώνουν την ανικανότητα του ανθρώπου να κατανοήσει το κακό μέσω της συνειδητοποίησης του περιορισμού του στο να γνωρίσει τη δημιουργία. Για να αξιολογηθεί η δικαιοσύνη του Θεού, το δίκαιο θα ήταν να εξεταστούν όλα τα δεδομένα που συμπεριλαμβάνονται στη διαδικασία χειρισμού του κόσμου. Η θεοφάνεια σηματοδοτεί τα όρια της σοφιολογίας, φανερώνει την απόκλειση του ανθρώπου από το «εν αρχή», ένας τόπος στον οποίο μόνο η Σοφία η ίδια έχει πρόσβαση και θέση να συνδημιουργεί με τον Θεό. Αυτή είναι η Σοφία που ταυτίζεται στην Καινή Διαθήκη με τον ίδιο τον Χριστό. Ο μόνος που ήταν εκεί και είδε (βλ. Α΄ Κορ 1:24, 8:6, πρβλ Παρ 3:19). Ο ύμνος της Σοφίας στις Παροιμίες 8:25-27:
Πριν να θεμελιωθούνε τα βουνά
και πριν υπάρξουν λόφοι, εγώ
γεννήθηκα. . . .
27 ΄Ημουν εκεί όταν στέριωνε τους
ουρανούς,
όταν χάραζε κύκλο τον ορίζοντα
στο πρόσωπο του ωκεανού·Από τη μία η θεοφάνεια δείχνει στον άνθρωπο ότι η έλλειψη πρόσβασης στις απαρχές του κόσμου σημαίνει ταυτόχρονα και έλλειψη κατανόησης του σύμπαντος και των σκοπών του. Η σχέση, όμως, με τον Θεό δεν προϋποθέτει την απόλυτη κατανόηση του σύμπαντος και της δικαιοσύνης του Θεού αλλά απαιτεί την αποδοχή της σοφίας Του και της δύναμής Του να διατηρεί την τάξη του σύμπαντος.
Ο Ιώβ δεν έχει αρκετά στοιχεία για τη δικαιοσύνη του Θεού αλλά έχει αρκετά στοιχεία για να αποδεχτεί τη σοφία του Θεού και αυτό λειτουργεί ως ικανοποιητική βάση για την εμπιστοσύνη και στη δικαιοσύνη Του. Ξέρουμε όλοι ότι η ύπαρξη μέσα σ’ ένα μη κατανοητό σύμπαν είναι εφικτή, αλλά πέραν απ’ αυτό, η σχέση Θεού και ανθρώπου είναι επίσης εφικτή μέσα σ’ ένα τέτοιο σύμπαν έλλειψης απαντήσεων. Είναι μια σχέση όπου ο άνθρωπος συχνά γρονθοκοπάει το στήθος του Θεού γεμάτος αγανάκτηση για το κακό, γεμάτος απαιτήσεις απ’ Αυτόν ν’ ακούσει την κραυγή του βασανισμένου και όλη αυτή η μάχη του ανθρώπου και η απαίτηση του, όχι μόνο δεν κατακρίνονται, αλλά επαινούνται! Λέει ο Θεός στους φίλους του Ιώβ στο 42:7: «δε μιλήσατε σωστά για μένα, όπως ο δούλος μου ο Ιώβ».
Η κραυγή «ἕως πότε, ὁ δεσπότης ὁ ἅγιος καὶ ἀληθινός, οὐ κρίνεις καὶ ἐκδικεῖς τὸ αἷμα ἡμῶν ἐκ τῶν κατοικούντων ἐπὶ τῆς γῆς;» (Αποκ 6:10) είναι η σωστή στάση και δεν πρέπει να αποσιωποιηθεί. Είναι η κραυγή που ακούγεται και στην οποία ο Θεός είναι κοντά. Είναι η κραυγή που δεν γίνεται να παραιτηθεί και για να μην παραιτηθεί πρέπει να πιστέψει ότι αντηχεί μέσα στον κόσμο που η σοφία του Θεού συνέχει.
Ταπεινή κοινότητα
Ένα άλλο σημαντικό σημείο είναι ότι η καινούργια αυτογνωσία του Ιώβ μπροστά στην απεραντοσύνη του Γιαχβέ είναι και το συστατικό αποκατάστασης της κοινότητας, και ιδιαίτερα μιας κοινότητας εχθρικής προς αυτόν. Στην αρχή του βιβλίου ο Ιώβ τελεί ιερατικά/μεσιτικά καθήκοντα για τους γιούς του αλλά στο τέλος του βιβλίου ο Θεός καλεί τους φίλους να έρθουν στον Ιώβ για να μεσιτεύσει γι αυτούς. Το βιβλίο δεν προάγει τον αποκλεισμό της ορθής άποψης αλλά δείχνει μια κλήση έξω απ’ τον σκληρό δογματισμό και την κοινωνική απομόνωση που συχνά προκαλεί σε μια κοινότητα δέους και αναγνώρισης της αλήθειας ότι μιλάμε για «πράγματα που δεν [καταλαβαίνουμε] πολύ μεγάλα, θαυμαστά κι ασύλληπτα για [μας]», όπως διακηρύττει ο Ιώβ στο 42:3.
Επίλογος
Το βιβλίο επαινεί την ανιδιοτελή/αφιλοκερδή δικαιοσύνη που επιμένει να στέκεται όρθια ακόμα κι όταν όλα καταρρέουν γύρω μας. Δεν μας δείχνει τις αιτίες του κακού αλλά μας διδάσκει πώς να σκεφτόμαστε για τον εαυτό μας και τον Θεό μέσα στο βίωμα του κακού.
Μας καλεί να δούμε τον εαυτό μας ως παιδιά και να εμπιστευθούμε τον Θεό με την εμπιστοσύνη ενός παιδιού. Μπορεί να το θεωρήσουμε υποτιμητικό και ταπεινωτικό να μας παρομοιάζει κανείς με παιδιά και δεν μας αρέσει η ιδέα ότι δεν διαφέρουμε και πολύ στις αναζητήσεις μας από ένα παιδί που ρωτάει ασταμάτητα «γιατί είναι έτσι ο κόσμος;». Αυτό όμως δεν είναι καθόλου υποτιμητικό αλλά φυσιολογικό. Όσες απαντήσεις κι αν πάρουν τα παιδιά δεν σταματάνε να ρωτάνε και δεν πρέπει να σταματάνε αλλιώς δεν αναπτύσσονται.
Η Susan Neiman λέει ότι κάθε άνθρωπος από παιδί αρνείται να δεχθεί έναν κόσμο που δεν βγάζει νόημα και καμία απάντηση δεν είναι ικανή να δώσει τέρμα στις ερωτήσεις. Οι ερωτήσεις θα σταματήσουν μόνο όταν τα πάντα είναι όπως θα πρεπε να είναι.6 Προς το παρόν, όμως, η μάχη με το κακό δεν τελείωσε.
- Υπάρχουν βέβαια πολλές απόψεις σχετικά με τη σύνταξη του βιβλίου και αρκετοί μελετητές αποδίδουν τα αφηγηματικά κομμάτια σε ένα συγγραφέα και τα ποιητικά κομμάτια, τις ομιλίες δηλαδή, σε άλλον ή ακόμα και σε περισσότερους. Επίσης, η ελληνική μετάφραση των εβδομήκοντα διαφέρει αρκετά από το εβραϊκό μασοριτικό κείμενο. Το ελληνικό είναι κατά 1/6 μικρότερο, πιθανότατα λόγω σκόπιμης συντόμευσης από τους μεταφραστές. Η εισήγηση βασίζεται στην τελική μορφή του εβραϊκού μασοριτικού κειμένου.
- J. Walton, “Job 1: Book of,” in Dictionary of the Old Testament: Wisdom, Poetry and Writings (ed. Tremper Longman III and Peter Enns; Downers Grove: IVP, 2008), 335.
- Walton, “Job 1,” 336-7.
- J. Allen, “Job 3: History of Interpretation,” in Dictionary of the Old Testament: Wisdom, Poetry and Writings (ed. Tremper Longman III and Peter Enns; Downers Grove: IVP, 2008), 366-367.
- Katherine Dell, Shaking a Fist at God: Struggling with the Mystery of Undeserved Suffering (Liguori, Missouri: Triumph Books, 1997), 76.
- Susan Neiman, Evil in Modern Thought: An Alternative History of Philosophy (New Jersey: Princeton University Press, 2002), 320.